Τα 25 λεπτά της τηλεδιάσκεψης που ανέβαλαν την ελληνική χρεοκοπία και η νέα εκστρατεία για τη διάσωση της τραπεζικής Διεθνούς με αμερικανικές ευλογίες και ευρωπαϊκές διχογνωμίες. Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου.
Εικοσιπέντε λεπτά κράτησε η «κρίσιμη» τηλεδιάσκεψη Μέρκελ, Σαρκοζί, Παπανδρέου την περασμένη Τρίτη. Αν κρίνουμε από τις διαρροές περί «Ελλάδας, αναπόσπαστου μέλους της Ευρωζώνης» και τις διαβεβαιώσεις ότι «θα τηρηθούν απαρέγκλιτα οι ελληνικές δεσμεύσεις», η τηλεδιάσκεψη σήμανε απλώς ένα μικρό διάλειμμα του εικοσάμηνου ευρωπαϊκού βασανιστηρίου στο οποίο υποβάλλεται η χώρα. Για να ξεπιαστούν και να διαβουλευτούν οι βασανιστές, όχι τίποτε άλλο…
Η ίδια η κυβέρνηση, έντρομη και παγιδευμένη σε απόλυτο αδιέξοδο, αγνοώντας πού θα σταθεί η μπίλια στην ευρωπαϊκή ρουλέτα, αλλά και πού ποντάρουν οι βασικοί της παίκτες, επιμένει στην ολική σύγκρουση με την τεράστια πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας. «Δεν πρέπει να δώσουμε καμία αφορμή στους εταίρους μας», ήταν το μόνο που βρήκε ψελλίσει ο πρωθυπουργός στην τελευταία συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου. Ταυτόχρονα απαίτησε από τους υπουργούς να βομβαρδίσουν την κοινωνία με πολλές ακόμη «αφορμές» που δοκιμάζουν τα όρια αντοχής της. Η ταυτόχρονη επιβολή των έκτακτων εισφορών σε εισοδήματα και κατοικίες, η πανικόβλητη προώθηση της εργασιακής εφεδρείας και ο συνταξιοδοτικός πανικός που προκαλεί η ίδια αλλά και το προκρούστειο ενιαίο μισθολόγιο, είναι οι τελευταίες και πιο εκρηκτικές «αφορμές» μιας αναταραχής που προκαλεί δέος ακόμη και σε συνεπείς μνημονιόφρονες υπουργούς.
Μακριά από τις κάμερες και τα μικρόφωνα, αρκετοί απ’ αυτούς εκμυστηρεύονται την πεποίθησή τους ότι αντιμετωπίζουν ένα ολοκληρωτικό αδιέξοδο. Πως προωθούν στα τυφλά υποδείξεις της τρόικας και «ρετάλια» από τις προβλέψεις του Μνημονίου και του Μεσοπρόθεσμου, εν γνώσει τους πως η επίτευξη των υποτιθέμενων δημοσιονομικών τους στόχων, το περίφημο «πρωτογενές πλεόνασμα» στους πρώτους μήνες του 2012, είναι όνειρο θερινής νυκτός. Μόνη ελπίδα τους, «ν’ αλλάξει κάτι στην Ευρώπη».
Η αγωνία της 6ης δόσης
Το μήνυμα που έρχεται από την Ευρώπη, και για την ακρίβεια από το Βρότσλαβ της Πολωνίας όπου από χθες συνεδριάζουν το Eurogroup και το Ecofin, είναι πως τίποτα δεν αλλάζει, τουλάχιστον ως προς τον χειρισμό της Ελλάδας. «Η καταβολή της 6ης δόσης θα αποφασιστεί τον Οκτώβριο», δήλωσε ψυχρά – κοφτά ο πρόεδρος του Eurogroup Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ, απογοητεύοντας όσους περίμεναν κάτι πιο ενθαρρυντικό. Το είπε και η Μέρκελ, άλλωστε, στην τηλεδιάσκεψη με Σαρκοζί και Παπανδρέου, προειδοποιώντας ότι όλα θα εξαρτηθούν από την έκθεση της τρόικας, που επανέρχεται από Δευτέρα για διαπραγματεύσεις. Έτσι, η κυβέρνηση θα βρίσκεται για έναν ακόμη μήνα υπό πίεση για επίδειξη «αποφασιστικότητας στη λήψη μέτρων» κατά της κοινωνίας. «Το μέλλον της Ελλάδας είναι στην Ευρωζώνη, αλλά με τίμημα», είπε και η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, για να προσθέσει το βάρος της στο κλίμα ασφυκτικής πίεσης προς την κυβέρνηση, που είναι υποχρεωμένη να συμβιβαστεί με την αναβολή της δόσης και τα διαθέσιμα μόλις 1 δισ. ευρώ που θα έχει στα κρατικά ταμεία από την ερχόμενη εβδομάδα.
