Πρόσφατα ο Έλληνας πρωθυπουργός φωτογραφιζόταν χαρούμενος με τον μεσσία της ελευθερίας της ανάπτυξης, της παραγωγής και του υγιούς ανταγωνισμού γενικό γραμματέα του ΟΟΣΑ.
Κρατούσαν στα χέρια τους φιλελεύθερο ευαγγέλιο, η σύνταξη του οποίου συγχρηματοδοτήθηκε από την Ελλάδα και την Ε.Ε., το οποίο ήταν μελέτη του ΟΟΣΑ που αφορά την αξιολόγηση του ανταγωνισμού στην Ελλάδα και μια κριτική της υπάρχουσας νομοθεσίας, καθώς και προτάσεις τροποποίησής της για τις περιπτώσεις που αυτή λειτουργεί παρεμποδιστικά για τον ανταγωνισμό, διατηρώντας σε υψηλά επίπεδα τις τιμές, με αποτέλεσμα την απώλεια της καταναλωτικής μας ευημερίας.
Η παραπάνω μελέτη εξειδικεύεται σε τομείς της οικονομικής δραστηριότητας όπως είναι το λιανικό εμπόριο, η οικοδομή, ο τουρισμός αλλά και τα τρόφιμα. Σίγουρα η ανάλυση που γίνεται για όλους τους παραπάνω τομείς έχει μεγάλη σημασία, διότι το πιθανότερο είναι ότι οι εγχώριοι υπηρέτες του νεοφιλελευθερισμού θα σπεύσουν να υλοποιήσουν στα μέγιστα τις θεόσταλτες προτάσεις ενός «τρίτου ματιού» όπως είναι ο ΟΟΣΑ, ο οποίος με «ψύχραιμη και ουδέτερη ματιά» μπορεί να διακρίνει τις ακόμη υπάρχουσες αδυναμίες, της ωριμάζουσας νεοφιλελεύθερης μπανανίας που λέγεται Ελλάδα.
Όμως ο τομέας των τροφίμων, τόσο όσον αφορά την παραγωγή τους όσο και την διακίνησή τους, έχει μια ιδιαίτερη σημασία διότι σχετίζεται άμεσα με την αγροτική παραγωγή, τη διατροφική ασφάλεια αλλά και με την υγεία των καταναλωτών. Οι κυριότεροι τομείς στους οποίους εστιάζεται η μελέτη είναι τα γαλακτοκομικά προϊόντα, το ψωμί, η επεξεργασία κρέατος, θέματα εμπορίας ελαιολάδου και φυτικών ελαίων αλλά γίνονται και παρατηρήσεις στον Κώδικα Τροφίμων και Ποτών.
Βέβαια, στη μελέτη δεν γίνεται καμία αναφορά, για παράδειγμα για τον κλαδικό τομέα των οπωροκηπευτικών, παρ’ όλο που στον αντίστοιχο χρόνο έκδοσης της μελέτης του ΟΟΣΑ κυκλοφόρησε από την Επιτροπή Ανταγωνισμού (η οποία υποστήριξε την υλοποίηση της μελέτης του ΟΟΣΑ) ειδική κλαδική έρευνα, σκοπός της οποίας ήταν η διερεύνηση των συνθηκών ανταγωνισμού στην παραγωγή, εμπορία, διανομή και λιανική πώληση νωπών οπωροκηπευτικών. Ας σημειωθεί ότι τα βασικά συμπέρασμα της Επιτροπής Ανταγωνισμού είναι ότι ο ρόλος των χονδρεμπόρων στην εφοδιαστική αλυσίδα παραμένει ισχυρός, στη λιανική πώληση των οπωροκηπευτικών ενισχύονται διαχρονικά τα σούπερ μάρκετ, ενώ οι τιμές των οπωροκηπευτικών παρουσιάζουν διαρκή αύξηση. Τα συγκεκριμένα ζητήματα δεν θίγονται στη μελέτη του ΟΟΣΑ, ενώ ο υπουργός Ανάπτυξης έσπευσε να προπαγανδίσει τα συμπεράσματά της. Στη δημοκρατία μπορούν να έχουν λόγο όλοι και η πολιτική δύναται να κωφεύει επιλεκτικά.
Από το περιεχόμενο της μελέτης, μεγάλη δημοσιότητα έλαβαν οι προτάσεις που αφορούν το παστεριωμένο γάλα και συγκεκριμένα την άρση της παρεμποδιστικής διάταξης που ορίζει πέντε ημέρες διάρκεια ζωής για τον συγκεκριμένο τύπο προϊόντος, με βάση πρακτικές που εφαρμόζονται στην υπόλοιπη Ευρώπη. Σίγουρα το θέμα είναι πάρα πολύ σοβαρό, διότι αν εφαρμοστούν οι προτάσεις του ΟΟΣΑ για την εμπορία του γάλακτος, οι συνέπειες για τους Έλληνες κτηνοτρόφους θα είναι καταστροφικές αφού θα διαμορφωθεί ένα περιβάλλον που θα ευνοεί τις αθρόες εισαγωγές γάλακτος.
