Μια ελιά στον αέρα, φωτό Στ. Ελληνιάδη
Κατ’ αρχήν από τα ίδια. Ναι, από τα ίδια. Όχι απ’ όλα, γιατί για μερικά έχουν εκλείψει οι προϋποθέσεις. Αλλά είναι αρκετά αυτά που εξακολουθούν να υπάρχουν και να αποτελούν στοιχεία της ανασύνθεσης, σε συνδυασμό, βέβαια, με τα νέα στοιχεία που πρέπει να βρεθούν, να εκμαιευτούν και να δημιουργηθούν.
Οι συνιστώσες κάηκαν ή τσουρουφλίστηκαν σοβαρά. Η πιο μεγάλη, ο Συνασπισμός διασπάστηκε. Το ένα τμήμα έγινε κυβερνητικό κόμμα και πέρασε στην αντίπερα όχθη. Τρώγεται με τα άλλα κόμματα για το ποιος είναι ο καλύτερος εφαρμοστής των Μνημονίων. Οκ. Το άλλο τμήμα έγινε αντικυβερνητικό κόμμα και συνέχισε να λειτουργεί, με υποτυπώδεις δημοκρατικές διαδικασίες, όπως λειτουργούσε σαν «τάση» του Συνασπισμού μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, με απώλειες κιόλας από τις πρόσκαιρες συμμαχίες με πρόσωπα εκτός της «τάσης», όπως ο Μανώλης Γλέζος, η Ζωή Κωνσταντοπούλου κ.ά.
Οι άλλες συνιστώσες υπέστησαν τις συνέπειες της προσκόλλησής τους στις δύο μεγάλες ομαδοποιήσεις του Συνασπισμού μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, άλλες με το 30% κι άλλες με το 70%. Στην πορεία μέχρι το τέλος του ΣΥΡΙΖΑ, αφομοιώθηκαν ή έχασαν μέρος από την όποια δυναμική τους και βρέθηκαν μάλλον στο περιθώριο.
Σήμερα, οι παλιές συνιστώσες δεν μπορούν να ξανασμίξουν με τον ίδιο τρόπο, ίσως και με κανένα τρόπο. Αρχικά έπαιξαν ένα σημαντικό ρόλο, αλλά φράκαραν μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ που οι ίδιες έφτιαξαν. Το αίσθημα αποτυχίας, η διαφορετική ερμηνεία του συμβάντος, η αυξημένη καχυποψία μεταξύ τους και η έλλειψη ουσιαστικής αυτοκριτικής απ’ όλους, συν την απομάκρυνση της κοινωνίας απ’ αυτές, έχουν ακυρώσει την πιθανότητα μιας δημιουργικής –εκ νέου- σύνθεσης.
Θα ήταν ίσως καλύτερα να διαλυθούν όλες για να ανασυγκροτηθεί ο χώρος με τη συμμετοχή των μελών τους σε ένα νέο κοινό εγχείρημα, μαζί με εκατοντάδες, ίσως χιλιάδες, προοδευτικούς πολίτες απ’ όλη τη χώρα, που ενεργοποιήθηκαν με τον ΣΥΡΙΖΑ και τσαλακώθηκαν άγαρμπα, αλλά θα τολμούσαν ξανά, χωρίς συνιστώσες, τάσεις και άλλες ομαδοποιήσεις που εξαντλήθηκαν μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ μέσα από μια παταγώδη αποτυχία. Αλλά ενώ αυτό δεν είναι πολύ πιθανό (να διαλυθούν), δεν αποκλείεται σε επίπεδο μελών και στελεχών που παραμένουν ή έχουν αποχωρήσει, μια νέα προσπάθεια να βρει απήχηση. Πάντως, δεν φαίνεται ακόμα τι θα ξεφυτρώσει από την κοινωνία. Κι αν το παλιό θα είναι καλό λίπασμα για το καινούργιο.
