Να μην σταθούμε αμυντικά απέναντι στην πρωτοβουλία Σαμαρά
Του Βασίλη Ξυδιά
Φοβάμαι ότι οι εξαγγελίες Σαμαρά για συνταγματική αναθεώρηση αναδεικνύουν για μια ακόμα φορά τα αδύναμα πολιτικά αντανακλαστικά και το έλλειμμα στρατηγικής της δικής μας πλευράς. Διότι, όπως αμήχανα αντιμετωπίσαμε τον Δεκέμβριο του 2011 το πυροτέχνημα του Γιωργάκη περί δημοψηφίσματος (αντί να αρπάξουμε αμέσως, όπως οφείλαμε, την ευκαιρία και να ταράξουμε το πανικόβλητο τότε πολιτικό σύστημα, υπερθεματίζοντας στην ανάγκη να εκφραστεί αυθεντικά και πρωτογενώς η λαϊκή θέληση εναντίον των μνημονίων) το ίδιο κάνουμε και τώρα. Με τα αντανακλαστικά μιας εσαεί αντιπολίτευσης και όχι μιας επερχόμενης δύναμης ανατροπής, εστιάζουμε στις προθέσεις και τα κίνητρα του Σαμαρά και δεν βλέπουμε την ευκαιρία που μας δίνεται για να πάρουμε εμείς την πρωτοβουλία σ’ αυτό το μείζον ζήτημα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως οι προτάσεις Σαμαρά συνιστούν απόπειρα εξαπάτησης του λαού και ενσωμάτωσης του αντισυστημικού του αισθήματος σε συνδυασμό με πραγματικές θεσμικές προσαρμογές προς το χειρότερο και το πιο αυταρχικό, άλλες από τις οποίες είναι για να ικανοποιηθεί η τρόικα (αυτό που ορθώς ο ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλλει ως «συνταγματοποίηση των μνημονίων») και άλλες για να εμπεδωθεί θεσμικά το κράτος εκτάκτου ανάγκης. Το ερώτημα για την Aριστερά είναι πώς στέκεται απέναντι σ’ αυτό το σχέδιο. Το καταγγέλλει απλώς ή αρπάζει την ευκαιρία και σηκώνει το γάντι προκειμένου να προωθήσει τη ριζική συνταγματική αλλαγή που έχει ανάγκη ο τόπος; Διότι το αίτημα για ένα νέο δημοκρατικό σύνταγμα που θα καθιερώνει την πλήρη και πραγματική διάκριση των εξουσιών και θα θεσπίζει μια σειρά από θεσμούς άμεσης λαϊκής συμμετοχής (για να περιοριστώ σε δύο μόνο ζητήματα) όφειλε να είναι για την αριστερά η απόκρισή της στο σύνθημα των πλατειών για «δικαιοσύνη» και «πραγματική δημοκρατία». Είναι ο πιο εύγλωττος τρόπος για να κάνει σαφές στο λαό ότι η επερχόμενη ανατροπή των μνημονίων δεν θα είναι μια αλλαγή οικονομικής και μόνο πολιτικής, αλλά -όπως αναφέρεται στο πρόγραμμα του ιδρυτικού μας συνεδρίου- μια νέα μεταπολίτευση· η μεταπολίτευση του λαού.
Δυστυχώς ως Αριστερά δεν έχουμε πλήρη συναίσθηση αυτού του πράγματος. Κι ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επεξεργαστεί ένα σύνολο από πραγματικά ριζοσπαστικές συνταγματικές προτάσεις, τις οποίες εξήγγειλε το περασμένο καλοκαίρι, εντούτοις ο τρόπος που χειρίζεται το όλο ζήτημα είναι αμυντικός («να έχουμε να λέμε, αν και εφόσον τεθεί το ζήτημα»). Και τα περισσότερα κομματικά στελέχη αντιμετωπίζουν το ζήτημα του Συντάγματος από τη σκοπιά των «ατομικών δικαιωμάτων» και όχι σαν δυνατότητα διεύρυνσης της «πολιτικής συμμετοχής». Κρίνουν με κριτήρια άλλων εποχών, και υποτιμούν την ιστορική λειτουργικότητα της απαίτησης για «πραγματική δημοκρατία».
Το χειρότερο, όμως, δεν έχει να κάνει με το περιεχόμενο της συνταγματικής αλλαγής -όπου εκεί υπάρχουν, όπως είπαμε, επεξεργασμένες προτάσεις- αλλά με τον τρόπο. Αυτό είναι το κρίσιμο ζήτημα. Το ζήτημα της στρατηγικής. Διότι αν περιοριστεί κανείς στις δυνατότητες που παρέχει το υφιστάμενο πλαίσιο συνταγματικής αναθεώρησης, τα περιθώρια είναι όντως ασφυκτικά. Καμία αλλαγή δεν μπορεί να θεσπιστεί αν προηγουμένως δεν την αποδεχθεί το ίδιο το πολιτικό σύστημα ή ένα σημαντικό μέρος του. Ο εγκλωβισμός, λοιπόν, στις υφιστάμενες διαδικασίες αναθεώρησης ακυρώνει, κατ’ ουσίαν, κάθε αντισυστημική διάσταση του εγχειρήματος και το καθιστά εκ των πραγμάτων ένα μέσο απορρόφησης και εκτόνωσης της λαϊκής διάθεσης. Κι ίσως αυτό να είναι η πηγή της όλης αμηχανίας μας.
Η απάντηση, όμως, στο πρόβλημα αυτό είναι απλή. Η χώρα χρειάζεται ένα Νέο Σύνταγμα κι όχι μια απλή συνταγματική αναθεώρηση. Χρειαζόμαστε ένα Σύνταγμα που δεν θα προκύψει από τις συνεννοήσεις και τους εσωτερικούς συσχετισμούς του πολιτικού συστήματος, αλλά θα είναι προϊόν συμμετοχής του λαού μέσα από διάφορες μορφές και θεσμούς δημόσιου διαλόγου και λήψης αποφάσεων. Και τελικώς, χρειαζόμαστε ένα Νέο Σύνταγμα το οποίο θα οριστικοποιηθεί από ένα συντακτικό δημοψήφισμα που θα παραγάγει πρωτογενές Δίκαιο.
Δεν είναι εδώ η ώρα να υπεισέλθουμε σε «τεχνικές» λεπτομέρειες. Υπάρχουν προηγούμενα παραδείγματα, όπως αυτό της Ισλανδίας, και υπάρχουν και πολλά ανοιχτά ζητήματα που μένει να συζητηθούν. Το πραγματικό ερώτημα είναι αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σε θέση να συλλάβει σε όλη της τη διάσταση την έννοια της νέας λαϊκής μεταπολίτευσης που έχει εξαγγείλει, και αν μπορεί στο πλαίσιο αυτό να δει την ιδιαίτερη σημασία που έχει το ζήτημα του Συντάγματος. Δεν ξέρω αν μπορούμε να αξιοποιήσουμε πολιτικά την ευκαιρία που μας παρέχει η κίνηση Σαμαρά. Αν όχι, τουλάχιστον ας την αξιοποιήσουμε ως αφορμή αυτογνωσίας και δικής μας ωρίμανσης για την επόμενη στιγμή, που δεν θα αργήσει.