Ένα σύστημα που αντιμετωπίζει τους πολίτες με δύο μέτρα και δύο σταθμά – σκληρότητα και αδιαλλαξία για τους αδύναμους· συγκάλυψη και ασυλία για τους ισχυρούς και η Δικαιοσύνη, που υποτίθεται ότι είναι ο πυλώνας της ισότητας, λειτουργεί επιλεκτικά.
Από πού να το πρωτοπιάσει κανείς… Ζευγάρι αστυνομικών που υπηρετούσε σε προνομιακή θέση στη Βουλή, ζούσε πλουσιοπάροχα από το «μισθό» του, κακοποιούσε τα παιδιά του και ποτέ δεν κίνησε υποψίες. Η υπόθεση Μίχου και οι βιασμοί της 11χρονης από «ευυπόληπτα» άτομα της κοινωνίας βρίσκεται ακόμα υπό… διερεύνηση. Ο Λιγνάδης επέστρεψε σπίτι του, ενώ ο οδηγός της Μπακογιάννη που –παρανομώντας– σκότωσε διερχόμενο νεαρό μοτοσικλετιστή κρίθηκε αθώος, αψηφώντας κάθε έννοια δικαίου.
Τα ΜΜΕ ξεπλένουν με τακτ (ή και όχι) κάθε προσπάθεια συγκάλυψης, έχοντας στο πλευρό τους εκπροσώπους της Αστυνομίας προς τεκμηρίωση και επίρρωση.
Αντίθετα, η υπόθεση του Νίκου Ρωμανού δείχνει την άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Ένα αποτύπωμα σε σακούλα, μέσα σε ένα ανατιναγμένο σπίτι, ήταν αρκετό για να οδηγηθεί στη φυλακή με συνοπτικές διαδικασίες. Όταν πρόκειται για αντιφρονούντες, η Δικαιοσύνη δείχνει ακαμψία, εφαρμόζοντας σκληρά αντιτρομοκρατικά μέτρα. Αλλά για τα εγκλήματα των ισχυρών, όπως οι βιασμοί και οι παιδεραστίες, η αντιμετώπιση συχνά αγγίζει τα όρια της αδιαφορίας και της άκρατης επιείκιας.
Αυτό το ζοφερό τοπίο αντικατοπτρίζει μια πραγματικότητα όπου οι θεσμοί λειτουργούν όχι για να προστατεύουν, αλλά για να διαιωνίζουν την εξουσία των λίγων. Η κοινωνία παραμένει απαθής, κουνάει το κεφάλι της και συμβιβάζεται με σχόλια τύπου «έχουμε πιάσει πάτο, τίποτα δεν θα αλλάξει».
Το αίτημα, όμως, για αλλαγή δεν είναι απλώς νομικό – είναι πολιτικό και ηθικό. Όσο παραμένουμε αδρανείς, η ανισότητα θα βαθαίνει και η κοινωνία μας θα βυθίζεται σε έναν φαύλο κύκλο αδικίας που μας πνίγει κάθε μέρα με επαναλαμβανόμενα και αυξανόμενα περιστατικά βίας.