Σ’ αυτό το σημείο, ίσως θα πρέπει να επισημάνω ότι μικρή ή μεγάλη βλάβη από την τροπή των πραγμάτων έχουμε υποστεί όλοι μαζί κι ο καθένας ξεχωριστά. Ακόμα κι αυτοί που δεν συμμετείχαν στον ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα κι αυτοί που ήταν επικριτικοί στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στο βάθος-βάθος επιθυμούσαν να τα καταφέρει. Δεν είναι, λοιπόν, ούτε αυτό εύκολο.
Αλλά, η ιστορία δεν τελειώνει επειδή αποτύχαμε σ’ αυτό το εγχείρημα, ούτε τα προβλήματα της κοινωνίας και οι κίνδυνοι ξεχαρβαλώματος της χώρας έχουν πάψει να υπάρχουν. Άρα, αργά ή γρήγορα, η κοινωνία θα αναπτύξει τις δικές της δυναμικές για να επιβιώσει. Οπότε, νέα πεδία για παρέμβαση και δράση ανοίγονται.
Να ξαναβρούμε τις άκρες
Εξάλλου, δεν χάθηκαν όλες οι άκρες. Τα κοινωνικά εγχειρήματα που στραπατσαρίστηκαν και έχασαν ένα ισχυρό σύμμαχο, δεν έχασαν το λόγο ύπαρξή τους. Ούτε η κίνηση για το Ελληνικό, ούτε οι «χωρίς μεσάζοντες», ούτε οι πολίτες για το νερό, ούτε οι εθελοντές για ένα σωρό σκοπούς, ούτε οι καλλιτεχνικές ομάδες που είναι απλωμένες σε όλη τη χώρα κ.λπ., έπαψαν να κινητοποιούνται, έστω και με τη φόρα τους ελαττωμένη.
Να μην ξεχνάμε ότι η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ οφειλόταν σε πολλούς παράγοντες, αλλά ένας πολύ βασικός ήταν η ταύτιση του ΣΥΡΙΖΑ με τα πάσης φύσεως κινήματα πολιτών, ακόμα κι όταν αυτά αποκτούσαν μέσα από τη στρέβλωσή τους από τα ΜΜΕ αρνητικό πρόσημο. Γνωρίζουμε ότι στην πλειονότητά τους, τα κινήματα δεν είχαν δημιουργηθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ, ούτε ελέγχονταν από τον ΣΥΡΙΖΑ. Μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ απουσίαζε εντελώς και ηγετικά στελέχη του ήταν αδιάφορα έως συγκαλυμμένα αρνητικά απέναντι σε κάποια κινήματα. Όμως, τελικά, χάρη στην –συχνά με χρονοκαθυστέρηση- υιοθέτηση πολλών κινημάτων από τον ΣΥΡΙΖΑ, τη συμμετοχή μελών και υποστηρικτών του και, κυρίως, με την εμφάνιση του ΣΥΡΙΖΑ ως εμπνευστή και υποκινητή αυτών των κινημάτων από τα αντίπαλα κόμματα και τα ΜΜΕ, ταυτίστηκε στη συνείδηση του κόσμου ο ΣΥΡΙΖΑ με τα κινήματα και τους αγώνες τους. Και αυτός ο παράγοντας έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ από την κοινωνία για τον πρωταγωνιστικό ρόλο στη μάχη ανατροπής και εξόδου. Καθώς στην όξυνση της κρίσης και της αντιπαράθεσης δεν αρκούσαν τα λόγια για να πειστεί ο κόσμος, αλλά μετρούσαν περισσότερο τα έργα, η έμπρακτη απόδειξη -ότι εννοούμε ό,τι λέμε και πράττουμε αναλόγως, ήταν η συμβολή του φορέα στις κινητοποιήσεις, τις αντιδράσεις και τις εξεγέρσεις κατά των καταστροφικών πολιτικών που συνδέονταν με το Μνημόνιο και όχι μόνο, όπως οι Σκουριές στη Χαλκιδική, το Ελληνικό, τα διόδια κ.λπ.
Έπαιξαν, λοιπόν, καθοριστικό ρόλο στην άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ τα κινήματα πολιτών που δραστηριοποιούνταν όπου υπήρχε αδικία και βαναυσότητα. Με αυτά, συμμετείχε-δεν συμμετείχε, διαμορφώθηκε η μαχητική, αποφασιστική και συνεπής φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ που προσήλκυσε τους απογοητευμένους ψηφοφόρους και οπαδούς των άλλων κομμάτων.
