του Κώστα Βενιζέλου
Με την τακτική της επιβολής τετελεσμένων, της συντήρησης της έντασης, σε έδαφος και θάλασσα, και έχοντας την ανοχή της λεγόμενης διεθνούς κοινότητας, η κατοχική Τουρκία ξετυλίγει το νήμα για τον πλήρη έλεγχο της Κύπρου. Η επιβολή του Ερσίν Τατάρ στην ηγεσία του κατοχικού ηγέτη και η ανάπτυξη του αφηγήματος για δυο κράτη, θέτει το Κυπριακό σε μια άλλη πορεία, προσαρμοσμένη πλήρως στους μακροπρόθεσμους σχεδιασμούς της Άγκυρας.
Το καθεστώς Ερντογάν κινείται σε τρία επίπεδα, προωθώντας την πολιτική της επιβολής:
Πρώτο, στην κυπριακή ΑΟΖ παραμένει για σεισμικές έρευνες το σκάφος «Μπαρμπαρός». Η αποχώρηση του «Όρουτς Ρέις», από τη θαλάσσια περιοχή της Ελλάδος, έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις ενόψει και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (10-11 Δεκεμβρίου), πλην όμως, τα όσα παράνομα διαδραματίζονται στην ΑΟΖ της Κύπρου φαίνεται να θεωρούνται φυσιολογικά και αναμενόμενα. Δεν υπάρχουν αντιδράσεις για την παρουσία του «Μπαρμπαρός», ούτε και για τις άλλες παράνομες δράσεις της κατοχικής δύναμης.
Δεύτερο, επί του εδάφους, η Τουρκία επιχειρεί να εκβιάσει νέες υποχωρήσεις από την ελληνική κυπριακή πλευρά, η οποία έχει πανικοβληθεί με το ενδεχόμενο να προχωρήσει η Άγκυρα στον εποικισμό της περίκλειστης περιοχής της κατεχόμενης Αμμοχώστου. Μετά τη φιέστα του Ερντογάν στην Αμμόχωστο, στις 15 Νοεμβρίου, το κατοχικό καθεστώς έχει ανοίξει τμήμα της για επισκέψεις. Την ίδια ώρα, καλεί τους Ελληνοκύπριους ιδιοκτήτες να προσφύγουν στην λεγόμενη Επιτροπή Ακινήτων του ψευδοκράτους για να διεκδικήσουν τις περιουσίες. Το σκηνικό αυτό διαμορφώνει έναν ασφυκτικό κλοιό στην ελληνοκυπριακή πλευρά, η οποία φοβάται τα χειρότερα. Δηλαδή, να χρησιμοποιηθούν Ελληνοκύπριοι για να εποικιστεί η περιοχή, προσφέροντας άλλοθι στις πράξεις της Άγκυρας. Σημειώνεται συναφώς πως η παράνομη αυτή Επιτροπή Ακινήτων, στην οποία προσφεύγουν Ελληνοκύπριοι, σύμφωνα με δημοσιεύματα στα κατεχόμενα, δεν έχει χρήματα για να αποζημιώσει τους ιδιοκτήτες. Συνεπώς όσοι θα ανταποκριθούν στο κάλεσμα της τουρκικής πλευράς για προσφυγή θα μπουν σε μια ατέρμονη διαδικασία, η οποία μόνο πολιτική κάλυψη στα παράνομα σχέδια των Τούρκων προσφέρουν.
Η πραγματικότητα είναι πως η Τουρκία δεν θέλει λύση δυο κρατών. Αυτό που επιδιώκει είναι συνομοσπονδία καθώς με ένα τέτοιο μοντέλο θα μπορεί να ελέγχει ολόκληρη την Κύπρο, περιλαμβανομένης και της θάλασσας, στην οποία επενδύει λόγω φυσικού αερίου.
Τρίτο, στο διπλωματικό επίπεδο, με προπομπό τη ξεδοντιασμένη βρετανική αυτοκρατορία, η Τουρκία προωθεί το αφήγημά της πως σε μια άτυπη Πενταμερή Διάσκεψη θα μπορούν να τεθούν «όλα στο τραπέζι». Να μπορούν, δηλαδή, να συζητηθούν διάφορες εναλλακτικές ιδέες, περιλαμβανομένης και αυτής των δύο κρατών. Η προσέγγιση αυτή καλλιεργήθηκε από τους Βρετανούς, τέθηκε από τους Τούρκους και το αποδέχθηκε ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών. Τι σημαίνει αυτό; Θα θέσει η Τουρκία και ο εγκάθετός της στα κατεχόμενα, Ερσίν Τατάρ, κατά τη διάρκεια της Πενταμερούς Διάσκεψης τη θέση τους για τα δυο κράτη. Προφανώς θα τους απαντήσουν Ελλάδα και Κύπρος και το ζήτημα τούτο θα περιληφθεί, εκ των πραγμάτων, στην ατζέντα των συζητήσεων. Θα γίνει, δηλαδή, αυτό που θέλει η Τουρκία. Να αλλάξει η ατζέντα, να αλλάξει η βάση του Κυπριακού.
Είναι σαφές πως η παγίδα είναι στημένη, είναι ορατή και αναμένεται να πέσουν μέσα Αθήνα και Λευκωσία. Το μόνο που μπορεί να τους σώσει είναι ο γενικός γραμματέας, Αντόνιο Γκουτέρες, να μη συγκαλέσει την άτυπη Πενταμερή για να αποφύγει μια τρίτη –για τον ίδιον– αποτυχία στο Κυπριακό.
