Απαιτείται ρήξη με την υποκρισία και την απανθρωπιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Σχεδόν καθημερινά «σκάνε» θέματα που, πέρα από προβληματικές πολιτικές θέσεις, δείχνουν τη γενική έλλειψη συντονισμού του κυβερνητικού σχήματος. Ακόμη χειρότερα, υποδηλώνουν την έλλειψη μιας συνολικής προετοιμασίας για ζητήματα κεντρικά, που θα έπρεπε να αποτελούν μέρος μιας επεξεργασμένης εθνικής στρατηγικής – όπως το μεταναστευτικό. Η «προβοκάτσια» του Σκάι και του Σαμαρά (εντός εισαγωγικών, διότι αυτοί εκμεταλλεύθηκαν την ύπαρξη μιας εγκυκλίου του προϊσταμένου του Κλάδου Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων) αναδεικνύει μια σειρά από προβλήματα:
Πρώτο, ότι το μεταναστευτικό δεν είναι παιχνίδι στο οποίο μπορούν να συμμετέχουν τα κυβερνητικά στελέχη με μοναδικό εφόδιο τις αντιλήψεις τους περί ανθρωπισμού. Ο περιορισμός σε ενός είδους «δικαιωματισμό» μπορεί να φαντάζει ριζοσπαστικός, αλλά δεν είναι – επειδή αδυνατεί να αντιμετωπίσει με πραγματικούς όρους αυτό το πολύπλοκο πρόβλημα (διότι μιλάμε για κυβέρνηση, όχι για κάποιον που δεν υποχρεούται να βρει λύσεις). Άλλωστε, υπό το βάρος της αντικειμενικής πραγματικότητας αλλά και διαφόρων κακόβουλων πιέσεων, ο παραδοσιακός ανθρωπισμός συνήθως υποχρεώνεται σε άνευ όρων αναδίπλωση.
Οπότε, εάν κάποιος επιθυμεί να τηρήσει πραγματικά ριζοσπαστική στάση και άρα να σπάσει αβγά, θα πρέπει να ασχοληθεί σοβαρά με τρία πράγματα, τουλάχιστον:
α) Την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού, στο πλαίσιο μιας γενικότερης εθνικής στρατηγικής.
β) Την προετοιμασία μιας ρήξης με την Ε.Ε. και σε αυτό το πεδίο, που αναπόφευκτα θα φτάσει στην καταγγελία της ασφυκτικής Συνθήκης Δουβλίνο ΙΙ, η οποία συστηματοποιεί τον απάνθρωπο εγκλωβισμό εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών και προσφύγων στη χώρα μας.
γ) Την πλήρη αντίθεση της Ελλάδας στις εγκληματικές πολιτικές της «πολιτισμένης» Δύσης, που καταστρέφουν τις χώρες προέλευσης των προσφύγων και μεταναστών και κυριολεκτικά διαλύουν τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων. Είναι αυτές οι πολιτικές που προκαλούν τεράστια κύματα φυγής, τα οποία διόλου δεν ανακόπτονται με φράχτες τύπου Έβρου ούτε με κολαστήρια τύπου Αμυγδαλέζας (για τα οποία η υποκριτική Ε.Ε. χύνει κροκοδείλια δάκρυα…).
Δεύτερον, υπενθυμίζει για μια ακόμη φορά ότι άλλο η κυβέρνηση, άλλο η εξουσία. Δείχνει ότι και με ανθρώπους των καλύτερων προθέσεων σε υπουργικούς θώκους, παραμένουν αλώβητοι και δραστηριοποιούνται κρατικοί και παρακρατικοί μηχανισμοί οι οποίοι μπορούν να στήσουν προβοκάτσιες. Δεν πρόκειται διόλου για μεμονωμένα «σταγονίδια», για να θυμηθούμε και τον αείμνηστο μάστορα του είδους Ευάγγελο Αβέρωφ. Είναι, λοιπόν, επιεικώς αφελής η σκέψη ότι ένας υποστράτηγος από μόνος του, επειδή είναι ακροδεξιός, σκάρωσε μια εγκύκλιο που τα τινάζει όλα στον αέρα… κι άρα το πρόβλημα λύνεται με την αποστράτευσή του. Και σ’ αυτό το θέμα, της στοιχειώδους έστω προετοιμασίας για τον έλεγχο της εξουσίας, οι ελλείψεις είναι κραυγαλέες.
Τρίτον (και τριτεύον ίσως) είναι το πρόβλημα των δηλώσεων «δεν γνώριζα», που κάθε άλλο παρά αφορά μόνο τον κ. Πανούση – αντίθετα, φαίνεται να παίρνει ενδημικές διαστάσεις στο Υπουργικό Συμβούλιο. «Δεν γνώριζα» ο ένας, «πρώτη φορά το ακούω από εσάς» ο άλλος… εάν συνεχιστεί το φαινόμενο των υπουργών που πέφτουν από τα σύννεφα και επιχειρούν να «αδειάσουν» ο ένας τον άλλον, αυτό το πρόβλημα σύντομα θα πάψει να φαντάζει τριτεύον. Όποιος δεν γνωρίζει, πριν απαντήσει και πριν σχολιάσει, ας ρωτήσει να μάθει. Στο κάτω-κάτω, η υπέρβαση της έλλειψης συντονισμού της κυβέρνησης δεν χρειάζεται και πολύ ριζοσπαστισμό. Απαιτεί «μόνο» σοβαρότητα και αίσθηση ευθύνης.
Ε.Φ.