Ο πόλεμος, ως πολιτική κυρίως με αιματοχυσία και επιβολή ισχύος με στρατιωτικά μέσα, δεν καταργεί γενικά την Πολιτική με μια περισσότερο ευρεία έννοια. Διότι δεν υπάρχει κανένας πόλεμος χωρίς μεγάλα μετόπισθεν και σημαντικά πολιτικά ζητήματα που δημιουργεί ο ίδιος (δηλαδή η απόφαση να «επιλυθούν ζητήματα» με αιματοχυσία – και δεν είναι ηθικολογικός ο όρος). Και βεβαίως υπάρχει πάντα ένα «μετά τι;», το οποίο προκύπτει από δυνατότητες αλλά και από σχεδιασμούς που ίσως να υπάρχουν, ίσως και όχι, ή από δυνατότητες που θα προκύψουν αφού εμπλακούν δυνάμεις σε έναν πόλεμο. Να θυμηθούμε την περίφημη φράση του Ναπολέοντα «on s’engage et puis on voit», δηλαδή «εμπλεκόμαστε, και μετά βλέπουμε τι κάνουμε». Βέβαια ο ίδιος με έναν επαναστατικό στρατό για την εποχή του τα έβαλε με όλους τους ισχυρούς του κόσμου, αλλάζοντας με τους ναπολεόντειους πολέμους πολλά πράγματα, ακόμα και για τον τρόπο που γίνεται ο πόλεμος. Αλλά αυτά είναι μακρινή ιστορία…
Στον πόλεμο που το Ισραήλ θέλει να αποκαλεί «πόλεμο του Ισραήλ ενάντια στη Χαμάς» έχουν διαφανεί δύο ζητήματα τεράστιας σημασίας: Πρώτον, ότι το Ισραήλ δεν είναι άτρωτο, και προοπτικά η θέση του δυσκολεύει πάρα πολύ. Μην ξεχνάμε ότι το 2006 έχασε έναν πόλεμο, και τώρα δυσκολεύεται να νικήσει έναν υποδεέστερο αντίπαλο σε μια πολύ μικρή περιοχή, της έκτασης της Άνδρου ή της Λευκάδας, ενώ πριν μερικές δεκαετίες ήταν σε θέση να κατατροπώσει ταυτόχρονα τους στρατούς τριών σχετικά μεγάλων χωρών του αραβικού κόσμου. Δεύτερον, ότι το Ισραήλ αρνήθηκε –μαζί με τις ΗΠΑ και τη διεθνή στήριξη που είχε– την ίδρυση Παλαιστινιακού κράτους και καταπίεζε με πολλούς τρόπους τους Παλαιστίνιους, μεταξύ άλλων μεταφέροντας 700.000 εποίκους στην περιοχή της Δυτικής Όχθης και μετατρέποντας τη Γάζα στη μεγαλύτερη υπαίθρια φυλακή του κόσμου. Το Ισραήλ μπορεί να υπάρχει μόνο ως κατακτητική δύναμη και οπλισμένος χωροφύλακας της Δύσης σε μια περιοχή περικυκλωμένη από αραβικούς πληθυσμούς. Οπλισμένος βραχίονας μιας Δύσης σε αποδρομή, και με ακαμψία όσον αφορά το ίδιο το Ισραήλ για οποιαδήποτε συνεννόηση. Μέχρι τώρα ακολουθούσε το δόγμα «αφήστε με να καθαρίσω όπως ξέρω εγώ».
