Γιατί ο παγκόσμιος «συλλογικός τοκογλύφος» ρισκάρει μια οριστική ρήξη με την ηγεσία της Ευρωζώνης και εκβιάζει για τρίτο ελληνικό κούρεμα. Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Η εικόνα που παρουσίασαν προ λίγων ημερών οι κυρίες Λαγκάρντ και Μέρκελ ήταν χαρακτηριστική. Η επικεφαλής του ΔΝΤ διέσχισε τον Ατλαντικό και τη μισή Γηραιά Ήπειρο για ένα διαφημισμένο ραντεβού με τη Γερμανίδα καγκελάριο. Το ραντεβού κράτησε μια ώρα κι έληξε χωρίς δηλώσεις. Ούτε λέξη. Σπάνιο, αν όχι αδιανόητο, για τους λαλίστατους αξιωματούχους που έχουν επενδύσει ποταμούς δηλώσεων και αναλύσεων στη διαχείριση της ευρωπαϊκής κρίσης.
Αλλά, καμία έκπληξη. Ο κόσμος βοά εδώ και εβδομάδες ότι ανάμεσα στους «συνεταίρους» της κρίσης χρέους έχει επέλθει βαθύ ρήγμα. Το ρήγμα αυτό έχει δυο επίκεντρα: τη διαχείριση της ελληνικής κρίσης και τον τρόπο εμπλοκής του ΔΝΤ στη στήριξη των χωρών που θα προσφύγουν στο ευρωπαϊκό ταμείο ESM που ενεργοποιήθηκε πια και με γερμανική βούλα.
Η ηγεσία του ΔΝΤ έχει επισημοποιήσει πια την πίεσή της προς την ΕΚΤ, την Κομισιόν και τη γερμανική ηγεσία για επανεξέταση του ελληνικού προγράμματος χρηματοδότησης και την ανάγκη για νέο κούρεμα του χρέους ή για ισοδύναμες εναλλακτικές λύσεις. Η πίεση αυτή έχει γίνει αισθητή σε διάφορες αναφορές που διαρρέουν σε διεθνή πρακτορεία, αλλά και στη διαπραγμάτευση που γίνεται στην Ελλάδα μεταξύ τρόικας «εσωτερικού» και «εξωτερικού». Πολλοί διατυπώνουν απορία για το πώς συνδυάζονται οι δημόσιες διακηρύξεις του ΔΝΤ ότι πρέπει να μετριαστεί η δόση της λιτότητας στα προγράμματα δημοσιονομικής σταθεροποίησης, με τη στάση του εκπροσώπου του στην τρόικα, Πολ Τόμσεν, ο οποίος εμφανίζεται ως ο «Ταλιμπάν» της λιτότητας, απαιτώντας ακόμη και αυτόματες περικοπές μισθών και συντάξεων κάθε φορά που το πρόγραμμα πέφτει έξω. Στην πραγματικότητα ο κ. Τόμσεν χρησιμοποιεί τη διαπραγμάτευση με την ελληνική κυβέρνηση για να μεταδώσει το εξής απλό μήνυμα των προϊσταμένων του: όσα μέτρα περικοπών κι αν θεσπιστούν, όση λιτότητα κι αν επιβληθεί σε μισθωτούς και συνταξιούχους, το πρόγραμμα δεν βγαίνει, η ύφεση θα βαθύνει και το ελληνικό χρέος θα αποδειχθεί ακόμη πιο… αβίωτο. Όπερ μεθερμηνευόμενο, κουρέψτε κι άλλο το ελληνικό χρέος, που έτσι κι αλλιώς βρίσκεται στα χέρια του επίσημου τομέα, δηλαδή των κρατών και της ΕΚΤ.
