Άλυτοι γρίφοι και περιπλοκές στο τοπίο της Μέσης Ανατολής
του Σπύρου Παναγιώτου
Η ανακωχή που εξήγγειλε ο Πούτιν, με εγγυητές της κατάπαυσης πυρός τη Ρωσία, το Ιράν και την Τουρκία, στα μέτωπα της Συρίας είναι η τρίτη που ανακοινώθηκε το 2016. Οι δύο προηγούμενες, – αποτέλεσμα συμφωνιών μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας – όχι απλά κράτησαν λίγο, αλλά τις διαδέχθηκε ένα μεγαλύτερο κύμα βίας και φονικών μαχών μεταξύ των εμπλεκομένων.
Η νέα εκεχειρία έχει βέβαια μια πρωτοτυπία, η σημασία της οποίας στη δυναμική και το μέλλον της μένει να αποσαφηνισθεί. Υπογράφτηκε ανάμεσα στο καθεστώς Άσαντ και όλες τις ένοπλες δυνάμεις που δρουν στη Συρία (με εξαίρεση βέβαια το Ισλαμικό Κράτος και την Αλ Νούρσα, σύμμαχο του ISIS και παρακλάδι της Αλ Κάιντα) χωρίς την παρουσία και τη συμβολή των ΗΠΑ. Ακόμα και στη διεθνή συνάντηση για επανέναρξη των συνομιλιών πολιτικής επίλυσης της συριακής κρίσης που έχει προγραμματισθεί να γίνει στην Αστάνα, πρωτεύουσα του Καζακστάν, έχουν κληθεί να μετάσχουν εκτός από τις τρεις εγγυήτριες δυνάμεις, η Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος, το Κατάρ και η Ιορδανία, αλλά όχι οι ΗΠΑ.
Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών αρκέστηκε να ενημερώσει του Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, το οποίο ενέκρινε την εκεχειρία και να δηλώσει ότι ελπίζει πως «όταν η κυβέρνηση του Ντ. Τραμπ αναλάβει τα καθήκοντά της, θα μπορέσει να συνδράμει και αυτή στην προσπάθεια για την επίτευξη αυτού του στόχου σε φιλικό και συλλογικό πνεύμα». Το σημαντικό στη δήλωση Λαβρόφ δεν είναι η (ειρωνική) παράκαμψη της διοίκησης Ομπάμα, αλλά η υπογράμμιση της συμβολής της κυβέρνησης Τραμπ «σε φιλικό και συλλογικό πνεύμα» που υποσημειώνει ότι όροι της μελλοντικής λύσης θα υπαγορεύονται από τους όρους της τρέχουσας συμφωνίας.
Κερδισμένοι και χαμένοι της συγκυρίας
Η Ρωσία αποτελεί τον προσωρινό μεγάλο νικητή της συριακής κρίσης. Κατάφερε σε σύντομο χρονικό διάστημα όχι μόνο να προστατεύσει το καθεστώς Άσαντ από την τύχη που επιφυλάχθηκε στον Σαντάμ του Ιράκ και τον Καντάφι της Λιβύης, αλλά και να διασώσει τη μεγάλης γεωπολιτικής σημασίας ναυτική βάση στη Λατάκια της Συρίας, μοναδική βάση της στην Ανατ. Μεσόγειο. Η αποφασιστική εμπλοκή της Ρωσίας στη συριακή κρίση την ανέδειξε σε ισχυρή και αποτελεσματική παγκόσμια δύναμη ικανή να προστατεύσει τους συμμάχους της και φιλικά προς αυτήν καθεστώτα σε αντίθεση με τις ΗΠΑ. Έστειλε έτσι ένα μήνυμα φερεγγυότητας σε ολόκληρη τη Μ. Ανατολή και στον κόσμο που μπορεί να αξιοποιηθεί μελλοντικά και σε άλλα μέτωπα. Δοκίμασε σε συνθήκες μάχης καινούργια οπλικά συστήματα και «ανησύχησε» τη δυτική συμμαχία με τις επιτεύξεις τους. Ανοίχθηκε έτσι σε νέες αγορές και είχε σημαντικές πωλήσεις όπλων παίρνοντας ανάσες από το συνεχιζόμενο δυτικό εμπάργκο.
