Είναι φανερό ότι οι ΗΠΑ του Τραμπ δεν «αναγνωρίζουν» την Ε.Ε. ως υποκείμενο που έχει ρόλο στο πλανητικό παιχνίδι. Προσοχή λέγω ότι δεν την αναγνωρίζουν ως υποκείμενο και όχι ως υποκείμενο μεγάλης δυνάμεως. Δεν επιθυμούν να διαπραγματευθούν μαζί της για θέματα που αφορούν στην αρχιτεκτονική ασφαλείας ούτε του πλανήτη αλλά ούτε και της Ευρώπης. Αλλά ούτε και για οποιοδήποτε από τα διμερή ζητήματα που έχουν ή θα ανακύψουν στο προσεχές μέλλον. Προφανώς εννοώ ζητήματα που αφορούν στο διασυνοριακό εμπόριο, στους δασμούς , στις κινήσεις των κεφαλαίων κ.λπ.

Η Ε.Ε. ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ σε αμηχανία κυρίως γιατί βρέθηκε και είναι εντελώς απροετοίμαστη να αντιμετωπίσει τη διαμορφούμενη νέα κατάσταση. Οι μεγάλες δυσκολίες που έχει να αντιμετωπίσει η Ε.Ε. περιγράφονται με σαφήνεια στην προκαταρκτική έκθεση που συνέταξαν οι διοργανωτές της Διάσκεψης Ασφάλειας του Μονάχου 2025: σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται η Ε.Ε. αντιμετωπίζει μια «τέλεια καταιγίδα» κρίσεων που απειλούν το σύνολο των υποδειγμάτων της: αυτό της ασφάλειας, της οικονομίας και της πολιτικής. Η ετήσια έκθεση, που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2025, σημειώνει ότι για τη Γηραιά Ήπειρο, η οποία εκπροσωπεί –κατά τους συντάκτες της έκθεσης– «τη φιλελεύθερη διεθνή τάξη», η αυξανόμενη αμφισβήτηση των θεμελιωδών στοιχείων αυτής της τάξης αποτελεί μια ιδιαίτερα σοβαρή πρόκληση.

Σήμερα, αυτές οι πιέσεις φτάνουν στο αποκορύφωμά τους, με αποτέλεσμα μια τριπλή κρίση για την Ε.Ε.: Ο πόλεμος στην Ουκρανία κατέστρεψε τη συνεργατική αρχιτεκτονική ασφάλειας της Ευρώπης. Η αυξανόμενη στρατιωτικοποίηση των οικονομικών αλληλεξαρτήσεων απειλεί το οικονομικό μοντέλο της Ε.Ε. Το ευρωπαϊκό υπόδειγμα «φιλελεύθερης δημοκρατίας» αντιμετωπίζει άνευ προηγουμένου εσωτερική και εξωτερική αμφισβήτηση.

Οι ευθύνες είναι αποκλειστικά των αρχηγεσιών της Ε.Ε., που βρίσκεται σήμερα σε αυτή τη θέση. Τούτο προκύπτει χωρίς δυσκολία, αν κανείς μελετήσει προσεκτικά το πως αυτές πολιτεύθηκαν ολόκληρη την περίοδο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά ειδικότερα μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και την ενοποίηση της Γερμανίας, δηλαδή από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 (1). Γράφω αποκλειστικά, διότι ποτέ ουσιαστικά δεν επεξεργάστηκαν ένα σχέδιο σχετικής αυτονόμησης από την πολιτική και στρατιωτική (κυρίως τη δεύτερη) κυριαρχία των ΗΠΑ. Ο χαλύβδινος μηχανισμός της κυριαρχίας των ΗΠΑ επί των χωρών της Ευρώπης (αρχικά της δυτικής και στη συνέχεια της συνολικής) είναι το ΝΑΤΟ. Προστατεύει υποτάσσοντας! Εξασφαλίζει την επικυριαρχία των ΗΠΑ, χωρίς να αποτρέπει την οικονομική ανάπτυξη, την κοινωνική ευημερία κ.λπ.