Στην ουσία το ΔΝΤ με τη διφορούμενη τακτική του επιχειρεί να μπει σφήνα στη διελκυστίνδα που βρίσκεται ακόμη σε πλήρη εξέλιξη στη Γερμανία, ανάμεσα στη Μέρκελ και τους κυβερνητικούς της εταίρους, αλλά και εντός της οικονομικής ελίτ της χώρας. Η διελκυστίνδα αυτή δεν αφορά μόνο το ελληνικό ζήτημα, αλλά και το συνολικότερο μοντέλο διαχείρισης της Ευρωζώνης. Οι «ομόσταβλοι» εταίροι της Γερμανίδας καγκελαρίου θέλουν να περιορίσουν στο ελάχιστο το τίμημα που θα πληρώσουν για να τους παραδοθούν οι κρατικές κυριαρχίες της δημοσιονομικής και πολιτικής ενοποίησης της Ευρωζώνης. Οι πιο ακραίοι από αυτούς θα ήθελαν την πλήρη προστασία των γερμανικών πλεονεκτημάτων από την κρίση του Νότου, έστω κι αν αυτό απαιτούσε διάσπαση του ευρώ ή επιστροφή στο μάρκο. Με μεγαλύτερο ρεαλισμό η κ. Μέρκελ, που προς το παρόν είναι κυρίαρχη στην πολιτική κούρσα μέχρι τις εκλογές του επόμενου έτους, αντιλαμβάνεται ότι, με το 60% των γερμανικών εξαγωγών να πραγματοποιούνται στην Ευρωζώνη και την Ε.Ε., η κοινωνική καταστροφή που διασπείρεται στην ευρωπαϊκή περιφέρεια κάποια στιγμή θα επιστρέψει στο κατώφλι της καγκελαρίας. Άρα, είναι υποχρεωμένη να εξασφαλίσει έναν συμβιβασμό εντός της γερμανικής άρχουσας τάξης. Αλλά γι’ αυτόν χρειάζεται περισσότερο πολιτικό χρόνο. Χρόνο που είναι αμφίβολο αν τον αντέχουν η Ελλάδα, η Ισπανία ή η Ιταλία.
Το ΔΝΤ, εκπροσωπώντας σε μεγάλο βαθμό και την αμερικανική ηγεσία αλλά και τους αναπτυσσόμενους, που είναι πια ένα σημαντικό λόμπι χρηματοδοτών του, προσπαθεί να επιταχύνει αυτόν τον πολιτικό χρόνο. Θέλει ξεκαθάρισμα και για το ελληνικό ζήτημα και για τον τρόπο που το ίδιο θα εμπλακεί στα προγράμματα προσαρμογής των χωρών που θα προσφεύγουν στο ευρωπαϊκό Ταμείο διάσωσης, είτε για τα κράτη είτε για τις τράπεζές του. Βλέπει με μεγάλη συμπάθεια το σχέδιο Ντράγκι για υπό όρους παρέμβαση στην αγορά ομολόγων, αλλά εκνευρίζεται από τις αδιάκοπες υπονομεύσεις του, ιδιαίτερα από γερμανικής πλευράς. Έτσι, κατά κάποιο τρόπο ασκεί έναν εκβιασμό: ή οι Ευρωπαίοι ηγέτες αποσαφηνίζουν πλήρως πώς θα «δουλεύουν» οι περίπλοκοι μηχανισμοί που έχουν θεσπίσει ή το ίδιο αποχωρεί από την Ευρωζώνη, και ενδεχομένως και την Ελλάδα. Ένα πρώτο τεστ για την αποτελεσματικότητα αυτού του εκβιασμού θα αποτελέσει η επικείμενη σύνοδος κορυφής της Ε.Ε. στην οποία η ηγεσία του ΔΝΤ θα ήθελε να δει πιο αποφασιστικές κινήσεις για Ελλάδα, Ισπανία και Κύπρο: ολίγη επιμήκυνση και ίσως έναν προϊδεασμό για το τρίτο κούρεμα του ελληνικού χρέους και τις εναλλακτικές του.
Άρα; Το ΔΝΤ είναι… φίλος μας, όπως και οι Γερμανοί άλλωστε; Απλώς ο οργανισμός προσπαθεί να διαφυλάξει το κύρος του ως παγκόσμιος «συλλογικός τοκογλύφος» και ως εργαλείο αναδιάρθρωσης των οικονομιών για λογαριασμό των επιχειρηματικών ελίτ, πρωτίστως των τραπεζών. Το ΔΝΤ επιδιώκει μια πιο λελογισμένη χρήση της βραχυπρόθεσμης λιτότητας ώστε να μη διακυβεύονται οι μακροπρόθεσμες «μεταρρυθμίσεις» εις βάρος της μισθωτής εργασίας. Αν και βασικός εισηγητής των περισσότερων περικοπών που επιβάλλονται στην ελληνική και σε άλλες ευρωπαϊκές κοινωνίες, αντιλαμβάνεται την παταγώδη αποτυχία και τα αδιέξοδα των μονοδιάστατων συνταγών λιτότητας, και διαισθάνεται τον κίνδυνο να γίνει η Ευρωζώνη μια μαύρη τρύπα της παγκόσμιας οικονομίας που θα καταπιεί και το ίδιο.
