Ο Στέλιος Χαραλαμπόπουλος, από τους πλέον ενεργούς και πολιτικοποιημένους κινηματογραφιστές σήμερα, διερευνά στο νέο αποκαλυπτικό ντοκιμαντέρ του «Ο Κόκκινος Δάσκαλος», τη σκοτεινή υπόθεση της εκτέλεσης του κομμουνιστή Νίκου Πλουμπίδη, που «κατηγορήθηκε από το κράτος για κατάσκοπος και από το κόμμα του για προδότης», εν μέσω μιας εξαιρετικά δυσερμήνευτης ψυχροπολεμικής εποχής, στη μετεμφυλιακή Ελλάδα, επιχειρώντας μια πολιτική και ηθική αποκατάστασή του.
Παραθέτουμε τη συνέντευξη που μας έδωσε ο σκηνοθέτης στο γεμάτο βιβλία όμορφο σπιτικό του.
Τι σας ώθησε να ασχοληθείτε με την υπόθεση Πλουμπίδη;
Η τραγική πορεία αυτού του ανθρώπου, το μέγεθος της αφοσίωσης στην ιδεολογία και στο κόμμα του ακόμα και στη δίκη -παρά την κατασυκοφάντηση- θυμίζει αρχαία τραγωδία. Αυτό με ώθησε να κάνω αυτή την ταινία. Όχι μόνο δεν υπέγραψε δήλωση μετανοίας, αλλά πέθανε ζητωκραυγάζοντας για το ΚΚΕ, που την επομένη μίλαγε για σκηνοθετημένη εκτέλεση και διαφυγή του στην Αμερική.
Πώς καταλήξατε στη συγκεκριμένη αφηγηματική δομή και την επιλογή να επικεντρωθείτε στον γιο του, τον ψυχίατρο Δημήτρη Πλουμπίδη.
Χτίζοντας την ταινία γύρω από το λόγο του Νίκου Πλουμπίδη, όπως σώθηκε μέσα από τα γραπτά του, έδωσα μεγάλη σημασία στις επιστολές που έστελνε παράνομα από τη φυλακή, ενώ επιλέγοντας διπλή οπτική στάθηκα και στις αναμνήσεις του γιου του Δημήτρη Πλουμπίδη, που επιχειρεί μια δύσκολη κατάδυση σε αυτή την ιστορία.
Δίχως την βοήθειά του δεν θα γινόταν η ταινία. Παράλληλα, στόχευα να εντάξω την προσωπική ιστορία μέσα στη γενικότερη Ιστορία της εποχής, συμπεριλαμβάνοντας σχετικά ντοκουμέντα. Σημαντικό ήταν πως ο Δημήτρης Πλουμπίδης μαζί με τον Ηλία Νικολακόπουλο είχαν καταφέρει να πάρουν από την Ασφάλεια το φάκελο του Νίκου Πλουμπίδη, όπου βρέθηκε ένας απίθανος πλούτος στοιχείων, που αποκάλυπτε τους για επί χρόνια κρατικούς και παρακρατικούς μηχανισμούς παρακολούθησης. Συχνά στις υπηρεσιακές αναφορές αναγνωριζόταν το ηθικό μεγαλείο του Πλουμπίδη, ακόμα και από ορκισμένους αντιπάλους του.
Οι επιστολές του Πλουμπίδη, που μάλιστα τις διαβάζετε εσείς ο ίδιος, βρέθηκαν σε κάποιο αρχείο ή στο οικογενειακό του περιβάλλον;
Ο Πλουμπίδης, που ήταν φυματικός, έγραψε αυτές τις επιστολές όντας κρατούμενος στο Σανατόριο Σωτηρία. Παρά την αυστηρή 24ωρη παρακολούθηση, κατάφερνε να τις βγάζει έξω, με μυθιστορηματικό τρόπο, που περιγράφεται στην ταινία από τον γιο του. Οι επιστολές απευθυνόντουσαν στον κουνιάδο του, τον Δημοσθένη, αδερφό της γυναίκας του, της Ιουλίας Πλουμπίδη-Παπαχρήστου, με στόχο να δοθούν κάποια στιγμή στο ΚΚΕ, για την αποκατάστασή του. Εκτός από τις επιστολές, για να μην κινήσει υποψίες, συνέτασσε και το γενεαλογικό δέντρο της οικογένειας, αλλά και ένα σημαντικό αυτοβιογραφικό κείμενο, όπως του είχε ζητήσει το κόμμα. Τα χειρόγραφα αυτά πέρασαν στο αρχείο της οικογένειας, το οποίο ενημέρωνε η Ιουλία μέχρι το θάνατό της, με συνεχιστή τον Δημήτρη Πλουμπίδη, μέχρι που δόθηκαν στο Ιστορικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη.