Ακόμα προκάλεσε ρήγματα, προσωρινά ή πιο μόνιμα θα φανεί, στη δυτική συμμαχία, αποσπώντας την Τουρκία στις δικές της γεωπολιτικές επιδιώξεις και εντείνοντας την αντιπαράθεση του Ερντογάν με τη Δύση. Ακόμα και αν είναι προσωρινές αυτές οι επιτυχίες δεν είναι χωρίς σημασία, πολύ περισσότερο καθώς συναντιούνται με τις προθέσεις Τραμπ για άμβλυνση των μετώπων αντιπαράθεσης μεταξύ των δύο χωρών.
Σημαντικές ανάσες παίρνει το καθεστώς του Άσαντ. Η πρόσφατη ανακατάληψη του Χαλεπίου εδραιώνει την κυριαρχία του στις βασικές πόλεις της χώρας και τον αφήνει απερίσπαστο να ασχοληθεί αποκλειστικά με τα ανοικτά μέτωπα που έχει με το Χαλιφάτο. Έχει εξασφαλίσει για αυτό συνέχιση της βοήθειας από τη Ρωσία και ενισχύεται ο ρόλος του ως βασικός παράγοντας αναζήτησης πολιτικής λύσης έχοντας εξασφαλίσει την προσωπική του ασφάλεια. Όλα αυτά τον κάνουν λιγότερο ανήσυχο συγκριτικά με τη δεινή θέση στην οποία βρισκόταν πριν από μερικούς μήνες ακόμα και αν πρέπει να ανέχεται την τουρκική στρατιωτική παρουσία στη βόρεια Συρία και τις επίμονες δηλώσεις Ερντογάν για απομάκρυνση από την εξουσία. Η συμφωνία εκεχειρίας που υπογράφτηκε προβλέπει τη διατήρηση της Συρίας ενιαίας, έστω και στα πλαίσια μιας ομοσπονδιακής διοίκησης, που του επιτρέπει να κερδίσει πολύτιμο χρόνο.
Η πολιτική Ερντογάν στη Συρία μοιάζει να δικαιώνεται. Παρά την τεράστια εσωτερική κρίση και τα πολλαπλά αδιέξοδα που αντιμετωπίζει η Τουρκία απολαμβάνει προσωρινά γεωπολιτικές επιτυχίες στο εκεί μέτωπο. Η βασική στρατηγική επιδίωξή της, να αποτρέψει τη δημιουργία κουρδικής κρατικής οντότητας στα νότια σύνορά της, φαίνεται ότι προς στιγμή επιτυγχάνεται. Παράλληλα η Τουρκία νομιμοποιεί την παρουσία της στα εδάφη της Συρίας, ως εγγυήτρια δύναμη της εκεχειρίας, απολαμβάνει αεροπορική κάλυψη από τη Ρωσία στις στρατιωτικές της επιδιώξεις και ετοιμάζεται να επιχειρήσει νοτιότερα προς την πόλη Ράκα.
Αν σκεφτεί κανείς ότι η Τουρκία μέχρι τις αρχές του καλοκαιριού ήταν στα πρόθυρα σύγκρουσης με τη Ρωσία και σήμερα αποτελεί βασικό συνεργάτη της στη συριακή κρίση, δεν μπορεί παρά να δει ότι οι επιδιώξεις Ερντογάν επιτυγχάνονται. Το τίμημα βέβαια είναι μεγάλο. Από προστάτης του σουνιτισμού. όπως ήθελε να αναδειχθεί ο Τοούρκος πρόεδρος, βρίσκεται τώρα να συνεργάζεται με τη Ρωσία και (το σιιτικό) Ιράν και να εγγυάται μια εκεχειρία υπέρ του καθεστώτος Άσαντ. Το κύμα βίας που συγκλονίζει την Τουρκία αποτελεί έμπρακτη συνέπεια αυτών των επιλογών.
Το πραγματικό πρόβλημα όμως του Ερντογάν παραμένει το βάθος και το μέλλον της συνεργασίας του με τη Ρωσία και η έκταση της αντιπαράθεσής του με τη Δύση. Πολύ περισσότερο όταν η νέα διοίκηση Τραμπ δεν έχει ανοίξει ακόμα τα χαρτιά της. Ούτε για τη Μέση Ανατολή, ούτε για τις σχέσεις των ΗΠΑ με την Τουρκία…