Το νέο δίλημμα επιλογής για τις αρχηγεσίες της Ε.Ε. είναι κάτι μεταξύ πεθαμένων και ζωντανών νεκρών, θυμίζοντάς μας τον Κυνηγό Γκράκχους του Φ. Κάφκα

ΤΟ ΚΑΘΟΡΙΣΤΙΚΟ επίπεδο της σχέσης ΗΠΑ-ευρωπαϊκών χωρών προφανώς βρισκόταν στην πλευρά των ΗΠΑ. Από εκεί εκκινούσε. Στα σχεδόν 80 χρόνια της ύπαρξης του ΝΑΤΟ, οι ευρωπαϊκές αρχηγεσίες ουδέποτε, ακόμη και την περίοδο που επιταχύνονταν οι διαδικασίες ενοποίησης των οικονομιών των χωρών τους και τη δημιουργία της Ε.Ε., δεν σκέφτηκαν σοβαρά, να αποκτηθεί μια σχετική αυτονομία σε στρατιωτικό επίπεδο από τις λειτουργίες του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ παρά τα ψελλίσματα που κατά καιρούς είχαν ακουστεί.

Δείγματα της σημερινής συμπεριφοράς της διοίκησης Τραμπ, εν σπέρματι αλλά και ως ρητορικές απειλές, είχαν λάβει χώρα, κατά τη διάρκεια της προηγουμένης προεδρίας.

«Ήταν ολοφάνερο ότι με τις Ηνωμένες Πολιτείες να εξαρτούν ολοένα και περισσότερο την εξωτερική τους πολιτική με την προσέγγιση της “ισορροπίας δυνάμεων”, βασιζόμενες περισσότερο στους περιφερειακούς φορείς για τη διαχείριση απειλών, οι μακροπρόθεσμες εγγυήσεις για την ασφάλεια των ΗΠΑ που υπήρξαν το σήμα κατατεθέν της Ευρωπαϊκής άμυνας από το 1945 δεν μπορούν πλέον να υπολογίζονται από τους ηγέτες των Ευρωπαϊκών χωρών και πρωτίστως από την Γερμανία. Ήταν σαφές ότι με την (πρώτη) εκλογή Τραμπ διαφαινόταν η επανεξέταση κύριων προσεγγίσεων της Αμερικανικής Στρατηγικής. Αυτό ήταν από καιρό αναμενόμενο. Ο Πρόεδρος Τραμπ, όσον αφορά την εθνική στρατηγική των ΗΠΑ, εμφανίζεται ως κύριος εκφραστής αναζήτησης νέων προσανατολισμών και προσεγγίσεων και αυτό είναι το κύριο ζήτημα της στρατηγικής θεωρίας τους επόμενους μήνες και χρόνια. Τίποτα δεν προδικάζεται αλλά θα ήταν λάθος εάν ως προς τους στρατηγικούς προσανατολισμούς των ΗΠΑ δεν υπογραμμίζεται η διαφορά μεταξύ μιας υπερεκτατικής πολιτικής και των διακηρύξεων της νέας προεδρικής διοίκησης, οι οποίες υποδηλώνουν αναζήτηση προϋποθέσεων ισορροπίας». (2)

Αυτό που βασικά φαίνεται ότι αγνόησαν πεισματικά οι ευρωπαϊκές αρχηγεσίες ήταν οι κοινωνικές διεργασίες στην κοινωνία των ΗΠΑ, οι οποίες στα χρόνια της παγκοσμιοποίησης οδηγήθηκαν σε τρομακτική όξυνση μεταξύ των liberals και των υπολοίπων πληθυσμών της αμερικανικής χώρας, που εκφράστηκε με την πρώτη εκλογή Τραμπ αλλά κυρίως με τη δεύτερη καταδεικνύοντας το βαθύ χάσμα της αμερικάνικης κοινωνίας.

Μάλιστα μιας κοινωνίας που αισθάνεται ότι δεν είναι έξω από την κρίση. Οι θεσμοί κατακερματίζονται. Οι ιδρυτικές αξίες του έθνους, από την ελευθερία της έκφρασης μέχρι την κοινή λογική, αποτελούν αντικείμενο πολύ όξινης διαμάχης. Η συναίνεση για τον αμερικανικό τρόπο ζωής έχει καταρρεύσει. Υπάρχει ένας εμφανής πόλεμος μεταξύ των δύο στρατοπέδων. Το κλίμα είναι τόσο τοξικό που είναι αδύνατο να μιλήσει κανείς για πολιτική. Σ’ αυτό το πλαίσιο, φαίνεται ότι έχει διαρραγεί και η συναίνεση μεταξύ των δύο κομμάτων –Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων– για την εξωτερική πολιτική της χώρας που ίσχυε τουλάχιστον από το τέλος του Β΄ Π.Π. Εξωτερική πολιτική που στο αναφερόμενο διάστημα ασκήθηκε με τον γνωστό τρόπο της επέκτασης και παρουσίας των ΗΠΑ σχεδόν σε ολόκληρο των Πλανήτη μέσω συμμαχιών και βάσεων. Στην περιοχή της Ευρασίας η παρουσία του ΝΑΤΟ αποτελούσε τη βάση ασφαλείας του λεγόμενου συστήματος Δύση. Φυσικά το μεγαλύτερο κόστος κατέβαλαν οι ΗΠΑ.