Η πραγματικότητα είναι πως η Τουρκία δεν θέλει λύση δυο κρατών. Αυτό που επιδιώκει είναι συνομοσπονδία καθώς με ένα τέτοιο μοντέλο θα μπορεί να ελέγχει ολόκληρη την Κύπρο, περιλαμβανομένης και της θάλασσας, στην οποία επενδύει λόγω φυσικού αερίου. Ο σχεδιασμός αυτός της Άγκυρας μπορεί να καταστεί εφικτός εάν η ελληνική πλευρά εισέλθει σε μια λογική αναζήτησης της «χρυσής τομής». Κοντολογίς, η Τουρκία αξιώνει τώρα δυο κράτη, η Λευκωσία οχυρώνεται πίσω από τη ρατσιστική, διαχωριστική Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία και οι εν δυνάμει μεσολαβητές θα αναζητήσουν τη μέση οδό. Στην προκειμένη περίπτωση μια μορφή συνομοσπονδίας, την οποία θα παρουσιάσουν ως επιτυχία και «συμβιβασμό». Η ελληνοκυπριακή πλευρά θα το θεωρεί επίτευγμα επειδή αποφεύγει τα δύο κράτη, ενώ με τη συνομοσπονδία θα θριαμβεύσουν οι τουρκικές επιδιώξεις.
Πτήση Αθήνα-Άγκυρα μέσω Νέας Υόρκης
Η απεσταλμένη του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Τζέιν Χολ Λουτ, περιόδευσε τις προηγούμενες ημέρες σε Ελλάδα και Κύπρο. Στόχος της αποστολής είναι να διερευνήσει τις προθέσεις των εμπλεκομένων για το ενδεχόμενο να συγκληθεί άτυπη Πενταμερής Διάσκεψη. Από την περιοδεία αυτή της αξιωματούχου του ΟΗΕ, απουσιάζει το ταξίδι της στην Άγκυρα. Κι αυτό παρόλο που είχε προγραμματισθεί από τη στιγμή που η κ. Λουτ θα ερχόταν από τη Νέα Υόρκη στην περιοχή. Η απεσταλμένη του Αντόνιο Γκουτέρες θα επανέλθει για να επισκεφθεί την Τουρκία στις 14 Δεκεμβρίου.
Είναι προφανές πως τα Ηνωμένα Έθνη ανέχονται τα τερτίπια της κατοχικής Τουρκίας. Δέχονται αξιωματούχοι τους να υποβάλλονται σε μαζοχιστικές ταλαιπωρίες και να «σπάζουν» τις επαφές στην περιοχή, μεταθέτοντας τη συνάντηση της κ. Λουτ στην Άγκυρα μετά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Δέχονται, δηλαδή, στα Ηνωμένα Έθνη να παίζουν το παιχνίδι των εκβιασμών από την Άγκυρα. Να συνδέουν την αποστολή Λουτ με τις ενδεχόμενες κυρώσεις που θα συζητηθούν σε βάρος της κατοχικής δύναμης στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στις 10 και 11 Δεκεμβρίου.
Είναι σαφές πως και η εξαγγελία της Πενταμερούς Διάσκεψης, που κατά πάσα πιθανότητα θα συγκληθεί τον Ιανουάριο, χρησιμοποιείται από κάποιες πλευρές, κυρίως την Τουρκία, ενόψει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Προσφέρεται για άλλοθι σε όσους δεν θέλουν να υποβληθούν κυρώσεις κατά της Τουρκίας (Γερμανία και συνεργάτες/δορυφόροι), για τη συμπεριφορά της σε βάρος της Ελλάδος και της Κύπρου. Η προοπτική της πραγματοποίησης μιας Διάσκεψης θα θεωρηθεί λόγος για να αποφευχθούν οι κυρώσεις, για να μη χαλάσει το κλίμα, για να μην ενοχληθεί η κατοχική Τουρκία.
Ο Μπάιντεν και οι ψευδαισθήσεις
Η αλλαγή διακυβέρνησης στις ΗΠΑ απασχολεί την Άγκυρα. Όχι, όμως, τόσο όσο θεωρούν οι διάφοροι τρίτοι, κυρίως σε Ελλάδα και Κύπρο. Σίγουρα οι σχέσεις Τραμπ και Ερντογάν ήταν ιδιαίτερες λόγω και των οικονομικών σχέσεων που ανέπτυξαν, ακόμη και οικογενειακά. Η εκλογή Μπάιντεν αλλάζει τα δεδομένα, οι σχέσεις θα μπουν στη διακρατική βάση και ασφαλώς θα επηρεάζονται από τα μεγάλα γεωστρατηγικά συμφέροντα. Η επιλογή του νέου Προέδρου να έχει ως συνεργάτες του, ανθρώπους του βαθέως κράτους, στέλνει ένα σαφές μήνυμα. Είναι άνθρωποι του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, που παραδοσιακά θεωρούν πως όσο ενοχλητική και να είναι η Τουρκία θα πρέπει να παραμείνει στο δυτικό μαντρί. Κι αυτό στο παρελθόν σήμαινε καλόπιασμα της κατοχικής δύναμης και παροχολογία (δώρα).