Στην πραγματικότητα, βέβαια, η 6η δόση θα δοθεί στην Ελλάδα. Παρ’ ότι μέχρι πριν από μερικά 24ωρα αρκετοί πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες στην Ευρωζώνη, ιδιαίτερα στη Γερμανία, έπαιξαν με την ιδέα του δανειακού στραγγαλισμού της και της χρεοκοπίας της, δεύτερες σκέψεις οδήγησαν στην απόφαση να μη ρισκάρουν ένα ελληνικό «ατύχημα» τώρα που θα μπορούσε να εξελιχθεί σε ένα παγκόσμιο «δυστύχημα» αργότερα. Και το «δυστύχημα» θα μπορούσε να είναι μια νέα χρηματοπιστωτική κρίση με επιπτώσεις χειρότερες απ’ αυτές της κατάρρευσης της Lehman Brothers το 2008. Ο κίνδυνος ενός τέτοιου «δυστυχήματος» είναι που κινητοποίησε την αμερικανική ηγεσία και έφερε τον Αμερικανό υπουργό Οικονομικών Τίμοθι Γκάιτνερ στο Βρότσλαβ της Πολωνίας, σε μια θεσμικά πρωτοφανή συμμετοχή του σε συνεδρίαση του Eurogroup.
Συστημικός κίνδυνος
Το «δυστύχημα» περιέγραψε μελέτη επιτροπής που προετοιμάζει τις αποφάσεις του Ecofin η οποία διέρρευσε και προειδοποιούσε για ένα φαύλο κύκλο κρατικού και τραπεζικού χρέους σε συνθήκες ύφεσης, και τελικά για έναν παγκόσμιο συστημικό κίνδυνο, όπως κυριολεκτικά ανέφερε. Η έκθεση των ευρωπαϊκών τραπεζών σε ελληνικά, πορτογαλικά, ιρλανδικά, ισπανικά και ιταλικά ομόλογα θα μπορούσε να τους κοστίσει τουλάχιστον 350 δισ. ευρώ, σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς, πράγμα που θα καθιστούσε αναγκαία την εκ νέου διάσωσή τους. Αλλά, με τι λεφτά, ήταν το ερώτημα που έθετε η επίμαχη μελέτη, όταν το ευρωπαϊκό ταμείο διάσωσης EFSF είναι δεσμευμένο στην αναχρηματοδότηση μόνο του χρέους των κρατών και με περίπου 500 δισ. ευρώ. Παλιότερα, η Λαγκάρντ είχε υπολογίσει τις συνολικές του ανάγκες ώστε να καλύψει και το ενδεχόμενο ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών στο 1,2 τρισ. τουλάχιστον. Και λεφτά, προς το παρόν, δεν υπάρχουν.
Η ευρωπαϊκή «εκστρατεία» του Αμερικανού υπουργού Οικονομικών Τίμοθι Γκάιτνερ αφορούσε ακριβώς αυτό. Λεφτά πρέπει να βρεθούν. Η πίεσή του αφορά στη διεύρυνση του ρόλου και ενίσχυση του ευρωπαϊκού ταμείου EFSF με ποσό τουλάχιστον 200 δισ., αλλά και μια στροφή της ΕΚΤ από την αντιπληθωριστική της ορθοδοξία στο κόψιμο χρήματος. Εν αναμονή των πολιτικών αποφάσεων των Ευρωπαίων ηγετών, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της. Σε συνεργασία με 4 ακόμη κορυφαίες κεντρικές τράπεζες (αμερικανική, αγγλική, ελβετική και ιαπωνική) δεσμεύτηκε για παροχή επαρκούς ποσότητας δολαρίων στο παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα μέχρι το τέλος του χρόνου, ώστε να αποτραπεί ένα πιστωτικό κραχ.
Οι ίδιοι οι τραπεζίτες, διά της ευρωπαϊκής ομοσπονδίας τους, φρόντισαν να θυμίσουν ποιος είναι τ’ αφεντικό σ’ αυτή την ερωτική σχέση με τις πολιτικές ηγεσίες, και με ανακοίνωσή τους απαίτησαν «σαφές και ομόφωνο μήνυμα από τους υπουργούς Οικονομικών, τους κεντρικούς τραπεζίτες και την ΕΚΤ για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των αγορών».
