Το πολιτικό κατεστημένο αιωρείται, εκφυλίζοντας τη δημοκρατία, επενδύοντας στην ανοχή των επικυρίαρχων δανειστών
του Δημήτρη Υφαντή
Κόντρα μεταξύ του ΠΑΣΟΚ και του Κ. Μητσοτάκη για την αξιολόγηση, ανοιχτή διαφοροποίηση του προέδρου της Βουλής, Ευ. Μεϊμαράκη, για δεύτερη φορά μετεκλογικά (η πρώτη στο δημοψήφισμα για τη ΔΕΗ) εκτονωτική συνάντηση Σαμαρά και Βενιζέλου, καθησυχαστικές δηλώσεις του πρωθυπουργού πως «όλα βαίνουν καλώς», μια και η προεδρική πλειοψηφία των 180 θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη: Όσο οι δύο συγκυβερνώντες εταίροι τρώνε τις σάρκες τους, άλλο τόσο καταφεύγουν σε ενέσεις πρόκλησης τεχνητής ευφορίας.
Βέβαια, από όσα τα κυβερνητικά κλιμάκια διαρρέουν, δεν είναι δύσκολο να αναγνωριστούν οι εξαιρετικά δυσοίωνες προϋποθέσεις, πάνω στις οποίες επιχειρείται, για πολλοστή φορά, να θεμελιωθεί μία ακόμη φαντασίωση -όχι πλέον επιτυχίας- αλλά, τουλάχιστον, σταθερότητας. Πολλά είναι τα «αν» και τα «εφόσον», ελάχιστα όμως από αυτά εξαρτώνται από αυτήν καθεαυτή την κυβερνητική πρωτοβουλία.
Ο οδικός χάρτης, που επί του παρόντος λαμβάνει μορφή μόνο ως ο κοινός τόπος των ευσεβών πόθων των ηγετικών κέντρων της Δεξιάς και του ΠΑΣΟΚ, έχει ως εξής: Η τρόικα διεκπεραιώνει έναν επιδερμικό έλεγχο τον Σεπτέμβρη, χωρίς πολλές-πολλές συγκεκριμένες νύξεις για νέο δανεισμό και νέα μέτρα, ούτε απαιτήσεις για τα καυτά ανοιχτά μέτωπα των μαζικών απολύσεων, των εργασιακών σχέσεων και του Ασφαλιστικού.
Εν τω μεταξύ, μεθοδεύουν να ανοίξει αυγουστιάτικα και ελπίζουν σχετικά «αναίμακτα», η μεγάλη πληγή με επίκεντρο τα «κόκκινα δάνεια». Δύο πιθανώς θα είναι τα κρατούμενα έτσι. Η εκκίνηση μιας τερατώδους κλίμακας (προσαρμογή θα τη βαφτίσουνε) υποθήκευσης και παράλληλα εκπτώχευσης των βασικότερων δομών και μεγεθών της εθνικής οικονομίας. Μόνο που για τους ξένους ομίλους των νομαδικών κεφαλαίων, που έχουν καταλάβει προνομιακή θέση στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα, υπό τη σκέπη και τη μοιρασιά της τρόικας, τέτοιες εξελίξεις μεταφράζονται ανάποδα.
Ως αρπαγή και συγκέντρωση των περιουσιακών στοιχείων της λαϊκής ιδιοκτησίας, αλλά και της όποιας κερδοφόρας επιχειρησιακής δραστηριότητας στον αγροτοδιατροφικό τομέα και όχι μόνο (Ενδεικτικά: ΜΜΕ, κατασκευές, τουρισμός, υπηρεσίες Ασφάλισης και Υγείας). Παράλληλα, ίσως έτσι οι μαύρες τρύπες των τραπεζών, στους καθοριστικούς ελέγχους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το φθινόπωρο, προκύψουν εντέλει πολύ… μαύρες, αόρατες δηλαδή με το αζημίωτο.