Οι στόχοι Ισραήλ-ΗΠΑ και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν
Η λησμονημένη από όλους (ακόμα και από αραβικά καθεστώτα) Παλαιστινιακή υπόθεση ήρθε, με την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου, να ταράξει τα ήρεμα νερά της προωθούμενης από Ισραήλ και ΗΠΑ πολιτικής διάνοιξης σχέσεων με ορισμένα αραβικά καθεστώτα (συμφωνίες Αβραάμ κ.λπ.). Και ξανάφερε με ορμή στην επιφάνεια το Παλαιστινιακό ζήτημα, και βεβαίως το ζήτημα του Παλαιστινιακού κράτους. Ποια η απάντηση των Ισραήλ και ΗΠΑ; Από τη στιγμή που έγινε η «ανατίναξη» του πλαισίου που πήγαν να θέσουν, παρακάμπτοντας και «λησμονώντας» εντελώς το Παλαιστινιακό, αποφάσισαν να προχωρήσουν σε μια πολεμική αναμέτρηση που έχει δύο στόχους: πρώτον να διαλύσει ή να πάει μερικά χρόνια πίσω συνολικά την Παλαιστινιακή αντίσταση, και δεύτερον να δημιουργήσει τους όρους μιας τεράστιας μαζικής εκτόπισης των παλαιστινιακών μαζών. Μιας απώθησής τους προς νότο (Αίγυπτος), προς ανατολάς (Ιορδανία), νοτιοδυτικά προς χώρες της Βόρειας Αφρικής, και δια θαλάσσης ή άλλων δρόμων προς χώρες της Βαλκανικής (η χώρα μας φιγουράρει στον κατάλογο με τουλάχιστον 100.000 που «πρέπει» να φθάσουν).
Όλη η συζήτηση για τους ανθρωπιστικούς διαδρόμους συγκαλύπτει το πραγματικό σχέδιο εθνοκάθαρσης που θέλει να πετύχει το Ισραήλ. Δεν πρόκειται για ανθρωπιστικούς διαδρόμους που θα βοηθήσουν τον λαό της Παλαιστίνης να υπάρξει στον τόπο του, να του παρασχεθούν τρόφιμα, φάρμακα, καύσιμα κ.λπ., αλλά στοχεύουν να τον υποχρεώσουν σε μια μαζική έξοδο από τον τόπο του. Και εδώ βρισκόμαστε στο βασανιστικό «μετά τι;». Βασανιστικό όχι μόνο για τους Παλαιστίνιους, αλλά και για τη συμμαχία Ισραήλ-ΗΠΑ. Πρώτον, επειδή ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει ακόμα. Δεύτερον, επειδή η σφαγή έχει ξεσηκώσει ένα πολύ μεγάλο κύμα διαμαρτυρίας σε όλο τον κόσμο, και η απομόνωση του Ισραήλ είναι πρωτοφανής. Τρίτον, επειδή οι ΗΠΑ δεν φαίνεται να θέλουν να κοπούν όλες οι γέφυρες με τις αραβικές χώρες, ενώ η πολιτική της εθνοκάθαρσης δημιουργεί πολλές αντιδράσεις και αρνήσεις καθεστώτων να πάρουν στα χέρια τους το «πακέτο» (για να μιλήσουμε στην κυνική γλώσσα των καταπιεστών). Τέταρτον, επειδή, σαν αποτέλεσμα των παραπάνω και σε συνδυασμό με την τεράστια δυσκολία και τον χρόνο που απαιτείται για τη μεταφορά 2 εκατομμυρίων ανθρώπων (και πιθανά την απώθηση άλλων 4 εκατομμυρίων από τη Δυτική Όχθη;), αυτή η εθνοκάθαρση δημιουργεί στην πράξη τεράστια πολιτικά προβλήματα.
Τα αδιέξοδα δεν αφορούν κυρίως την πλευρά που αντιστέκεται
Όλα αυτά αποτυπώνονται στο γεγονός ότι έχει αρχίσει μια μεγάλη διαβούλευση ανάμεσα σε Ισραήλ, ΗΠΑ, Δύση, Ε.Ε., Ρωσία, Κίνα και αραβικές χώρες ή χώρες του Κόλπου, για το τι θα γίνει στην περιοχή στο άμεσο, προσεχές μέλλον. Γι’ αυτό και κυκλοφορούν καθημερινά αντιφατικές ή αλληλοσυμπληρωματικές απόψεις για το αν θα υπάρχει Γάζα μετά, αν το Ισραήλ «θα αναλάβει τη γενική ευθύνη για την ασφάλεια της Γάζας» όπως είπε σε μια στιγμή ο Νετανιάχου, ή θα υπάρχει κάποια άλλη μορφή «λύσης» μέσω συνομιλιών-διαπραγματεύσεων όλων των μερών (ίσως και κάτι με τον Αμπάς, αλλά όχι με εκπροσώπους της Παλαιστινιακής Αντίστασης). Ή ακόμα εξετάζεται το ενδεχόμενο να εγκατασταθεί εντός της Γάζας μια διεθνής «ειρηνευτική» δύναμη, χωρίς βέβαια ακόμα να προσδιορίζεται η σύνθεσή της.