Γερμανική αβεβαιότητα
Μέχρι την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, οι πολυπόθητες από τη διεθνή του χρήματος αποφάσεις δεν είχαν ληφθεί στη διήμερη συνεδρίαση Eurogroup – Ecofin, παρά την αμερικανική πίεση. Η διάσταση απόψεων στις ευρωπαϊκές ελίτ παραμένει βαθιά και ενισχύεται από εθνικές και πολιτικές ιδιοτέλειες, με πιο χαρακτηριστική αυτή της γερμανικής ηγεσίας. Αναλισκόμενη σ’ έναν ανταγωνισμό με τους ενδοκυβερνητικούς της εταίρους, τους Φιλελεύθερους, η Μέρκελ και οδηγούμενη από τη μια εκλογική ήττα στην άλλη (αύριο στο Βερολίνο), εξακολουθεί να αποκλείει κάθε σκέψη συλλογικής διαχείρισης του ευρωπαϊκού χρέους (γι’ αυτό απορρίπτει τα ευρωομόλογα) και μοιάζει να μην έχει πάρει τις αποφάσεις της για το ποιος και πώς πρέπει να διασωθεί. Είναι χαρακτηριστική η αναβολή της προγραμματισμένης για τις 21 του μηνός επικύρωσης της συμφωνίας του Ιουλίου από το γερμανικό υπουργικό συμβούλιο, πράγμα που διατηρεί τις αβεβαιότητες και για την τύχη της στο γερμανικό Κοινοβούλιο, στις 29 του μηνός. Στην κοινή γνώμη, πάντως, η λαϊκιστική και εθνικιστική υστερία των Φιλελεύθερων και των ταμπλόιντ δείχνει να πιάνει, με τα 2/3 των Γερμανών να τάσσονται κατά της ενίσχυσης του ευρωπαϊκού μηχανισμού διάσωσης.
Απομένει να δούμε αν η αμερικανική πίεση για τη σωτηρία, όχι φυσικά της Ελλάδας, αλλά της τραπεζικής διεθνούς θα έχει αποτέλεσμα. Το πιθανότερο είναι ότι τα συστημικά ανακλαστικά των πολιτικών ηγεσιών θα λειτουργήσουν τελικά, με την ταξική αυταπάρνηση που επέδειξαν και το 2008, όταν διέθεταν εκατοντάδες δισεκατομμύρια για να θωρακίσουν τις μολυσμένες από τοξικά παράγωγα τράπεζές τους. Αλλά, πώς θα διασφαλιστεί ότι οι νέες δόσεις δωρεάν χρήματος στην τοκογλυφία δεν θα μεταφραστούν σε νέα έξαρση της κρίσης χρέους, όπως έγινε το 2008; Εδώ, μεσολαβεί μια ανάγκη διαχωρισμού ανάμεσα σε πρόβατα και ερίφια.
Τραπεζικός κεϊνσιανισμός
Μια ιδέα μας δίνει άρθρο της βίβλου του φιλελευθερισμού, του Economist (που δημοσιεύεται σήμερα) και το οποίο προτείνει «διάσωση» με τέσσερις κινήσεις: 1) Απεριόριστη στήριξη στις φερέγγυες κυβερνήσεις, αναδιάρθρωση γι’ αυτές που έχουν στα χέρια τους ένα… αβίωτο χρέος. 2) Ενίσχυση των τραπεζών ώστε να αντέξουν μια κρατική χρεοκοπία. 3) Αποκόλληση της Ευρωζώνης από την εμμονή των δημοσιονομικών περικοπών και στροφή σε μια ατζέντα ανάπτυξης. 4) Σχεδιασμός νέου συστήματος για να μην ξανασυμβεί τέτοια κρίση (αλλά αυτό σε βάθος χρόνου…)
Τι δηλοί ο μύθος του Economist; Ότι κοντά στον βασιλικό δεν ποτίζεται πάντα κι η γλάστρα. Κι ότι ακόμη κι αν οι Ευρωπαίοι εταίροι αποφασίσουν να φερθούν με γενναιοδωρία και τρυφερότητα στις τράπεζες που είναι εκτεθειμένες σε κρατικά χρέη, δεν είναι απαραίτητο να σωθούν και τα ίδια τα κράτη. Τουλάχιστον όχι όλα, και οπωσδήποτε όχι όπως θα ήθελαν. Κι επομένως, για την Ελλάδα, τη χώρα με το κατ’ εξοχήν μη βιώσιμο χρέος και για όσες την πλησιάζουν επικίνδυνα, η εναλλακτική της αναδιάρθρωσης χρέους και της ελεγχόμενης χρεοκοπίας, με την οποία φλερτάρει η Γερμανία, παραμένει ένα ανοικτό και ενδεχομένως το πιθανότερο σενάριο. Όπως είναι αντιληπτό, ο κεϊνσιανισμός νέας κοπής που ευαγγελίζεται ο Economist και όσοι αυτός εκφράζει ζητώντας «στροφή στην ανάπτυξη», είναι ένας κεϊνσιανισμός υπέρ των τραπεζών και υπέρ της επικερδούς σχέσης τους με τις «υγιείς οικονομίες».
Για τους λοιπούς υπάρχει ο γνώριμος, ήδη χαραγμένος δρόμος προς την Κόλαση. Στρωμένος πάντα με τις καλύτερες προθέσεις.