Η περιοδεία Τραμπ δίνει δείγματα της νέας εποχής
Του Σπύρου Παναγιώτου
Τίποτα δεν είναι όπως πριν. Όσοι πίστευαν ότι μοναδικός κίνδυνος της περιοδείας Τραμπ είναι η απειρία και η πιθανότητα μιας μεγάλης γκάφας διαψεύστηκαν.
Η περιοδεία του Αμερικανού προέδρου σε Μ. Ανατολή και Ευρώπη ήταν η έμπρακτη απόδειξη, συμβολική – ρωτήστε τον Μαυροβούνιο πρωθυπουργό – αλλά και ουσιαστική, του νέους ύφους της πολιτικής με σύνθημα «πρώτα η Αμερική».
Η πολιτική, με επίκεντρο τα συμφέροντα της κάθε χωριστής ιμπεριαλιστικής δύναμης, επιστρέφει στη διεθνή σκηνή και σταδιακά απονομιμοποιεί τις «κοινές αξίες» της παγκοσμιοποίησης, ορθώνει περιορισμούς στην παντοδυναμία των αγορών και αμφισβητεί την αποσάθρωση της εθνικής – κρατικής εποπτείας, με στόχο να επιβληθούν όρια και επαναπροσδιορισμοί στην ανεξέλεγκτη κυριαρχία της χρηματιστικής οικονομίας.
Σε αυτό το πλαίσιο ο Αμερικάνος πρόεδρος δεν έκρυψε ούτε τις προθέσεις ούτε τα λόγια του.
Μηνύματα από την Ευρώπη με αποδέκτη τον πλανήτη
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ τίναξε στον αέρα την σύνοδο του G7 επισημαίνοντας ότι τα μεγάλα πλεονάσματα στο εξωτερικό εμπόριο της Γερμανίας δεν μπορούν να είναι ανεκτά για τις ΗΠΑ. Επανέφερε στις δηλώσεις του, ως απειλή προσωρινά, τον απαγορευμένο όρο του προστατευτισμού, τονίζοντας ότι οι ΗΠΑ έχουν συνέπειες (εξαγωγικό εμπορικό έλλειμμα) από την εφαρμογή μέτρων μη δίκαιης εμπορικής πρακτικής από την μεριά των πιο σημαντικών εμπορικών εταίρων τους στην Δύση, όπως η Γερμανία και η Κίνα. Η δήλωση αυτή του Τραμπ περιορίζει το όποιο πρακτικό ενδιαφέρον έχει η κοινή δέσμευση των Επτά να συμπεριληφθεί στο τελικό ανακοινωθέν της συνόδου η συνέχιση της μάχη κατά του εμπορικού προστατευτισμού. Τα νέα επεισόδια του οικονομικού πολέμου ΗΠΑ-Ε.Ε.-Κίνας κ.λπ. θα ακολουθήσουν πιο έντονα το επόμενο διάστημα.
Ο Τραμπ δήλωσε επιφυλάξεις και ανακοίνωσε την πρόθεση των ΗΠΑ να αποσυρθεί από τη διεθνή συμφωνία για την κλιματική αλλαγή, δηλώνοντας ότι αυτή θα επιβαρύνει το ΑΕΠ των ΗΠΑ κατά 2,5 τρισεκατομμύρια δολάρια στην επόμενη δεκαετία. Χαρακτηρίζει «φούσκα» τη συζήτηση για την κλιματική αλλαγή και ζητά μεγαλύτερο μερίδιο στην εμπορευματική παραγωγή στις ΗΠΑ χωρίς περιορισμούς.
