Από το «13ο Υπόγειο» στο «Φετίχ», στους «Αισιόδοξους», στο «Μαύρο φυλαχτό» και στον «Γιο μας». Και τώρα ο Βαγγέλης Μπέκας με το νέο του μυθιστόρημα «Παγωμένα πέλματα» που κυκλοφορεί σε λίγες μέρες από τις εκδόσεις Ψυχογιός έρχεται να επιβεβαιώσει αυτό που είχε διαφανεί από το πρώτο του βιβλίο: Είναι ένας συγγραφέας με ταλέντο να αφηγείται ιστορίες που σε κάνει να μην μπορείς να αφήσεις το βιβλίο από τα χέρια σου, ενώ παράλληλα πηγαίνει στο βάθος των καταστάσεων και των χαρακτήρων.
Τα βιβλία του έχουν πάντοτε και μια πολιτική διάσταση, όχι με την έννοια της «στρατευμένης» λογοτεχνίας αλλά του ανθρώπου που ξέρει πως τα γεγονότα δεν συμβαίνουν σε κάποιο ανύπαρκτο «κοινωνικό κενό».
Τίποτε δεν μένει εκτός βολής. Και πολύ εύστοχα στο τελευταίο του μυθιστόρημα δείχνει τη διαπλοκή των ανθρώπων της νύχτας, των Μέσων Ενημέρωσης, της πολιτικής εξουσίας και της αστυνομίας. Είναι μια κατάσταση που ζούμε με κραυγαλέο τρόπο στην Ελλάδα και ο Μπέκας έχει την τόλμη να μας το δείξει.
Το αστυνομικό μυθιστόρημα ως είδος, πολύ συχνά έχει βρεθεί στην πρωτοπορία της ανάδειξης της σκοτεινή πλευράς της κοινωνίας. Οι εγκληματίες, τουλάχιστον αυτοί που κινούν τα νήματα είναι στην πλευρά της εξουσίας. Τους περιθάλπει, τη στηρίζουν και ενίοτε συμμετέχει στη νομή των κερδών…
Δεν είναι τυχαία και η επιλογή των δυο βασικών ηρώων. Του Θωμά, απολυμένου δημοσιογράφου που αναγκάζεται να γίνει ένα είδος ντετέκτιβ και της Σοφίας, μιας νέας αστυνομικού που αντιμετωπίζει άθλια σεξιστική συμπεριφορά, ενώ οι ανώτεροί της βάζουν κάθε εμπόδιο στις έρευνές της. Λογικό: Αν το σκαλίσεις θα φτάσεις σε αυτούς τους ίδιους!
Η ιστορία ξεκινά με ένα κορίτσι που έχει κρεμαστεί. Είναι άραγε αυτοκτονία ή δολοφονία; Τι κρύβεται πίσω από το δράμα;
Ο συγγραφέας με αφηγήσεις από διαφορετικές οπτικές γωνίες και πρόσωπα σχηματίζει σιγά σιγά συνθέτοντας τα κομμάτια ενός παζλ, πηγαίνοντας μπρος πίσω στον χρόνο, μια ολοκληρωμένη εικόνα που η τελευταία της ψηφίδα θα φανερωθεί στο τέλος του βιβλίου.
Το κακό όταν γράφεις για ένα αστυνομικό μυθιστόρημα είναι που δεν μπορείς να μιλήσεις για το πώς τελειώνει. Κι όμως εκεί βρίσκεται η ουσία. Ποια τύχη επιφυλάσσει ο συγγραφέας στους ήρωές του; Θα θριαμβεύσει η δικαιοσύνη ή το σκοτάδι;
Αν δεν μπορείς να μιλήσεις γι’ αυτά ο λόγος σου μένει μισός. Ωστόσο η λύση είναι να παρακινήσεις να διαβαστεί το βιβλίο.
Υπό μία έννοια το αστυνομικό ακολουθεί τον δρόμο του Αριστοτέλη, δεν βλέπω κάτι κακό σε αυτό. Αρκεί οι νέοι να έχουν καταλάβει ότι η μήτρα αυτού που κακώς λέμε αστυνομικό (στο εξωτερικό το λένε crime fiction) είναι ο Οιδίποδας και ο Άμλετ, όχι ο Νέσμπο
Μετά τα μυθιστορήματα «Ο γιος μας» και «Μαύρο» Φυλαχτό επιστρέφεις και πάλι στην Αθήνα που είναι ο τόπος όπου ξετυλίγεται η καινούργια σου ιστορία. Γιατί αυτή η επιστροφή;
Ίσως με το «Μαύρο φυλαχτό» και τον «Γιο μας» πήρα φόρα από μακριά, ώστε να γράψω για το «εδώ και τώρα» της κοινωνίας μας. Νομίζω ότι τα «Παγωμένα πέλματα» είναι ένα μυθιστόρημα σύγχρονο, φρέσκο, ζωντανό, γράφοντάς το, πραγματικά, το απόλαυσα. Ελπίζω να το απολαύσουν και οι αναγνώστες. Διαδραματίζεται στην Αθήνα και τον Πειραιά. Το λιμάνι και η θάλασσα παίζουν κομβικό ρόλο στην ιστορία. Σε κάθε περίπτωση, όλα τα μυθιστορήματά μου είναι διαφορετικές εκδοχές του νέο-νουάρ. Το έγκλημα κινητοποιεί την πλοκή και οι ήρωες ακολουθούν το υπαρξιακό τους ταξίδι.