Νέες προδιαγραφές
Πέρα όμως από τον τομέα της εμπορίας του γάλακτος, είναι άκρως ανησυχητικό το πλαίσιο στη βάση του οποίου προτείνονται αλλαγές για μια σειρά προϊόντων, οι οποίες θα διαμορφώσουν ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον στον τομέα των τροφίμων και την αντίληψή μας γι’ αυτά. Προτείνεται η τροποποίηση των προδιαγραφών που υπάρχουν για την παραγωγή ορισμένων γαλακτοκομικών προϊόντων (γιαούρτι, ρυζόγαλο, κρέμα), ενώ επίσης προτείνεται και η δυνατότητα κυκλοφορίας μειγμάτων φυτικών ελαίων. Μάλιστα, το τελευταίο δικαιολογείται με βάση σχετικούς κανονισμούς της Ε.Ε. και παραδείγματα από άλλες ευρωπαϊκές ελαιοπαραγωγικές χώρες (π.χ. Ισπανία), ενώ η ακόμη πιο ευφάνταστη μα και συνάμα χυδαία αιτιολόγηση είναι ότι κατά την περίοδο της οικονομικής ύφεσης, στην Ελλάδα έχει μειωθεί η κατανάλωση του ελαιολάδου (λόγω της υψηλότερης τιμής του σε σχέση με άλλα υποκατάστατά του) και έτσι η μείξη του με άλλα υποδεέστερα φυτικά έλαια, θα δημιουργήσει νέα προϊόντα, φθηνότερα για τον καταναλωτή, προωθώντας την κατανάλωση ελαιολάδου με ένα φθηνότερο τρόπο εν μέσω της οικονομικής ύφεσης. Αφού σας φτωχοποιούμε, σας δίνουμε τη δυνατότητα να καταναλώνετε μικρότερης αξίας τρόφιμα, εξασφαλίζοντας τα κέρδη μας!
Ακόμη περισσότερο ανησυχητική όμως είναι η πρόταση του ΟΟΣΑ όσον αφορά τον Κώδικα Τροφίμων και Ποτών. Προτείνεται, λοιπόν, η αντικατάστασή του από έναν Κώδικα Βέλτιστων Πρακτικών ο οποίος θα διαμορφώνεται με τη συμμετοχή των βιομηχανιών τροφίμων, δίνοντας κατευθυντήριες γραμμές για τους παραγωγούς. Κάτι τέτοιο θα επιφέρει τεράστιες αλλαγές στην παραγωγή και στην κατανάλωση των τροφίμων.
Τα τρόφιμα δεν είναι μόνο οικονομική αξία
Η επιθυμία, το ενδιαφέρον του καταναλωτικού κοινού για ένα τρόφιμο διαμορφώνεται πολυπαραμετρικά. Τα τρόφιμα είναι αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης έμβιων οργανισμών (φυτά, ζώα, μικροοργανισμοί κ.λπ.) με το φυσικό περιβάλλον (έδαφος, νερό, κλίμα) και χαρακτηρίζονται από μεγάλη διαφοροποίηση στα οργανοληπτικά τους χαρακτηριστικά. Είναι αποτέλεσμα διαφορετικών συνηθειών και πρακτικών των παραγωγών, οι οποίες μεταβάλλονται από περιοχή σε περιοχή, αποτελούν συνέχεια και εξέλιξη της έμπνευσης των ανθρώπων από το παρελθόν και γι’ αυτό τα τρόφιμα συνδέονται άμεσα με τη λαογραφία, τον πολιτισμό ακόμα και την ιστορία μιας ολόκληρης χώρας. Δηλαδή, αποτελούν στοιχείο της συλλογικής συνείδησης και γι’ αυτό ορισμένα από αυτά έχουν και ιδιαίτερη διατροφική αξία για τον πληθυσμό.
Με βάση τα παραπάνω, το κράτος, ως ένας μηχανισμός στον οποίο αντικατοπτρίζονται οι δυνατότητες αλλά και οι ανάγκες της κοινωνίας, έχει θέσει ορισμένους βασικούς κανόνες που αφορούν την παραγωγή αλλά και την εμπορία των τροφίμων. Αυτό ακριβώς έρχονται να ανατρέψουν οι προτάσεις της μελέτης του ΟΟΣΑ. Οι κανόνες δεν θα διαμορφώνονται με βάση τη συλλογική ανάγκη και συνείδηση, αλλά με τις ανάγκες της βιομηχανίας τροφίμων (δηλαδή το κέρδος) και στη βάση αυτή θα διαμορφώνεται και η συλλογική αντίληψη και συνείδηση.
