Του Χρήστου Γιοβανόπουλου. Η απόφαση του Προέδρου της Δημοκρατίας να μη διεξαχθεί φέτος η Γιορτή της Δημοκρατίας, με αιτιολογικό την εξοικονόμηση δαπανών, προξένησε έκπληξη, ανάμεικτα συναισθήματα, αλλά κυρίως πέρασε στα ψιλά και ασχολίαστα.

Κάποιοι χάρηκαν για το τέλος της υποκρισίας που η γιορτή αντιπροσώπευε. Όντως, η πολιτική ελίτ του τόπου, ήθελε απέναντι στη λαϊκή γιορτή της εξέγερσης του Πολυτεχνείου σαν σύμβολο του αντιδικτατορικού αγώνα, να φτιάξει το δικό της σύμβολο επιστροφής στη Δημοκρατία. Με την έννοια αυτή η Γιορτή της Δημοκρατίας συμβόλιζε μάλλον την εδραίωση του πολιτικού κατεστημένου της μεταπολίτευσης. Ενός συστήματος εξουσίας που τραυματίστηκε θανάσιμα από την εξέγερση του Δεκέμβρη 2008, για να αποτελειώσει οριστικά με την γιορτή της πραγματικής δημοκρατίας που ήταν οι πλατείες πέρυσι και που συγκάλυψαν τη γιορτούλα με αναψυκτικά (ελέω Mνημονίου) των ημετέρων του Προεδρικού Μεγάρου, τη στιγμή που έκαναν (και συνεχίζουν) κουρέλι κάθε έννοια δημοκρατίας, ελευθερίας, ανεξαρτησίας και λαϊκής κυριαρχίας.
Θα έλεγε λοιπόν κανείς ότι η απόφαση του Κάρολου -αχ, αυτοί οι συνειρμοί!- ήταν σοφή, μια και στην πραγματικότητα επαναντιστοιχεί μορφή και περιεχόμενο, πετώντας το άδειο τσόφλι τής (γιορτής της) Δημοκρατίας στα αζήτητα της Ιστορίας, να περιμένει πότε θα εμφανιστεί στο «Σαν Σήμερα Στον Εικοστό Αιώνα».
Πέρα από το «τέλος» της υποκρισίας, όμως, οι συμβολισμοί, ειδικά όσοι αφορούν τον λόγο κρατών, εξουσιών και πολιτικών συστημάτων, έχουν και μία πραγματική αξία καθώς αντανακλούν το πλαίσιο αναφοράς τους και που, έστω και φαντασιακά, ορίζουν τα όρια αρχών και λειτουργίας (και δυνάμει ελέγχου) τους. Για παράδειγμα, η μεταφορά, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, του επίκεντρου της γιορτής του Δεκαπενταύγουστου από την Παναγιά της Τήνου στην Παναγία Σουμελά, συνιστούσε ριζική αλλαγή στη νοηματοδότηση της γιορτής, όπου τη σύνδεσή της με τον αντι-φασιστικό αγώνα αντικαθιστούσαν τα εθνικιστικά υπονοούμενα περί αλύτρωτων πατρίδων.
Αντίστοιχα, θα ήταν διαφορετική η νοηματοδότηση της ματαίωσης της γιορτής αν συνέβαινε πέρυσι, όταν όλος ο λαός φώναζε «η χούντα δεν τελείωσε το ’73» και διαφορετική φέτος, ως απόρροια των πιθανών προβληματικών καταστάσεων που θα δημιουργούσε η ανταπόκριση της Χ.Α. σε αυτήν. Κι εδώ βρίσκεται η ουσία της κίνησης του Παπούλια. Ότι δηλαδή, αποτελεί (μία ακόμα) υπαναχώρηση προς δηλωμένους -και μη- εχθρούς κάθε έννοιας δημοκρατίας, που επαναορίζει τα όρια και τον χαρακτήρα του πολιτειακού μας συστήματος.
Πολλοί αστειεύονται: «φανταστείτε τον Μιχαλολιάκο να δηλώνει πίστη στην Δημοκρατία». Μα ακριβώς περί αυτού πρόκειται. Ότι τώρα δεν εξαναγκάζεται από την πολιτεία να λειτουργήσει σε κάποια συγκεκριμένα όρια, ότι του παραχωρείται ξανά «ζωτικός χώρος».
Μέσα στην κρίση, άλλωστε, η Δημοκρατία μοιάζει τόσο passe (ή τρε μπανάλ, ελληνιστί). Ακόμα και οι ιμπεριαλιστικοί «ανθρωπιστικοί πόλεμοι» έχουν αντικατασταθεί από την ανάγκη των αγορών για «πολιτική σταθερότητα» μέσω ενός κράτους ασφάλειας.
Η «θυσία» της Γιορτής της Δημοκρατίας στο βωμό της περικοπής των ελλειμμάτων δεν αποτελεί παρά ένα ακόμη βήμα πιο βαθιά στο σκοτεινό τούνελ της μετα-Δημοκρατίας.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!