Αλλά, καμία έκπληξη. Ο κόσμος βοά εδώ και εβδομάδες ότι ανάμεσα στους «συνεταίρους» της κρίσης χρέους έχει επέλθει βαθύ ρήγμα. Το ρήγμα αυτό έχει δυο επίκεντρα: τη διαχείριση της ελληνικής κρίσης και τον τρόπο εμπλοκής του ΔΝΤ στη στήριξη των χωρών που θα προσφύγουν στο ευρωπαϊκό ταμείο ESM που ενεργοποιήθηκε πια και με γερμανική βούλα.
Η ηγεσία του ΔΝΤ έχει επισημοποιήσει πια την πίεσή της προς την ΕΚΤ, την Κομισιόν και τη γερμανική ηγεσία για επανεξέταση του ελληνικού προγράμματος χρηματοδότησης και την ανάγκη για νέο κούρεμα του χρέους ή για ισοδύναμες εναλλακτικές λύσεις. Η πίεση αυτή έχει γίνει αισθητή σε διάφορες αναφορές που διαρρέουν σε διεθνή πρακτορεία, αλλά και στη διαπραγμάτευση που γίνεται στην Ελλάδα μεταξύ τρόικας «εσωτερικού» και «εξωτερικού». Πολλοί διατυπώνουν απορία για το πώς συνδυάζονται οι δημόσιες διακηρύξεις του ΔΝΤ ότι πρέπει να μετριαστεί η δόση της λιτότητας στα προγράμματα δημοσιονομικής σταθεροποίησης, με τη στάση του εκπροσώπου του στην τρόικα, Πολ Τόμσεν, ο οποίος εμφανίζεται ως ο «Ταλιμπάν» της λιτότητας, απαιτώντας ακόμη και αυτόματες περικοπές μισθών και συντάξεων κάθε φορά που το πρόγραμμα πέφτει έξω. Στην πραγματικότητα ο κ. Τόμσεν χρησιμοποιεί τη διαπραγμάτευση με την ελληνική κυβέρνηση για να μεταδώσει το εξής απλό μήνυμα των προϊσταμένων του: όσα μέτρα περικοπών κι αν θεσπιστούν, όση λιτότητα κι αν επιβληθεί σε μισθωτούς και συνταξιούχους, το πρόγραμμα δεν βγαίνει, η ύφεση θα βαθύνει και το ελληνικό χρέος θα αποδειχθεί ακόμη πιο… αβίωτο. Όπερ μεθερμηνευόμενο, κουρέψτε κι άλλο το ελληνικό χρέος, που έτσι κι αλλιώς βρίσκεται στα χέρια του επίσημου τομέα, δηλαδή των κρατών και της ΕΚΤ.
