Σκοτσέζικο λουτρό από τη γερμανική ηγεσία – Διπλό τεστ σε ESM και Eurogroup την προσεχή εβδομάδα – Τη σκληρή ατζέντα του ΔΝΤ πιέζεται ν’ αποδεχτεί η κυβέρνηση
Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Δυο «ευκαιρίες» υπάρχουν για να δοθεί μια αυθεντική ερμηνεία στη σκλήρυνση της στάσης της γερμανικής ηγεσίας, η οποία εκφράστηκε με τις δηλώσεις Σόιμπλε στο Νταβός: η πρώτη ευκαιρία δίνεται τη Δευτέρα (23/1), στη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου του ESM – υπό την προεδρία Ντάισελμπλουμ και με τη συμμετοχή αναπληρωτών υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης – για την οριστικοποίηση των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος. Η δεύτερη ευκαιρία δίνεται τρεις μέρες μετά (26/1) στην προγραμματισμένη συνεδρίαση του Eurogroup.
Η συνεδρίαση του ESM έχει προαναγγελθεί περίπου ως υπόθεση ρουτίνας, προορισμένη απλώς να ενεργοποιήσει τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Θα είναι όμως πράγματι ρουτίνα; Η προειδοποίηση Σόιμπλε από το Νταβός της Ελβετίας ότι, αν η ελληνική κυβέρνηση δεν συμμορφωθεί πλήρως στις απαιτήσεις του ΔΝΤ κι αυτό απεμπλακεί το Μνημόνιο ακυρώνεται κι ο ίδιος δεν προτίθεται να ζητήσει από τη γερμανική βουλή να εγκρίνει ένα νέο, επιβάλλουν επιφυλακτικότητα, αν όχι και καχυποψία. Η Γερμανία διαθέτει πάντα το κρίσιμο ποσοστό (27%) σε δικαιώματα ψήφου στον ESM με το οποίο μπορεί να παγώσει και πάλι τα μέτρα, όπως έκανε τον Δεκέμβριο. Το λιγότερο, λοιπόν, που μπορεί να συμβεί τη Δευτέρα είναι η ελληνική κυβέρνηση να πάρει ένα προειδοποιητικό μήνυμα για το τι θα συμβεί τρεις μέρες μετά, στο Eurogroup.
Συμμόρφωση στους όρους ΔΝΤ
Το Eurogroup είναι το καθ’ ύλην αρμόδιο όργανο για να κάνει την ανασκόπηση των δεδομένων της αξιολόγησης και ν’ αποφασίσει αν η διαπραγμάτευση μπορεί να ξεκινήσει, ορίζοντας ημερομηνία επιστροφής του κουαρτέτου στην Αθήνα. Ωστόσο, η ρουκέτα Σόιμπλε που βάζει το ΔΝΤ και την ατζέντα του στο κέντρο της διαπραγμάτευσης , δημιουργεί ανελαστικά δεδομένα. Γιατί, πολύ απλά, μεταφράζεται σε συμμόρφωση της κυβέρνησης με τους όρους συμμετοχής του Ταμείου στο πρόγραμμα, εφόσον η γερμανική ηγεσία έχει αποκλείσει κάθε συζήτηση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα του χρέους. Και οι όροι αυτοί είναι: επιπλέον μέτρα λιτότητας 4,5 δισ. ώστε να διασφαλιστεί πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% μετά το 2018, συγκεκριμενοποίηση των πηγών αυτών των μέτρων σε μείωση του αφορολόγητου, αύξηση του ΦΠΑ και περικοπή συντάξεων, αλλά και… μεταρρυθμίσεις. Η λέξη καραμέλα δεν είναι κενή περιεχομένου, αλλά όπως απέδειξε η εκτίμηση του Πολ Τόμσεν ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί 21 χρόνια μέχρι να μειωθεί η ανεργία στα προ κρίσης επίπεδα, το ΔΝΤ βάζει ψηλά στην ατζέντα του και το τρίπτυχο των εργασιακών (με μη επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων, απελευθέρωση απολύσεων, περιορισμός ισχύος συνδικάτων).