Τέλος, η επιβεβαίωση του ενδιαφέροντος του Τραμπ για την ενίσχυση και τον επαναπροσδιορισμό των στόχων του ΝΑΤΟ στην νέα εποχή, τονίζει την πρόθεση των ΗΠΑ να παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο στα στρατηγικού ενδιαφέροντος για τα συμφέροντά τους γεωπολιτικά πεδία. Η ανάδειξη της τρομοκρατίας, και ιδιαίτερα του Ιράν, σαν υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνο, οι αναφορές στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας και στη Β. Κορέα και η στοχοποίηση της Ρωσίας σαν παράγοντα αστάθειας επιβεβαιώθηκαν, όπως απαίτησε ο Αμερικανός πρόεδρος, και στη σύνοδο των G7 και στην αντίστοιχη του ΝΑΤΟ που προηγήθηκε. Η υιοθέτηση των επιλογών των ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ συνοδεύτηκε από οξύτατη επίθεση κατά της πλειοψηφίας των κρατών μελών του που δεν αυξάνουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες και συνεχίζουν να χρωστούν τεράστια ποσά στη συμμαχία. Η δυσαρέσκεια των Γερμανών, των Γάλλων και λοιπών συμμάχων για το απαξιωτικό ύφος των δηλώσεων Τραμπ, δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα. Αντίθετα, ο Τραμπ αισθάνθηκε την άνεση να τους ειρωνευτεί με ανάρτηση στο twitter όπου αναφέρει ότι οι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ επιταχύνουν «σημαντικά» την καταβολή των οικονομικών υποχρεώσεών τους. «Τα χρήματα εισρέουν», έγραψε χαρακτηριστικά.
Αποτιμώντας την εννιαήμερη περιοδεία του, σε λόγο του σε στρατιωτική βάση της Σικελίας, σημείωσε με έμφαση την ουσία της πολιτικής του. «Ειρήνη δια της ισχύος. Αυτό θα έχουμε. Θα έχουμε πολλή ισχύ και πολλή ειρήνη», είπε. Και η ισχύς του Τραμπ επιβεβαιώθηκε με συμφωνίες ύψους 350-380 δισ. δολαρίων με την Σαουδική Αραβία, με ενίσχυση της συνεργασίας με αιχμή τη Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ κατά του Ιράν και ουσιαστικά κατά της Ρωσίας, με την επιβολή των όρων του σε ΝΑΤΟ και G7. Καθόλου ευκαταφρόνητο έργο, που αναμφισβήτητα θα παίξει ρόλο στο αυξανόμενο κύμα υπονόμευσης και αμφισβήτησης της εξουσίας του στις ΗΠΑ.
Ο πόλος της παγκοσμιοποίησης αναζητά διέξοδο
Η περιοδεία Τραμπ δεν αφήνει περιθώρια ψευδαισθήσεων στον πόλο της παγκοσμιοποίησης όσον αφορά στις προθέσεις της προεδρίας του.
Η Γερμανίδα καγκελάριος, στην οποία ο Ομπάμα παρέδωσε το δαχτυλίδι της ηγέτιδας του πόλου της παγκοσμιοποίησης, αισθάνθηκε την ανάγκη να στείλει ένα παγκόσμιο μήνυμα. «Η εποχή που μπορούσαμε να βασιζόμαστε πλήρως σε άλλους έχει ως έναν βαθμό παρέλθει…», δήλωσε σε προεκλογική εκδήλωση στο Μόναχο, μερικές μόλις ώρες μετά την ολοκλήρωση της Συνόδου του G7 στη Σικελία. Και συνέχισε με έμφαση: «Το έζησα αυτό τις τελευταίες ημέρες. Και γι’ αυτό μπορώ μόνο να πω ότι εμείς οι Ευρωπαίοι πρέπει πραγματικά να πάρουμε τις τύχες μας στα χέρια μας… να γνωρίζουμε ότι πρέπει να αγωνιστούμε μόνοι μας για το μέλλον μας, για τη μοίρα μας ως Ευρωπαίων».