Στην ουσία το ΔΝΤ με τη διφορούμενη τακτική του επιχειρεί να μπει σφήνα στη διελκυστίνδα που βρίσκεται ακόμη σε πλήρη εξέλιξη στη Γερμανία, ανάμεσα στη Μέρκελ και τους κυβερνητικούς της εταίρους, αλλά και εντός της οικονομικής ελίτ της χώρας. Η διελκυστίνδα αυτή δεν αφορά μόνο το ελληνικό ζήτημα, αλλά και το συνολικότερο μοντέλο διαχείρισης της Ευρωζώνης. Οι «ομόσταβλοι» εταίροι της Γερμανίδας καγκελαρίου θέλουν να περιορίσουν στο ελάχιστο το τίμημα που θα πληρώσουν για να τους παραδοθούν οι κρατικές κυριαρχίες της δημοσιονομικής και πολιτικής ενοποίησης της Ευρωζώνης. Οι πιο ακραίοι από αυτούς θα ήθελαν την πλήρη προστασία των γερμανικών πλεονεκτημάτων από την κρίση του Νότου, έστω κι αν αυτό απαιτούσε διάσπαση του ευρώ ή επιστροφή στο μάρκο. Με μεγαλύτερο ρεαλισμό η κ. Μέρκελ, που προς το παρόν είναι κυρίαρχη στην πολιτική κούρσα μέχρι τις εκλογές του επόμενου έτους, αντιλαμβάνεται ότι, με το 60% των γερμανικών εξαγωγών να πραγματοποιούνται στην Ευρωζώνη και την Ε.Ε., η κοινωνική καταστροφή που διασπείρεται στην ευρωπαϊκή περιφέρεια κάποια στιγμή θα επιστρέψει στο κατώφλι της καγκελαρίας. Άρα, είναι υποχρεωμένη να εξασφαλίσει έναν συμβιβασμό εντός της γερμανικής άρχουσας τάξης. Αλλά γι’ αυτόν χρειάζεται περισσότερο πολιτικό χρόνο. Χρόνο που είναι αμφίβολο αν τον αντέχουν η Ελλάδα, η Ισπανία ή η Ιταλία.
Το ΔΝΤ, εκπροσωπώντας σε μεγάλο βαθμό και την αμερικανική ηγεσία αλλά και τους αναπτυσσόμενους, που είναι πια ένα σημαντικό λόμπι χρηματοδοτών του, προσπαθεί να επιταχύνει αυτόν τον πολιτικό χρόνο. Θέλει ξεκαθάρισμα και για το ελληνικό ζήτημα και για τον τρόπο που το ίδιο θα εμπλακεί στα προγράμματα προσαρμογής των χωρών που θα προσφεύγουν στο ευρωπαϊκό Ταμείο διάσωσης, είτε για τα κράτη είτε για τις τράπεζές του. Βλέπει με μεγάλη συμπάθεια το σχέδιο Ντράγκι για υπό όρους παρέμβαση στην αγορά ομολόγων, αλλά εκνευρίζεται από τις αδιάκοπες υπονομεύσεις του, ιδιαίτερα από γερμανικής πλευράς. Έτσι, κατά κάποιο τρόπο ασκεί έναν εκβιασμό: ή οι Ευρωπαίοι ηγέτες αποσαφηνίζουν πλήρως πώς θα «δουλεύουν» οι περίπλοκοι μηχανισμοί που έχουν θεσπίσει ή το ίδιο αποχωρεί από την Ευρωζώνη, και ενδεχομένως και την Ελλάδα. Ένα πρώτο τεστ για την αποτελεσματικότητα αυτού του εκβιασμού θα αποτελέσει η επικείμενη σύνοδος κορυφής της Ε.Ε. στην οποία η ηγεσία του ΔΝΤ θα ήθελε να δει πιο αποφασιστικές κινήσεις για Ελλάδα, Ισπανία και Κύπρο: ολίγη επιμήκυνση και ίσως έναν προϊδεασμό για το τρίτο κούρεμα του ελληνικού χρέους και τις εναλλακτικές του.
Άρα; Το ΔΝΤ είναι… φίλος μας, όπως και οι Γερμανοί άλλωστε; Απλώς ο οργανισμός προσπαθεί να διαφυλάξει το κύρος του ως παγκόσμιος «συλλογικός τοκογλύφος» και ως εργαλείο αναδιάρθρωσης των οικονομιών για λογαριασμό των επιχειρηματικών ελίτ, πρωτίστως των τραπεζών. Το ΔΝΤ επιδιώκει μια πιο λελογισμένη χρήση της βραχυπρόθεσμης λιτότητας ώστε να μη διακυβεύονται οι μακροπρόθεσμες «μεταρρυθμίσεις» εις βάρος της μισθωτής εργασίας. Αν και βασικός εισηγητής των περισσότερων περικοπών που επιβάλλονται στην ελληνική και σε άλλες ευρωπαϊκές κοινωνίες, αντιλαμβάνεται την παταγώδη αποτυχία και τα αδιέξοδα των μονοδιάστατων συνταγών λιτότητας, και διαισθάνεται τον κίνδυνο να γίνει η Ευρωζώνη μια μαύρη τρύπα της παγκόσμιας οικονομίας που θα καταπιεί και το ίδιο.
Σχόλια