Ας πάρουμε για παράδειγμα το γιαούρτι, η παρασκευή του οποίου με τα υπάρχοντα θεσμικά δεδομένα απαιτεί κάποιες συγκεκριμένες προδιαγραφές, η απόκλιση από τις οποίες έχει ως αποτέλεσμα το προϊόν να αποτελεί επιδόρπιο γιαουρτιού πράγμα με το οποίο η μελέτη διαφωνεί. Διότι ο όρος επιδόρπιο γιαουρτιού υποδηλώνει για τον καταναλωτή μια άλλη διατροφική αξία, σε σχέση με το γιαούρτι, με αποτέλεσμα να στρεβλώνεται ο ανταγωνισμός. Σε αυτό το σημείο πραγματικά η μελέτη του ΟΟΣΑ δεν έχει άδικο. Είναι άλλη η διατροφική αξία του γιαουρτιού και άλλη αυτή του επιδόρπιου γιαουρτιού. Και δεν μιλάμε για τη βιολογική αξία (τίθεται βέβαια και αυτή υπό ένα ερώτημα) αλλά για τη διατροφική με βάση τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του προϊόντος. Γιατί, πολύ απλά, όσο παρεμβαίνεις περισσότερο σε μια αρχική συνταγή τόσο τροποποιείται το παρασκεύασμα σε σχέση με αυτό που θα δημιουργείτο χωρίς καμία παρέμβαση. Και μάλιστα η μελέτη του ΟΟΣΑ απαιτεί αυτό το τροποποιημένο προϊόν να έχει τον ίδιο τίτλο με το μη τροποποιημένο. Γιαούρτι φτιαγμένο χρησιμοποιώντας νωπό γάλα αλλά και γιαούρτι χρησιμοποιώντας πρωτεΐνη γάλακτος αλλά και πρόσθετα συστατικά. Μα η τεχνολογία μας δίνει την δυνατότητα γιατί να μην την εκμεταλλευτούμε;…
Εδώ, ακριβώς, υπάρχει μια συγκαλυμμένη απάτη. Χρησιμοποιώ μια αξία αρχική (π.χ. γιαούρτι) με ορισμένα χαρακτηριστικά, παρεμβαίνω σε αυτά απαξιώνοντας την αρχική αξία και δημιουργώντας μια νέα μικρότερη (για τον απλούστατο λόγο ότι τα χαρακτηριστικά της είναι υποδεέστερα και φθηνότερα), αλλά για να την αγοράσει το καταναλωτικό κοινό συνεχίζω και διατηρώ το όνομα της αρχικής αξίας. Έτσι, όμως, σιγά-σιγά γίνεται και μια στρέβλωση στο πώς γίνεται αντιληπτή η αρχική αξία στη συλλογική συνείδηση της κοινωνίας. Αυτή μαθαίνει να αντιλαμβάνεται ως γιαούρτι και το παρασκεύασμα στο οποίο έχει χρησιμοποιηθεί πρωτεΐνη γάλακτος.
Είναι χαρακτηριστική η προτροπή της μελέτης του ΟΟΣΑ σε σχέση με την αντικατάσταση του Κώδικα Τροφίμων και Ποτών με τον Κώδικα Βέλτιστων Πρακτικών και τον τρόπο της σύνταξής του. Τα τρόφιμα αντιμετωπίζονται ως παρασκευάσματα που είναι αποτέλεσμα των πρακτικών της βιομηχανίας τροφίμων με βάση τις τεχνολογικές της δυνατότητες. Μια πολύ σημαντική συμπλήρωση θα ήταν στη σύνταξη του κώδικα αυτού να συμμετέχουν εκτός από εκπροσώπους της βιομηχανίας τροφίμων και άλλοι από τους τομείς της Λαογραφίας, της Ηθικής και της Φιλοσοφίας, της Κοινωνιολογίας αλλά και από ομάδες του καταναλωτικού κοινού. Διότι κατά την υλοποίηση οποιουδήποτε ανθρώπινου εγχειρήματος το πρώτο ερώτημα που πρέπει να απαντάται δεν είναι το πώς αυτό θα γίνει τεχνικά, αλλά εάν θα πρέπει να γίνει. Και αυτό απαιτεί αξίες.
Η Αριστερά είτε ως κυβέρνηση, είτε ως λαϊκή εξουσία, είτε με οποιονδήποτε τρόπο το φαντάζεται κάποιος, αυτό που πρέπει να κάνει είναι να διασώσει τις υπάρχουσες αξίες που αμφισβητούνται και να επαναθέσει την αξία ως προτεραιότητα και κινητήριο μοχλό της ανθρώπινης πράξης, σε αντικατάσταση αυτής του κέρδους, τακτική η οποία έχει δημιουργήσει την επικινδυνότητα της εποχής που ζούμε.
Φώτης Γεωργούλιας, γεωπόνος