του Στέλιου Ελληνιάδη

 

Σου μοιάζω για πρώην δούλος; Τον ρώτησα με αυστηρό ύφος. Κι αυτός ξαφνιάστηκε.

 

Με κοίταξε λίγο αμήχανα, λίγο απολογητικά, λίγο απορημένα. Μόλις πριν από μερικά δευτερόλεπτα, ανέπτυσσε την άποψή του ότι όσοι ζούσαν στη Μικρά Ασία ήταν δούλοι. Εννοούσα επί τουρκοκρατίας, ψέλλισε. Κι εγώ επί τουρκοκρατίας γεννήθηκα στην Πόλη, συνέχισα στο ίδιο ύφος. Επί οθωμανοκρατίας, ήθελα να πω, συνέχισε με πιο θάρρος σαν να βρήκε τη σωστή διατύπωση. Εννοείς, δηλαδή, ότι ο παππούς μου κι ο προπαππούς μου, η γιαγιά μου και η προγιαγιά μου, που γεννήθηκαν επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, από το 1840 ως το 1900, καθώς και η μητέρα μου που γεννήθηκε το 1918 και ο πατέρας μου το 1912, όπως και όλα τα αδέρφια τους και οι συγγενείς μας, στην Κωνσταντινούπολη και την Καππαδοκία, ήταν δούλοι;! Αυτά λες στους μαθητές σου;

Θυμήθηκα αυτό το διάλογο με το διευθυντή ενός δημοτικού σχολείου, παρατηρώντας τις αντιπροσωπευτικές καρτ-ποστάλ και τα συναφή ντοκουμέντα από τον μικρασιατικό Πόντο στο δεύτερο όροφο του Μουσείου Μπενάκη, στο Κολωνάκι. Αρχοντικές οικογένειες, συνοικίες, μέγαρα, εκκλησίες, αθλητικοί σύλλογοι, εμπορικά καταστήματα, ένας κόσμος ολόκληρος, αστικός και αγροτικός, με πολυσχιδείς δραστηριότητες, ξεπηδάει μέσα από τη φωτογραφική απεικόνιση, που μας προσφέρει ο συλλέκτης και επιμελητής της έκθεσης «Εν Πόντω» Στέργιος Θεοδωρίδης. Ένας κόσμος που αδικείται κατάφωρα από το στερεότυπο της εθνικής αφήγησης περί δουλείας και δούλων. Ένα στερεότυπο χαρακτηριστικό για κάθε εθνικισμό που θυσιάζει, εκτός από την αλήθεια, ακόμα και την αξιοπρέπεια και τον πολιτισμό της εθνότητας που υποτίθεται ότι εκφράζει και υπηρετεί.

Οι Έλληνες, οι Ρωμιοί, στην Πόλη, τη Σμύρνη, τον Πόντο ή την Καππαδοκία, δεν ήταν δούλοι. Ούτε στη Θεσσαλονίκη, τη Σωζόπολη, τη Φιλιππούπολη και τη Σεβαστούπολη. Αντιθέτως, είχαν υψηλότερο από το μέσο όρο μορφωτικό επίπεδο, ασκούσαν τα πιο ευυπόληπτα επαγγέλματα, είχαν εκτεταμένη αυτοδιοίκηση και θρησκευτική ελευθερία και τμήματά τους ανήκαν στην τοπική αριστοκρατία. Οι καρτ-ποστάλ δεν απεικονίζουν με πληρότητα την πραγματικότητα, ούτε όλες τις περιοχές της οθωμανικής επικράτειας, αλλά θεματολογικά, στα όρια του μικρασιατικού Πόντου, κατά την περίοδο 1890-1920, είναι πολύ ενδεικτικές του τρόπου και του επιπέδου ζωής. Η ελληνική συνοικία στην Κερασούντα και ο δήμαρχός της Γιώργης-πασάς, τα μεγάλα σχολεία και οι δεσπόζουσες εκκλησίες στην Αμάσεια, τη Μπάφρα, τα Σούρμενα, τη Σινώπη και τη Σαμψούντα, το διαχρονικό Φροντιστήριον Τραπεζούντος (από το 1682) και το ξενοδοχείο Constantinople Palace, το περίφημο μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά, τα καλλιτεχνικά τυπογραφεία που φωτογραφίζουν τους εύπορους Έλληνες, τα ωραία κτήρια και τα καλλιτεχνικά συγκροτήματα, τα περίτεχνα επιστολόχαρτα με τις επωνυμίες των εμπορικών επιχειρήσεων, οι αθλητικές ομάδες και οι ορχήστρες, τα νεκροταφεία, οι αγορές, οι παραλίες…

Έλληνες, Τούρκοι, Αρμένιοι, Λαζοί, Γάλλοι, Εβραίοι, όλες οι φυλές, ξεχωριστοί πολιτισμοί που σε πολλά σημεία εφάπτονται και αλληλοεπηρεάζονται σε σημείο που, πολλές φορές, ταυτίζονται. Οι πόλεμοι, οι διωγμοί, οι συγκρούσεις και οι ανταγωνισμοί, κατά κανόνα έξωθεν υποκινούμενοι, δεν έλειψαν, αλλά δεν αποτελούν το κυρίαρχο στοιχείο όπως σκόπιμα υπονοεί η εθνικιστική αφήγηση της ιστορίας. Η έκθεση «Εν Πόντω» αποτελεί ένα μικρό, αλλά διδακτικό μάθημα ιστορίας.

 

Στέλιος Ελληνιάδης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!