της Μαρίας Ατσελέ
Έχει τεθεί ζήτημα υποχρεωτικού εμβολιασμού και κυρώσεων απέναντι σε όποιον αρνείται να κάνει το εμβόλιο. Το θέμα δεν είναι απλό και είναι «πονηρό». Πρώτο, διακυβεύονται πραγματικά ατομικά δικαιώματα στο χώρο της Υγείας και δεύτερο, εισάγοντας σήμερα το «υποχρεωτικό» περνάμε σε μια άλλη διάσταση των ζητημάτων υγείας και της ηθικής που υπήρχε σχετικά με αυτήν, με το άτομο να επιλέγει και να καθορίζει ορισμένα πλαίσια.
Στα πρώτα στάδια της πανδημίας έγινε μια σχετική συζήτηση στην οποία όλοι κατέληγαν στο ότι ο εμβολιασμός πρέπει να είναι μαζικός, δημόσιος, δωρεάν με προτεραιότητα των ευπαθών ομάδων και του υγειονομικού προσωπικού και όχι υποχρεωτικός. Στην πορεία το «όχι υποχρεωτικός» πέρασε σε δεύτερη μοίρα και είχαμε τη μεγάλη δυσπιστία προς τα εμβόλια από μέρος των πληθυσμών σε όλο τον κόσμο. Έλλειψη εμβολίων για όλους, σιωπή για την παραγωγή φαρμάκων που μπορούν να αντιμετωπίσουν στάδια της ασθένειας, πόλεμος ανάμεσα σε μεγάλες εταιρείες, παραγγελίες που δεν εκτελούνταν κ.λπ.
Μετά ήρθαν ειδήσεις για υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού σε ορισμένους κλάδους (π.χ. υγειονομικοί), για απολύσεις όσων δεν εμβολιάζονται, για νομοθετικές ρυθμίσεις που υποχρεώνουν τον εμβολιασμό, για τα πιστοποιητικά εμβολιασμού που θα ζητούνται παντού. Όσοι δεν έχουν εμβολιαστεί θα αποκλείονται από πολλές δραστηριότητες, ταξίδια, μουσεία, καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, εκπαιδευτικούς χώρους κ.λπ.
Δεν είναι λίγοι, αλλά φιμώνονται και εξαιρούνται, οι νομικοί που θεωρούν ως αντισυνταγματικές τις αποφάσεις και τις εφαρμογές του «υποχρεωτικού» εμβολιασμού. Διαβλέπουν κινδύνους για το άμεσο και απώτερο μέλλον όσο αφορά τα δικαιώματα και τις κατηγορίες πολιτών που θα δημιουργηθούν. Στο χώρο της Υγείας, των ασφαλιστικών εταιριών και οργανισμών, όσο και στο τομέα του ελέγχου και συγκέντρωσης προσωπικών δεδομένων θα ισχύσουν νέοι κανόνες που θα οδηγούν –με πρόσχημα την συλλογική υγεία, ασφάλεια κ.λπ.– σε πιο ολοκληρωτικά σχήματα χειρισμού και ελέγχου μεγάλων πληθυσμών.
Δεύτερος χρόνος πανδημίας και αλλάζουν ήδη πολλά στον δημόσιο και προσωπικό χώρο κι αλλάζουν όχι σαν έκτακτες τροποποιήσεις αλλά ως μόνιμες και με μεγάλη διάρκεια. Ο καιρός της αθωότητας και της συναίνεσης έχει τελειώσει. Η διαχείριση της πανδημίας θα κριθεί με πολύ αυστηρά κριτήρια από τις γενιές του μέλλοντος. Σε 10-20 χρόνια θα έχουν αποκαλυφθεί πολλά που σήμερα σκεπάζονται από την οργανωμένη καμπάνια των ΜΜΕ και των ελίτ, από τον φόβο και την απελπισία των πολιτών, από τις εκατόμβες των νεκρών σε μεγάλα ψυγεία στις ΗΠΑ, σε φορτηγά και ομαδικούς τάφους σε Ιταλία και Βραζιλία ή στις ομαδικές πυρές νεκρών στην Ινδία.
Θα έπρεπε να είναι υποχρεωτική η αλήθεια (που δεν λέγεται), τα πραγματικά δεδομένα (που υπάρχουν αλλά δεν γίνονται γνωστά), η ανοικτή συζήτηση ερωτημάτων και διλλημάτων (πολλοί επιστήμονες μπαίνουν στη μαύρη λίστα και τους τρώει το σκοτάδι), η απαγόρευση κάθε πατέντας σε σχέση με την Υγεία (να σωθούν άμεσα ζωές σε όλο τον πλανήτη και όχι τα κέρδη φαρμακευτικών κολοσσών). Αν αυτά ήταν υποχρεωτικά η υγειονομική κατάσταση θα ήταν πολλαπλά καλύτερη από όλες τις πλευρές.