Νέα ευκαιρία
Άρα, εάν ο συλλογισμός είναι σωστός, ένα σημαντικό σημείο επανεκκίνησης για ένα νέο υγιέστερο πολιτικό ρεύμα είναι η ενίσχυση και αναζωογόνηση των πάσης φύσεως κινημάτων και η δημιουργία νέων, σε όλα τα μέτωπα υπεράσπισης των θεσμών δημοκρατικού χαρακτήρα, των πολιτικών, εργασιακών και λοιπών δικαιωμάτων, της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας και της εθνικής κυριαρχίας και ύπαρξης. Μέσα απ’ αυτή την προσπάθεια θα αναδυθούν νέα πρόσωπα και νέες ομάδες και σταδιακά μπορεί να ξανακερδηθεί η εμπιστοσύνη της κοινωνίας.
Είναι βέβαιο ότι θα γίνουν διάφορες απόπειρες, από πάνω, για να δελεαστεί η κοινωνία και να κάνει νέες αναθέσεις σε επίδοξους εκφραστές της λαϊκής οργής και της ανάγκης πολιτικής έκφρασης. Αλλά τίποτα νέο, επαρκές και φερέγγυο δεν θα προκύψει χωρίς αληθινό ρίζωμα μέσα στην κοινωνία και χωρίς εχέγγυα για μια άλλη, πραγματικά εναλλακτική σε μορφή και περιεχόμενο οργάνωση του αγώνα.
Ίσως είναι τώρα η μεγάλη ευκαιρία να γεννηθεί κάτι νέο που δεν θα αποτελεί απομίμηση ή απλώς μια ψιλοβελτιωμένη εκδοχή του παλιού. Αλλά για να γίνει αυτό χρειάζεται μια βαθιά παραδοχή των σκάρτων σημείων του παλιού, καθώς και μια ειλικρινής και εμπεριστατωμένη αυτοκριτική του καθενός για το ρόλο του μέχρι σήμερα. Συν, μια έμπρακτη δέσμευση για κάτι πραγματικά διαφορετικό. Πράγμα καθόλου εύκολο. Γιατί η κοινωνία πιο δύσκολα θα εμπιστευτεί σήμερα πρόσωπα και συλλογικότητες μετά το φιάσκο του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά και γιατί κι εμείς δεν μπορούμε εύκολα να ξεφορτωθούμε το παλιό μας δέρμα. Όμως, δεν υπάρχει κι άλλος δρόμος.
Και για να είναι κάτι, μια προσπάθεια, ένα εγχείρημα, μία κίνηση, διαφορετική και εναλλακτική χρειάζεται τα συστατικά της στοιχεία, να είναι γνήσια. Δεν θέλει η κοινωνία άλλους φο αριστερούς! Αλλά για να είναι τα στοιχεία γνήσια, χρειάζεται επιτέλους να λειτουργήσει η εσωτερική δημοκρατία, που μόνο φραστικά ίσχυε και κακοποιήθηκε πάρα πολύ σαν έννοια και θεσμός στην Αριστερά και δη στον ΣΥΡΙΖΑ.
