Μια επισκόπηση της παγκόσμιας ιστορίας αποκαλύπτει ότι σε όλες τις κοινωνίες, από τις πιο πρωτόγονες έως τις πιο ανεπτυγμένες, η άσκηση βίας πάνω στο άτομο αποτελεί το προνομιακό όπλο κάθε εξουσίας. Είναι επίσης διαπιστωμένο ότι όπου γιγαντώνεται η εξουσία, όπου θεοποιείται το κράτος, αυτόματα εμφανίζεται και η καταπίεση που εκφράζεται με την εκμηδένιση του ατόμου, την καταστολή της διαφορετικής άποψης, την ποινικοποίηση της αμφισβήτησης και τα βασανιστήρια. Ακόμα και σε χώρες με φιλελεύθερη παράδοση και δημοκρατικούς θεσμούς, τα βασανιστήρια ως ανακριτική μέθοδος συνεχίζονται με την πασίγνωστη επιχειρηματολογία: «πάταξη του εγκλήματος», «εθνική ασφάλεια», «προστασία του καθεστώτος», «εξουδετέρωση τρομοκρατών» κ.λπ.
Και όπως πικρά διαπιστώνει ο Περικλής Κοροβέσης, «το να έχει κανείς απόψεις που δεν είναι αποδεκτές από τις εκάστοτε εξουσίες, είναι τελικά πολύ πιο επικίνδυνο απ’ όσο αρχικά μπορεί να υποθέσει ή όπως του είχε επισημάνει ο διευθυντής της Ασφάλειας, Λάμπρου: ”αυτά παθαίνουν όσοι δεν αγαπούν τη Δημοκρατία”».
Το βιβλίο του Περικλή Κοροβέση «Ανθρωποφύλακες» (το οποίο ήταν η αφορμή για εκδήλωση, παρουσία του ίδιου του συγγραφέα, την Πέμπτη στο κινηματοθέατρο «Αλέξανδρος» στη Θεσσαλονίκη) εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1969, όταν η Ελλάδα βρισκόταν σε μια κατάσταση εξαίρεσης, και επανεκδίδεται σήμερα που η κατάσταση εξαίρεσης τείνει να γίνει πλέον ο κανόνας. Το βιβλίο, όπως ανέφερε ο Κ. Δεσποινιάδης από τις εκδόσεις «Πανοπτικόν», πέρα από την αποτύπωση των φρικιαστικών βασανιστηρίων που καταγράφει, μας προσφέρει πολύτιμα στοιχεία για τον ανθρωπολογικό τύπο του βασανιστή, τα κύρια χαρακτηριστικά του οποίου διαγράφονται ως εξής: άνθρωπος συνηθισμένος, χωρίς ιδιαίτερες πνευματικές ικανότητες, πειθήνιος εκτελεστής εντολών (θα σκότωνε και τη μάνα του αν είχε λάβει εντολή να το κάνει), και το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο είναι ότι οι ίδιοι βιώνουν όλα τα κτηνώδη που πράττουν, ως καθήκον.
Βεβαίως ο συγγραφέας δεν αφήνει ασχολίαστη τη στάση της σιωπηλής πλειοψηφίας των «φιλήσυχων πολιτών που αποστασιοποιημένοι από το ανθρώπινο δράμα που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια τους, σεργιανίζουν αμέριμνα. Απευθυνόμενος σ’ αυτούς ακριβώς τους πολίτες, ο Κοροβέσης γράφει στο Υστερόγραφό του: «για τους φιλήσυχους και αντικειμενικούς ανθρώπους όλης της γης που με την αδιαφορία και τη σιωπή τους βοηθάνε την επέκταση και τη συνέχιση των βασανιστηρίων».
Στόχος του έργου, κατά τον εκπαιδευτικό Π. Δημητρούδη,είναι να στραφεί το βλέμμα στο ανώνυμο πλήθος, στους ξεχασμένους από την ιστορία αγωνιστές, στους κατατρεγμένους που έδωσαν πολλά αλλά δεν ανταμείφθηκαν ποτέ. Μικρές ανθρώπινες ιστορίες που κρατούν ζωντανή τη μνήμη, την ιστορία. Για να μην ξεχνάμε. Πώς να επαναστατήσει άλλωστε, ένας λαός που ξεχνάει ποιος είναι;
«Μακάρι να μην είχε γραφτεί ποτέ αυτό το βιβλίο και ο Κοροβέσης να μην είχε υποστεί ποτέ τέτοια βασανιστήρια. Κι όμως εκείνος που βγαίνει τελικά νικητής είναι ο άνθρωπος που εξακολουθεί να παραμένει όρθιος, παρά τα απανωτά χτυπήματα που δέχεται. Εκεί είναι το μεγαλείο». Είναι τα λόγια του συγγραφέα Μ. Κασόλα για το έργο του φίλου του και συναγωνιστή Π. Κοροβέση. Ο σπουδαίος συγγραφέας τόνισε μεταξύ άλλων πως επιτακτική ανάγκη της Αριστεράς σήμερα, είναι να θέσει τον πολιτισμό στον πυρήνα της πολιτικής δράσης. Αυτή είναι η μεγάλη δύναμη του τόπου μας. Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με την τοποθέτηση του Κοροβέση, που αφού εξέφρασε την ικανοποίησή του για την υποψηφιότητα του Τριαντάφυλλου Μηταφίδη για το Δήμο Θεσσαλονίκης, κήρυξε για μια ακόμη φορά ανυπακοή απέναντι σε όλες τις επινοήσεις που σκλαβώνουν την ελευθερία του ανθρώπου: κράτος, έθνος, θρησκεία κ.λπ. καλώντας τους πολίτες να πάρουν τις ευθύνες που τους αναλογούν και να προετοιμαστούν για τα δεινά που θα ‘ρθουν.
Γιούλη Ιεραπετριτάκη