Αν, λοιπόν, η σκληρή ατζέντα του ΔΝΤ περιληφθεί στη διαπραγμάτευση για την αξιολόγηση με τη συναίνεση και των υποτιθέμενων «φιλίων» δυνάμεων (Κομισιόν και μια ομάδα 4-5 χωρών της Ευρωζώνης) ως εκ των ων ουκ άνευ, τότε ο συμβιβασμός για τον οποίο ετοιμαζόταν η κυβέρνηση, με τη νομοθέτηση ενισχυμένου και παρατεταμένου μέχρι το 2020-2021 δημοσιονομικού κόφτη, του «αυξημένου μηχανισμού εγγυήσεων» που θα διασφαλίζεται κυρίως από αυξήσεις φόρων και περικοπές συντάξεων, θα κριθεί ανεπαρκής στο Eurogroup της 26/1.
Το deal Σόιμπλε – Λαγκάρντ
Η γραπτή δήλωση του εκπροσώπου του ΔΝΤ από το Νταβός, μετά τη συνάντηση Σόιμπλε – Λαγκάρντ, ότι το Ταμείο «παραμένει πλήρως ενεργό για την επίτευξη γρήγορης συμφωνίας για ένα πρόγραμμα που θα μπορεί να στηριχθεί με πόρους του», δείχνει ότι μεταξύ Βερολίνου και Ουάσιγκτον έχει επιτευχθεί μια βασική συμφωνία. Ελάχιστη σημασία έχει αν, αυτή τη φορά, το βασικό κίνητρο της στροφής Σόιμπλε μέσα σε λίγες μέρες από τη διαλλακτική θέση ότι… υπάρχει ζωή και χωρίς ΔΝΤ στην ακριβώς αντίθετη είναι οι αντιδράσεις των βουλευτών του κόμματός του και οι πιέσεις που δέχεται από την ακροδεξιά AfD. Σημασία έχει ότι δεν είναι ορατό το ενδεχόμενο κάμψης της γερμανικής στάσης. Έτσι, η προσφυγή της κυβέρνησης σε μιαν ακόμη επιχείρηση «πειθούς», με μια ακόμη επιστολή Τσακαλώτου προς τους ομολόγους του με το πακέτο των ελληνικών θέσεων, δεν αναμένεται να έχει καλή τύχη. Είναι βέβαιο ότι η γερμανική ηγεσία, με 4 ακόμη χώρες στο πλευρό της, αλλά και με το ΔΝΤ, θα επιμείνει σε νομοθετημένα από τώρα μέτρα.
Ο χρησμός του Μάριο Ντράγκι
Με τα δεδομένα αυτά, το χρονοδιάγραμμα της αξιολόγησης επιμηκύνεται επικίνδυνα, η κυβέρνηση θέτει ως νέα ημερομηνία λήξης την 20ή Φεβρουαρίου, επόμενη συνεδρίαση του Eurogroup, ενώ ο ορίζοντας της ένταξης στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης απομακρύνεται επίσης για τις αρχές Μάρτη. Τότε ο Μάριο Ντράγκι θα έχει την ευκαιρία να ερμηνεύσει τον χρησμό που έδωσε προ ημερών, με τη φράση ότι «δεν βλέπουμε κανένα κρατικό χρέος (σ.σ. χωρών της Ευρωζώνης) μη βιώσιμο». Να εξηγήσει δηλαδή αν η ΕΚΤ θεωρεί βιώσιμο και το ελληνικό χρέος, ώστε να ενταχθεί στο πρόγραμμα αγορών ομολόγων, που θεωρητικά θα διατηρηθεί όλο το 2017. Ωστόσο, ακόμη κι αν η ηγεσία της ΕΚΤ θέλει πράγματι να εντάξει την Ελλάδα στο QE από τον Μάρτιο ή τον Απρίλιο παραβλέποντας την άλλη βασική προϋπόθεση, τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, απαράβατος όρος είναι να έχει κλείσει η αξιολόγηση.
