Ο Paul A. Porter ορίστηκε επικεφαλής της αμερικανικής οικονομικής αποστολής στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο του 1946 και ήλθε στην Αθήνα στις 18 Ιανουαρίου 1947.

Παρέμεινε στη χώρα μας μέχρι τον Μάρτιο 1947 και στη συνέχεια υπέβαλε την Έκθεση της Επιτροπής Porter στο αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών στις 30 Απριλίου 1947 (βλέπε σχετικά Paul A. Porter : Ζητείται ένα θαύμα για την Ελλάδα, Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις). Παρά το σύντομο χρονικό διάστημα που έμεινε στη χώρα μας, ο Porter διέγνωσε σωστά ότι το πραγματικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας ήταν η «ανικανότητα» του πολιτικού προσωπικού που ασκούσε την εξουσία. Γράφει σχετικά: «… η πρώτη ημέρα εργασίας στην Αθήνα επιβεβαιώνει τις εντυπώσεις που αποκομίζει κανείς διαβάζοντας τις αναφορές και τα έγγραφα στην Ουάσιγκτον. Έχουμε ένα φτωχό λαό με μια ανίκανη κυβέρνηση και ένα πολιτικό σύστημα το οποίο απαιτεί από τους υπουργούς να έχουν ως κύριο μέλημά τους την παραμονή στο αξίωμα, παραμελώντας τα προβλήματα της ανοικοδόμησης και την επαναδραστηριοποίηση του εμπορίου και των συναλλαγών». Και αλλού: «Δεν υφίσταται εδώ κράτος σύμφωνα με τα δυτικά πρότυπα. Αντ’ αυτού υπάρχει μια χαλαρή ιεραρχία ατομιστών πολιτικών, μερικών χειρότερων από άλλους, που είναι τόσο απασχολημένοι με τον ατομικό τους αγώνα για εξουσία που δεν έχουν το χρόνο, αν υποθέταμε ότι είχαν την ικανότητα, να αναπτύξουν μια οικονομική πολιτική». Στο σημερινό εράνισμα από το περιοδικό «Ανταίος» δημοσιεύεται το πρώτο μέρος από το υπόμνημα που κατέθεσε στον Porter η εταιρία «Επιστήμη-Ανοικοδόμηση», όπως δημοσιεύθηκε στο τεύχος Ιανουαρίου-Μαρτίου 1947.   

«Με την προϋπόθεση ότι η αποστολή Πόρτερ δεν θα περιορισθή στα τρέχοντα ζητήματα της οικονομικής πολιτικής και μόνο -ισοζύγιο, συνάλλαγμα, νόμισμα, δημόσιος προϋπολογισμός- αλλά θα εκταθή και στο όλο πρόβλημα της ανασυγκροτήσεως, η Εταιρεία «Επιστήμη-Ανοικοδόμηση» (ΕΠ-ΑΝ) θα είχε να υποβάλλει τις εξής σκέψεις:
»α) Το ελληνικό οικονομικό πρόβλημα δεν είναι κυρίως πρόβλημα ανασύστασης της οικονομίας στις προπολεμικές βάσεις και μορφές της. Εκτείνεται στην διάρθρωση την οικονομική του τόπου, είναι πρόβλημα μετασχηματισμού της οικονομίας. Από την άποψη αυτή ο χωρισμός των διαφόρων όψεων που παρουσιάζει και η ξεχωριστή εξέτασή τους αναβάλλει την αντιμετώπισή του και το περιπλέκει περισσότερο. Το ελληνικό οικονομικό πρόβλημα είναι ενιαίο.
»β) Η ελληνική οικονομία δεν γνώρισε ποτέ τα θετικά αποτελέσματα μιας ανάπτυξης αστικού προοδευτικού χαρακτήρα. Η χαμηλή παραγωγικότητα συνοδεύθηκε πάντα με ένα άθλιο βιωτικό επίπεδο του λαού, που επέτρεπε την απόλυτη εκμετάλλευση της εργασίας και ήτανε επακόλουθό της. Ο νόμος του ανταγωνισμού που θα τον προκαλούσαν οι μεγαλείτερες τοποθετήσεις κεφαλαίων στην παραγωγή παραβιάστηκε ή ατόνησε από μια πολιτική προνομιακών κατασφαλίσεων, μονοπωλίου και δασμολογικής προστασίας. Έτσι η Χώρα δεν αισθάνθηκε τα πλεονεκτήματα από μια μεγαλείτερη παραγωγή, που να στηρίζεται πάνω στο μικρότερο ποσοστό κέρδους και να τείνει προς τις χαμηλότερες τιμές. Όπως και τώρα έτσι και πριν από τον πόλεμο ακόμα και καθ’ όλη σχεδόν την περίοδο από του 1914 ως σήμερα, η Ελλάδα είχε τον υψηλότερο τιμάριθμο χονδρικής πωλήσεως, ανάμεσα στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, τον υψηλότερο προεξοφλητικό τόκο, χαμηλή παραγωγικότητα και χαμηλότερο ημερομίσθιο. Μια άνιση κατανομή των φόρων εξαντλεί τη μικρή αγοραστική ικανότητα του λαού, χωρίς να εμποδίζει καθόλου τα μεγάλα ελλείμματα του προϋπολογισμού, πράγμα που οδηγεί στους εξωτερικούς δημόσιους δανεισμούς υπό τις χειρότερες συνθήκες και την αποδοχή βαρύτατων προνομιακών όρων για τα τοποθετούμενα ιδιωτικά ξένα κεφάλαια. Το συντριπτικό αυτό σχήμα γίνεται προσπάθεια να ανασυσταθή και σήμερα».

(Στο επόμενο φύλλο η συνέχεια)

Ερανιστής: Γιώργος Τοζίδης

Ερανιστής: Γιώργος Τοζίδης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!