Σε αυτό το φόντο, στη «διαπραγμάτευση» για τη νέα αναδιάρθρωση του χρέους, που φιλοδοξούν να ξεκινήσει από Νοέμβρη, η νέα παρτίδα των συμφωνημένων στα εργασιακά και το ασφαλιστικό, θα σερβιριστεί με την καλά δοκιμασμένη συνταγή της αδήριτης «εθνικής σωτηρίας», που δεν είναι δυνατόν να εξασφαλίζεται εσαεί, άνευ των τελευταίων πλέον, έτσι θα προβληθούν, υποχρεωτικών θυσιών. Ως κερασάκι στην τούρτα, για το οποίο ήδη η όρεξη καλλιεργείται, αν και θα πρόκειται για το τυρί στη φάκα της οριστικής άλωσης της χώρας, προορίζονται οι πολυδιαφημισμένες φορολογικές ελαφρύνσεις, αν! Τι αν; Ε, αν επιτρέπουν τα αφεντικά προφανώς.Ίσως από όλη τη δημοσιογραφική παρά-φιλολογία των ημερών, μία και μόνη «διαρροή» τα αποκαλύπτει όλα. Ο Σαμαράς, λέει, έθεσε στη Μέρκελ το θέμα των φοροελαφρύνσεων. Και σε αντίστιξη ο Ιταλός πρωθυπουργός Ρέντσι με αντικείμενο την ελληνική τραγωδία κάνει αντιπολίτευση στον Μερκελισμό, δηλώνοντας πως τα μνημόνια έσωσαν τις μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες. Ουδείς μπορεί να φανταστεί έναν Βενιζέλο ή έναν Σαμαρά να ψελλίζει έστω κάτι σχετικό για τη χώρα που υποτίθεται πως κυβερνά. Με απίστευτη όμως άνεση σκιαμαχούν μεταξύ τους, πλειοδοτώντας σε εχέγγυα εθελοδουλίας.
Το ΠΑΣΟΚ θυμίζει στον Κ. Μητσοτάκη το φιάσκο με τις εναλλακτικές προτάσεις στα «Ζάππεια» και εκείνος ανταπαντά με τους λεονταρισμούς Βενιζέλου απέναντι στην τρόικα, τον Σεπτέμβρη του 2011, που κατέληξαν στο ληστρικό και φονικό χαράτσι της ΔΕΗ.
Την ωραία ατμόσφαιρα… τερματίζει ο Ευ. Μεϊμαράκης στην -κατά τα άλλα- διορθωτική του δήλωση (μετά τα «περί παράταξης του 40% και ανάγκης έκτακτου συνεδρίου επανεκκίνησης»): «Η κυβέρνηση, υλοποιώντας τις εξαγγελίες που έχει κάνει για την άρση των αδικιών, όσο της επιτρέπεται χωρίς να βγούμε από το ασφυκτικό πλαίσιο το οποίο υπάρχει, πιστεύω ότι η Ν.Δ. μπορεί να επανακάμψει, να βγει πρώτη δύναμη δημοσκοπικά κατά τον Οκτώβριο-Νοέμβριο.
Εφόσον η Ν.Δ. θα είναι πρώτη, κανείς δε θα θέλει εκλογές και θα βγει και Πρόεδρος, γιατί ποιος θα τις θέλει αν επιβεβαιωθεί η πρωτιά της;» (απόδοση προφορικού λόγου). Τα είπε όλα, ασφαλώς. Και την ουσία, το «ασφυκτικό πλαίσιο» και την παραμυθία (ανάκαμψη Ν.Δ. και προεδρική εκλογή).
Βέβαια, μία κυβέρνηση που μέσα στην καθολική κοινωνική απαξίωση, διατηρεί την πολυτέλεια να αντιπολιτεύεται τον εαυτό της, επενδύοντας αποκλειστικά και μόνο στις ορέξεις και στους σχεδιασμούς των επικυρίαρχων δανειστών, έχει το δικαίωμα να φαντασιώνεται πολλά, από νέα κάλπικη πλειοψηφία στη Βουλή, μέχρι εκλογικό «αιφνιδιασμό» με εκβιαστικά διλήμματα και σχέδιο υφαρπαγής κι αλλοίωσης της λαϊκής θέλησης. Στην παλέτα των κυβερνητικών επιλογών αποτυπώνονται τα πειστήρια της εξαχρείωσης του πολιτικού συστήματος, αλλά και τα αδιέξοδά του. Σαράντα χρόνια μετά τη Μεταπολίτευση, θεμελιώνει την αναστύλωσή του εκφυλίζοντας μέχρις εσχάτων τον κοινοβουλευτισμό, στα ερείπια μιας παραδομένης χώρας.