Μπρος αδιέξοδο, πίσω νέος οδυνηρός συμβιβασμός. Για πολλοστή φορά το δίλημμα για την ελληνική κυβέρνηση τίθεται μ’ αυτόν τον τρόπο κι είναι λογικό να ανακυκλώνει τα σενάρια για τις πολιτικές αντοχές της και τη διολίσθηση προς εκλογές. Παράδοξο για τη γερμανική ηγεσία να ρισκάρει κάτι τέτοιο, αλλά οι δικές της εκλογές είναι η απόλυτη προτεραιότητα, όσα «θύματα» κι αν απαιτήσουν.
Αναβάλλεται, δεν αποσύρεται το Plan B του Σόιμπλε
Γιατί ο συνήθως προσεκτικός και συνεκτικός Β. Σόιμπλε άνοιξε για να κλείσει τόσο γρήγορα το παράθυρο απεμπλοκής του ΔΝΤ από το Μνημόνιο, με κίνδυνο να φανεί ανακόλουθος; Η αλήθεια είναι πως η βαθύτερη στρατηγική του Σόιμπλε εκφράζεται στην αρχική παρέμβασή του, ότι δηλαδή η Ευρωζώνη μπορεί να διαχειριστεί την ελληνική κρίση και μόνη της, μέσω του ESM. Όπως έχει αρκετές φορές στο παρελθόν αποκαλύψει, δεν ήταν αυτός, αλλά η Μέρκελ που επέμεινε στην εμπλοκή του ΔΝΤ στην Ευρωζώνη. Ο ίδιος είχε την αντίληψη ότι η ΕΕ μπορεί να έχει το δικό της «ΔΝΤ», πρακτικά τον ESM, έναν μηχανισμό διοικητικά «ανεξάρτητο» και πολιτικά «ουδέτερο» που θα δανειοδοτεί χώρες και τράπεζες της Ευρωζώνης με αντάλλαγμα σκληρά προγράμματα προσαρμογής, αντίστοιχα με αυτά που έχει επιβάλει σε δεκάδες χώρες του πλανήτη το ΔΝΤ. Ο δαιμόνιος Σόιμπλε, επιχειρώντας όπως πάντα να κάνει την κρίση ευκαιρία, σκέφτηκε ότι η διχοστασία με το ΔΝΤ είναι μια καλή αφορμή για να επαναφέρει το παλιό του σχέδιο να αναλάβει ο ESM τη δημοσιονομική και οικονομική επιτήρηση της Ευρωζώνης, δηλαδή την τήρηση του Συμφώνου Σταθερότητας, αφαιρώντας την αρμοδιότητα από την Κομισιόν. Αυτό, ωστόσο, θα άνοιγε μια μακρά περίοδο διαπραγμάτευσης με τις χώρες και τους θεσμούς της Ε. που θα κατέληγε και σε αλλαγές στις συνθήκες της ΕΕ. Προφανώς η Α. Μέρκελ έκρινε ότι δεν είναι κατάλληλη συγκυρία για μια τέτοια συζήτηση και διαπραγμάτευση, τουλάχιστον την περίοδο μέχρι τις γερμανικές εκλογές. Επομένως, το Plan B Σόιμπλε για τη διακυβέρνηση της Ευρωζώνης αναβάλλεται, αλλά δεν αποσύρεται. Το… outsourcing του ΔΝΤ, το οποίο άλλωστε προβλέπεται και στην ισχύουσα Συνθήκη για τον ESM, διατηρείται μέχρι νεοτέρας, και το τίμημα θα το πληρώσει πάλι η ελληνική κοινωνία. Μόνο που κανείς δεν ξέρει αν το καινούργιο αφεντικό του ΔΝΤ, η κυβέρνηση Τραμπ στις ΗΠΑ, θα έχει την ίδια γνώμη για τις υπηρεσίες του Ταμείου στην Ευρωζώνη.