Επίσης, όλα τα αυτονόητα. Ανιδιοτέλεια, ακεραιότητα, αξιοκρατία, αξιοπρέπεια, θυσία, σθένος, συνέπεια, αλληλεγγύη και συλλογικότητα, δηλαδή στοιχεία που συνθέτουν το ηθικό και πνευματικό πλεονέκτημα που με την πλανερή αντίληψη ότι υπάρχει στους αριστερούς του ΣΥΡΙΖΑ, επηρέασε καθοριστικά τους πολίτες στην αριστερή στροφή τους, μέχρι να καταξεσχιστεί (το πλεονέκτημα αντί για το Μνημόνιο) και να υποβιβάσει την Αριστερά σε συνεργό στο έγκλημα. Είναι, όμως, αυτό εφικτό; Ή η παραδοσιακή έλλειψη δημοκρατίας και οι κακές συνήθειες είναι τόσο βαθιά ριζωμένες που ούτε να υιοθετηθούν, ούτε να ισχύσουν υπάρχει τρόπος και ελπίδα;
Από την υστέρηση στην επάρκεια
Τα παραπάνω περί δημοκρατίας, αυτοκριτικής, κινηματικής δράσης κ.λπ. είναι μερικά από τα βασικά και απαραίτητα γνωρίσματα για την Αριστερά του αύριο. Αλλά η υστέρηση για τη συγκρότηση μιας Αριστεράς με επάρκεια είναι πολύ μεγαλύτερη και ευρύτερη. Γι’ αυτό, ταυτόχρονα και επίμονα, για να ξεφύγει η Αριστερά από τη μετριότητα και την αναποτελεσματικότητα πρέπει να ενσκήψει πάνω σε όλα τα σοβαρά ζητήματα πολιτικής, όπως: ο συνδυασμός της πράξης με τη θεωρία, η ανάλυση του βίαια μεταβαλλόμενου χαρακτήρα της ελληνικής κοινωνίας, η κατανόηση των γεωπολιτικών παραμέτρων, η ύφανση ενός στοιχειώδους προγράμματος επιβίωσης μέσα στην κρίση και εξόδου απ’ το λάκκο με τις οχιές, ο τρόπος οργάνωσης και η φυσιογνωμία του πολιτικού ρεύματος που είναι το ζητούμενο, η ανάγνωση και ανατροπή των πολιτισμικών παραμέτρων της αντιδραστικής επικυριαρχίας, η διαμόρφωση ενός πολυεπίπεδου κοινωνικού μετώπου, ο καθορισμός άμεσων στόχων, αλλά και η χωρίς δισταγμούς πρόταξη ενός σοσιαλιστικού οράματος με βάση στη δικαιοσύνη, την ισότητα, την ελευθερία και τη δημοκρατία. Και βεβαίως, ο συγκερασμός της ταξικής πάλης με την πάλη για ανεξαρτησία και κυριαρχία, άνευ της οποίας κανένα μικρό ή μεγάλο σχέδιο δεν μπορεί να επιτευχθεί.
Το γεγονός ότι στον ΣΥΡΙΖΑ ήταν όλα χύμα δεν διευκόλυνε τη χάραξη μιας στρατηγικής ούτε την ορθή διαχείριση των τρεχόντων ζητημάτων. Με συνθήματα και επικοινωνιακές τρίπλες μπορείς να πάρεις ακόμα και την κυβέρνηση, αλλά το να κυβερνήσεις είναι μια άλλη υπόθεση. Και το να κυβερνήσεις κόντρα στις δυνάμεις του σκότους ακόμα πιο δύσκολο και απαιτητικό. Αυτό το «χύμα», σαν υπαρκτό γεγονός, αναμφίβολα υποβοηθάει τη διολίσθηση προς το μέρος των εχθρών. Όταν σου λείπουν όλοι οι στοιχειώδεις όροι για τη συγκρότηση μιας συμπαγούς πολιτικής οντότητας που διαθέτει επεξεργασμένη ανάλυση των πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών δεδομένων, όταν σου λείπει ένα βασικό σχέδιο κι όταν στερείσαι στόχου και οράματος, η ανάγκη για πολιτική επιβίωση σε σπρώχνει στην αγκαλιά του αντιπάλου που σου προσφέρει ένα επαχθές μεν πρόγραμμα, αλλά άμεσα εφαρμοστέο. Τότε, καθώς η πίεση εκτινάσσεται στα ύψη, χωρίς το υπόβαθρο για να αντέξεις τη ρήξη και να κάνεις βήματα αποφασιστικά στην αντίθετη κατεύθυνση, αναζητείς ό,τι πλασάρεται ως ρεαλιστικό για να διασωθείς. Και ενδίδεις. Κι όταν, όπως συνέβη στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ, έχεις ισχυρές δυνάμεις στο εσωτερικό σου που ρέπουν προς το συμβιβασμό και την ενσωμάτωση, κάτι σύνηθες στη σύγχρονη ευρωπαϊκή Αριστερά, η άνευ όρων παράδοση με αντιπαροχή την εγκατάσταση και το βόλεμα στην εξουσία που σου παραχωρείται με τους όρους και υπό την αυστηρή εποπτεία του αντιπάλου, είναι η ευκολότερη λύση. Μία «λύση» σε βάρος της Αριστεράς, της κοινωνίας, της χώρας, αλλά, πάντως, μία «λύση». Κι όσο διαλύεις τη χώρα, τόσο περισσότερο διατυμπανίζεις ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση, αφού ο ίδιος συμβάλλεις στην καταστροφή των προϋποθέσεων για λύση.