Η δήλωση αυτή δεν γίνεται τυχαία. Δεν είναι ένα πυροτέχνημα στην καρδιά της προεκλογικής της εκστρατείας. Οι αντίστοιχες δηλώσεις του αντιπάλου της Σουλτς, ότι ο Τραμπ συνιστά «κίνδυνο για της δυτικές αξίες» πιστοποιούν ότι η Γερμανία συνολικά αντιλαμβάνεται πως η νέα καγκελαρία θα βρει τη Γερμανία σε μια διαφορετική στιγμή. Αντιλαμβάνεται ότι η παγκόσμια πολιτική μπαίνει σε νέους ατραπούς κι αυτό την αναγκάζει να προσδιορίσει τη στάση της χώρας με ορίζοντα δεκαετίας. Γνωρίζει ότι η χαμηλού κόστους παροχή στρατιωτικής προστασίας από τις ΗΠΑ οδεύει στο τέλος της. Αυτό θα έχει αναμφισβήτητα κόστος για την Γερμανία και την Ε.Ε. Γνωρίζει, ακόμα, ότι η επικείμενη αποχώρηση της Βρετανίας αυξάνει το πήχη των απαιτήσεων και των προσδοκιών για μια στιβαρή ηγεσία που θα απλώνεται και θα αφορά ολόκληρη την Γηραιά Ήπειρο. Η ανάληψη αυτών των προκλήσεων συνεπάγεται τεράστιες προκλήσεις στα πεδία της ασφάλειας, της άμυνας, των μυστικών υπηρεσιών και της εξωτερικής πολιτικής της Ε.Ε. Η εποχή της ανάθεσης αυτής της ευθύνης στις ΗΠΑ με απαίτηση μόνο ορισμένες και κατά την περίσταση «αντιπαροχές» έχει παρέλθει.
Η μετάβαση της Ε.Ε., από μια οικονομική ολοκλήρωση σε κάτι διαφορετικό, απαιτεί ριζικούς μετασχηματισμούς. Η εποχή του Σόιμπλε και των οικονομικών καταναγκασμών, με βάση έναν ιδιότυπο προτεσταντικό οικονομισμό, δίνει τη θέση της σε μια πολιτική συνεργασιών με επίκεντρο ένα νέο διευθυντήριο. Ο ρόλος της Γαλλίας γίνεται πλέον κρίσιμος. Και οι φιλοφρονήσεις προς τον Μακρόν δεν είναι τυχαίες. Το νέο διευθυντήριο δεν μπορεί να συνοψιστεί μόνο στα πλαίσια μιας επανασυγκόλλησης του Γαλλο-Γερμανικού άξονα. Ρόλος θα πρέπει να αναγνωριστεί και σε Ιταλία και Ισπανία, τις λεγόμενες ισχυρές οικονομικές δυνάμεις της Ε.Ε., ως στοιχειώδης προϋπόθεση επιτυχίας του εγχειρήματος.
Βέβαια, ένας τέτοιος διακανονισμός δεν αφήνει κανένα περιθώριο χαλάρωσης της στάσης του νέου διευθυντηρίου σε βάρος των «παριών» του ευρωπαϊκού Νότου. Χώρες σαν την Ελλάδα, την Πορτογαλία κ.λπ., για να επιβιώσουν στη νέα ευρωπαϊκή δομή, θα πρέπει να αποδεχθούν πλήρως το ρόλο τους σαν εργαστήριο δοκιμών οικονομικών και κοινωνικών πειραματισμών μεγάλης κλίμακας, θα πρέπει να υποταχτούν στην μοίρα τους ως αποικίες χρέους.
Οι στοιχειώδεις προγραμματισμοί και σχεδιασμοί γύρω από αυτά τα μεγάλα επίδικα έχουν ήδη προετοιμαστεί. Οι αναφορές, στον πρόσφατο γιορτασμό των 70 χρόνων από την δημιουργία της Ε.Ε., για ενδυνάμωση της στρατιωτικής συνεργασίας μεταξύ των χωρών μελών, το σχέδιο ανάδειξης της Ε.Ε. σε ισχυρό «διεθνή πάροχο ασφάλειας» με έντονη αυτοτελή στρατιωτική παρουσία όπου διακυβεύονται συμφέροντά της, αποτελούν δείγματα των νέων προσανατολισμών. Δίπλα σε αυτά, πρέπει να αναζητηθούν τα όρια και οι όροι οικονομικής συνεργασίας και ανταγωνισμού με την Κίνα, τη στιγμή, μάλιστα, που η τελευταία στοχοποιείται από την πολιτική Τραμπ. Και ακόμα να κλείσουν τα διχαστικά μέτωπα μέσα στην Ε.Ε., όχι μόνο με τις χώρες του Βίσεγκραντ που διαφοροποιούνται στα θέματα της μεταναστευτικής πολιτικής, αλλά και με Πολωνία και Ρουμανία που όλο και πιο πολύ στρέφονται προς την αμερικάνικη επιρροή.
Έργο καθόλου εύκολο…