Επέλεξες την αφήγηση μέσα από την οπτική διαφορετικών προσώπων. Τι προσφέρει περισσότερο σε ένα αστυνομικό μυθιστόρημα αυτή η τεχνική;
Η αφήγηση της Σοφίας εμπνέεται από το σκανδιναβικό αστυνομικό θρίλερ, η αφήγηση του Θωμά από το νεο-νουάρ της Μεσογείου. Αναπόφευκτα η σχέση τους είναι μια πυριτιδαποθήκη. Ακολουθώντας τις αφηγήσεις τους, η πλοκή ορίζεται με διαλεκτική. Κι όσο για τις δύο ακόμα αφηγηματικές πορείες, που είναι σαφώς δευτερεύουσες και συμπληρωματικές, μου δίνουν τη δυνατότητα να εναλλάσσω μυστήριο και σασπένς, παίζοντας με τον Χάμετ και τον Χίτσκοκ. Αυτή η τεχνική είναι δύσκολη, αλλά έχει δυναμισμό. Αν πετύχει, γίνεσαι μαέστρος με το φως και το σκοτάδι της πλοκής και των χαρακτήρων, κι αυτό είναι μεγάλο στοίχημα στη μυθοπλασία. Ειδικά στα αστυνομικά.
Τα μυθιστορήματά σου έχουν έντονο κινηματογραφικό χαρακτήρα. Θα έβλεπες τη μεταφορά τους σε κάποια ταινία ή σειρά;
Ζούμε την εποχή που οι τέχνες αλληλοεπιδρούν η μια με την άλλη, τι πιο φυσιολογικό την εποχή της 4ης βιομηχανικής επανάστασης και των κοινωνικών δικτύων. Υπό αυτή την έννοια έχω σαφώς επηρεαστεί από τις σύγχρονες σειρές λίγων επεισοδίων και ευελπιστώ το βιβλίο μου να φτάσει στη μικρή οθόνη.
Το αστυνομικό μυθιστόρημα έχει γίνει κάπως μόδα και κάμποσοι σπεύδουν να γράψουν και κάτι σε… «αστυνομικό». Πώς κρίνεις αυτή την τάση;
Ο Αριστοτέλης έλεγε ότι το σημαντικότερο στοιχείο της τραγωδίας είναι η πλοκή. Ο μοντερνισμός μάς πέρασε στην άλλη άκρη. Υπό μία έννοια το αστυνομικό ακολουθεί τον δρόμο του Αριστοτέλη, δεν βλέπω κάτι κακό σε αυτό. Αρκεί οι νέοι να έχουν καταλάβει ότι η μήτρα αυτού που κακώς λέμε αστυνομικό (στο εξωτερικό το λένε crime fiction) είναι ο Οιδίποδας και ο Άμλετ, όχι ο Νέσμπο.
Θα μπορούσες να μας πεις κάποια πράγματα και για την Ελληνική Λέσχη Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας της οποίας είσαι μέλος;
Η Λέσχη απαρτίζεται από συγγραφείς και φίλους της crime λογοτεχνίας, με στόχο την ανάδειξη του είδους. Δημιουργήθηκε πριν δέκα περίπου χρόνια από τις «παλιές καραβάνες» της αστυνομική λογοτεχνίας στη χώρα μας, όπως είναι ο Φιλίππου, ο Αποστολίδης, ο Γκάκας, η Δανέλη, η Κακούρη, ο Καλφόπουλος, ο Μιχαηλίδης, ο Μαμαλούκας, ο Πιμπλής, ο Πανούσης και άλλοι σημαντικοί. Εγώ ανήκω στα νεότερα μέλη.
Το μυθιστόρημα του Βαγγέλη Μπέκα κυκλοφορεί στις 9 Ιουνίου στα βιβλιοπωλεία. Πρώτη παρουσίαση θα γίνει την ίδια μέρα στο Omikron2 στο Γκάζι στις 7:30μμ