Ποιος φταίει
Εν ολίγοις, φάνηκε σε όλο της το μεγαλείο η ανεπάρκεια του συνόλου της Αριστεράς για την αντιμετώπιση πολύ κρίσιμων καταστάσεων και για την αξιοποίηση μιας μοναδικής, σπάνιας ευκαιρίας για τη διάνοιξη ενός νέου, άλλου δρόμου στην πορεία της χώρας και του λαού της.
Προς στιγμήν, φάνηκε φως. Αποκαλύφθηκε η δυνατότητα. Οι αντικειμενικές συνθήκες ήταν πρόσφορες. Ήταν, όμως, ο φορέας της αλλαγής ανεπαρκής ιδεολογικά, πολιτικά, πολιτισμικά και οργανωτικά. Και έμπαζε νερά. Η σύνθεση της σημερινής κυβέρνησης, με κάποιες εξαιρέσεις που ξάφνιασαν με την σύμπραξή τους, επιβεβαιώνει τους παραπάνω συλλογισμούς. Ποιοι, τελικά, είχαν την ηγεμονία μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ και πόσο αδύνατο ήταν να είχε συμβεί κάτι άλλο με τα μυαλά και την κουλτούρα που κουβαλάνε.
Και μόνο το γεγονός ότι οι παράγοντες αυτοί τρόμαξαν από τον εκκωφαντικό βρυχηθμό της κοινωνίας με το ΟΧΙ αντί να ακολουθήσουν το ορμητικό της ρεύμα, αποδεικνύει ότι είναι αριστεροί με την έννοια που έχει ο όρος στη Δύση όπου ο Ολάντ και ο Ομπάμα θεωρούνται αριστεροί. Αλλά αν είναι τέτοιου τύπου αριστεροί, τι έκαναν οι υπόλοιποι για να μην αλωθεί το κόμμα απ’ αυτούς;
Η Αριστερά έχοντας χάσει το τρένο της αναβάθμισής της και του καλώς εννοούμενου εκσυγχρονισμού της, έχασε και το τρένο μιας αναγκαίας για την επιβίωση του τόπου επανάστασης, όχι μεγάλης αλλά ουσιαστικής. Αναπαράγοντας τον εαυτό της μέσα στον μικρόκοσμό της, είτε έχοντας βαριά άγνοια ιστορική, πολιτική και πολιτισμική, είτε παρερμηνεύοντας τη συσσωρευμένη γνώση της ανθρωπότητας, διαβρώθηκε από τον φατριασμό, τη μυωπία, το ξέκομμα από την κοινωνία, τον ανέμπνευστο αυτοσχεδιασμό και εν τέλει το δέλεαρ της εξουσίας.
Γι’ αυτό δεν μας φταίει κανένας. Επειδή οι αριστερές ιδέες, από τις απλούστερες έως τις πιο προχωρημένες κομμουνιστικές, είναι εξαιρετικές σε αλήθεια και προοπτική, ρεαλιστικές και εναλλακτικές, φταίμε μόνο (ή έστω κυρίως) εμείς, οι αριστεροί, που δεν τις καταλαβαίνουμε και δεν μπορούμε να τις εφαρμόσουμε στην πράξη. Όλα τα άλλα είναι ευφυολογήματα και υπεκφυγές. Εξάλλου, ως γνωστόν, όσα δεν φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια.
Στέλιος Ελληνιάδης