Όποιος βιάζεται να αποτιμήσει τον πόλεμο που συνεχίζεται και διαρκεί ήδη πάνω από 34 μέρες (ο πόλεμος του 2006 είχε κρατήσει 33 μέρες), και σε συνάρτηση με το ότι οι στόχοι που θέτει το Ισραήλ δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν και μάλιστα γρήγορα, θα πρέπει συνεχώς να λαμβάνει υπόψη του το τι ίσχυε ή τι προωθούσαν όλες οι εμπλεκόμενες δυνάμεις (μεγάλες, πολύ μεγάλες και μικρές, όπως η Αντίσταση και η Χαμάς) πριν την 7/10. Και σε τι σημείο βρίσκονται τώρα όλες οι εξελίξεις και τα πολλαπλά πεδία και αποτελέσματα που έχει ο πόλεμος και οι επιδιώξεις μέσω αυτού. Κάθε νηφάλια σκέψη δεν μπορεί να μην εντοπίζει τα αδιέξοδα, όχι της πλευράς που θέλει να αντισταθεί στον κατακτητή και τη διεθνή του συμμαχία στην περιοχή, αλλά ακριβώς τα αδιέξοδα του Ισραήλ, τα στρατηγικά όρια που θέτει σε Δύση και Ισραήλ ένας νέος παγκόσμιος συσχετισμός, αλλά και ένας «απρόβλεπτος» παράγοντας, μια μεταβλητή που απωθούν πάντα οι Δυνάστες: ο πόθος του Παλαιστινιακού λαού για ελευθερία, η ιστορικότητα του αγώνα του, και ο ρόλος που αυτός διαδραματίζει στις καρδιές και αισθήματα πρώτα των αραβικών και μουσουλμανικών μαζών κι έπειτα σε ολόκληρο τον κόσμο – ακόμα και στη Δύση.
Η αυτοτύφλωση των προθύμων που «κυβερνούν» την Ελλάδα
Όσο και να φλυαρούν για τη «σωστή πλευρά της Ιστορίας», οι ιθύνοντες της Δύσης και του Ισραήλ χρεώνονται –με τρόπο πολύ φανερό– ένα μεγάλο έγκλημα ενάντια σε έναν λαό. Προωθούν μια εθνοκάθαρση και δεν έχουν συναίσθηση της απομόνωσης που τους περιβάλλει. Η ελληνική κυβέρνηση νομίζει ότι έχει εξασφαλίσει θέση στο αιώνιο στρατόπεδο των νικητών, χωρίς να βγάζει κανένα δίδαγμα από την πρόσφατη ιστορία και χωρίς να βλέπει τη «δύση της Δύσης». Ούτε καταλαβαίνει ότι βρίσκεται πολύ κοντά στην περιοχή του εγκλήματος, κι ότι ευθύνεται για τη συγκάλυψη και την αμέριστη συνδρομή στον δράστη. Κι αυτό ομολογείται ως αρετή και υπεύθυνη πολιτική…
«Χώρα πρώτης γραμμής για τις ΗΠΑ», «χώρα στρατηγικού βάθους για το Ισραήλ». Αυτό θα πει ρεαλιστική και «εθνική» γραμμή στις μεγάλες φουρτούνες και αναδασμούς που έρχονται! Αλλά και εκεί θα δείξουμε την προθυμία μας. Πόσο κοντά είναι η 7/12 και τι ετοιμάζεται στη Θεσσαλονίκη; Αντί για μια γραμμή εθνικής κυριαρχίας, ακολουθούμε μια πολιτική μετατροπής μας σε μέρος των αδιέξοδων που αναπαράγει η συλλογική Δύση, νομίζοντας ότι έχουμε κάποια προστασία. «Προστάτες» έχουμε, με τη λαϊκή έννοια. Εθνική κυριαρχία δεν έχουμε, και δεν υπάρχει ίχνος ντροπής γι’ αυτό. «Γεια σου Μπίμπι, τι κάνεις Κούλη», «Καλώς τον Ταγίπ»…