Το νέο δίλημμα επιλογής για τις αρχηγεσίες της Ε.Ε. είναι κάτι μεταξύ πεθαμένων και ζωντανών νεκρών, θυμίζοντάς μας τον Κυνηγό Γκράκχους του Φ. Κάφκα

ΘΕΩΡΩ ΟΤΙ αυτό είναι το κρίσιμο σημείο. Οι ευρωπαϊκές αρχηγεσίες αρνούνται πεισματικά να αντιληφθούν τι και γιατί έχει αλλάξει στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, με τις δύο εκλογές Τραμπ: η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ όλο και περισσότερο θα ασκείται με γνώμονα τα νέα υπαρκτά προβλήματα στο εσωτερικό των ΗΠΑ και όχι το αντίθετο. Το βάρος που δημιουργούνται από προβλήματα στο εξωτερικό, και τα οποία η προεδρία Τραμπ δεν θεωρεί σημαντικά για την ασφάλεια των ΗΠΑ, αλλά αντιθέτως δημιουργούν δημοσιονομικό κόστος θα εγκαταλειφθούν ή σωστότερα θα βρεθούν λύσεις που θα βοηθούν τις ΗΠΑ να αποκομίζει κέρδη από αυτά.

Σιγά αλλά σταθερά οι εγγυήσεις ασφαλείας που παρέχουν οι ΗΠΑ στις ευρωπαϊκές χώρες βαίνουν μειούμενες και μάλιστα οι μειώσεις γίνονται σε περιβάλλον επιθετικότητας από τη μεριά των ΗΠΑ και σε καθεστώς αυξανόμενης έλλειψης εμπιστοσύνης!

Επομένως προκύπτει το ζήτημα το πως θα διαβάσουν οι ευρωπαϊκές αρχηγεσίες τις διεργασίες της κοινωνίας των ΗΠΑ , δηλαδή αν τις θεωρήσουν δομικές ή αν θα πιστέψουν για ακόμη μια φορά, ότι η επιστροφή των Δημοκρατικών στην εξουσία –όποτε αυτό συμβεί– θα στρέψει πάλι τις εξελίξεις στις παλιές γνωστές ράγες. Αν υπερισχύσει το τελευταίο στο μυαλό των Ευρωπαίων, το οποίο είναι και πιο εύκολο και καθησυχαστικό, διότι δεν τους βγάζει από τη βολική θέση της «πολυτελούς εθελοδουλίας», προφανώς θα είμαστε σχεδόν σίγουροι για το μέλλον της Ε.Ε. ως ενός μορφώματος που είναι καταδικασμένο να αυτοδιαλυθεί. Αν υπερισχύσουν θέσεις που βρίσκονται στον αντίποδα όσον αφορά στις κοινωνικές διαδικασίες στις ΗΠΑ είναι επίσης σίγουρο ότι το μέλλον του ευρωπαϊκού μορφώματος θα εξαρτηθεί: πρώτον από το πως θα πορευθεί η Γερμανία και δεύτερον πόσες ευρωπαϊκές χώρες θα ακολουθήσουν τις ΗΠΑ ως υπήκοοι-κλητήρες και πόσες θα βρουν μια σχέση με τη Ρωσία (και την Κίνα) επίσης ως τελευταίοι τροχοί της αμάξης.

Παραπομπές

1) Κ. Μελάς, Για να θυμόμαστε και να μην λησμονούμε τις πολιτικές που ακολούθησαν οι αρχηγεσίες της ΕΕ, Περιοδικό Νέο Πλανόδιον
2) Κ. Μελάς, Η Γερμανική Εξωτερική Πολιτική, προσεχής δημοσίευση

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!