Αρχειακό υλικό, φιλμάκια, φωτογραφίες εποχής και άρθρα εφημερίδων φανερώνουν εκτεταμένη έρευνα. Πόσο καιρό χρειαστήκατε; Συναντήσατε δυσκολίες; Ήταν εύκολο να ανοίξουν στόματα;
Έρευνα έκανα για καιρό, όπως συνηθίζω στις ταινίες μου, ψάχνοντας και σε πολλά αρχεία (ΑΣΚΙ, Βουλής Των Ελλήνων κ.ά.), ενώ μου παραχώρησε υλικό και ο Νίκος Καβουκίδης, από την ταινία του «Μνήμες». Στην οπτική μιας εποχής, που τραυμάτισε και δίχασε βαθιά τον κόσμο της Αριστεράς, σημαντική ήταν και η συμβολή των ιστορικών Βαγγέλη Καραμανωλάκη, που ετοιμάζει βιβλίο για τον Νίκο Πλουμπίδη, Ιωάννα Παπαθανασίου, που ασχολείται με την Ιστορία του Κομμουνιστικού Κινήματος και της ΕΔΑ, Τάσο Σακελλαρόπουλο, προϊστάμενο του Ιστορικού Αρχείου Μπενάκη και Μενέλαο Χαραλαμπίδη, που ειδικεύεται στην περίοδο της Κατοχής, όπου εκτυλίσσεται το σημαντικότερο κομμάτι της δράσης του Πλουμπίδη.
Στο ντοκιμαντέρ δεν υπάρχει η άποψη του ΚΚΕ. Είναι δική σας επιλογή ή υπήρξε άρνηση;
Ήταν δική μου επιλογή. Αυτή η ιστορία εκτυλίχθηκε όταν στην Ελλάδα είχαμε ένα ενιαίο ΚΚΕ, ενώ στην πορεία προέκυψαν πολλά κομμάτια, καθένα από τα οποία είχε τις δικές του τοποθετήσεις, για την υπόθεση Πλουμπίδη. Δεν ήθελα η ταινία να αποτελέσει κομματικό διάλογο, αλλά να κινηθεί σε ανθρώπινο επίπεδο. Σαφώς και η ταινία διαμορφώνει άποψη, οι ιστορικοί με τους οποίους συνεργάστηκα έχουν άποψη, δεν είναι φερέφωνα μιας ουδέτερης πραγματικότητας. Απευθύνθηκα στο ΚΚΕ για τα αρχεία, ό,τι ζήτησα μου δόθηκε, δίχως πρόβλημα. Μετά την προβολή της ταινίας στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, στο Ριζοσπάστη δημοσιεύτηκε κείμενο ενός ιστορικού, που επεσήμανε την παράλειψη της στάσης του Πλουμπίδη σε εσωκομματικά ζητήματα, την περίοδο της φραξιονιστικής πάλης. Δεν χωράνε τα πάντα σε μια ταινία. Άλλωστε ένα ντοκιμαντέρ τεκμηρίωσης έχει αισθητικούς κανόνες. Επιλέγοντας προσωπικά το είδος ποιητικού ντοκιμαντέρ, καταλήγω αναπόφευκτα στην ελλειπτικότητα και σε στοιχεία αφαίρεσης, που εξάλλου εμπεριέχονται στην ποίηση. Ήθελα να αναδείξω λιγότερο γνωστά χαρακτηριστικά του Πλουμπίδη. Είχε εμπεριστατωμένη γραφή, ήταν χαρισματικός δάσκαλος με παιδαγωγικό έργο, προσπάθησε να οργανώσει το διδασκαλικό κίνημα, ενώ είχε πλούσια πολιτική δράση κατά το μεσοπόλεμο και τη μεταξική δικτατορία, καθώς και στην περίοδο της Κατοχής. Ο περισσότερος κόσμος αγνοεί τη συνεισφορά του Πλουμπίδη στους κοινωνικούς αγώνες και στην πατρίδα του. Παρόλο που γι’ αυτή τη μακρινή εποχή η νεότερη γενιά γνωρίζει ελάχιστα, δεν ήθελα να κατακλύσω την ταινία με πληροφορίες, γιατί θα στραγγάλιζε το συναίσθημα. Προτίμησα να αναδείξω το στοιχείο της ποίησης και της συγκίνησης.
Κρατάτε εκτός κάδρου τις επιστολές και ως εικόνα το κομμάτι των συνεντεύξεων, φωτογραφίες και ντοκουμέντα με την κάμερα στα μέρη που βρέθηκε ο Πλουμπίδης. Πώς επιλέξατε τους χώρους και τον τρόπο κινηματογράφησής τους;
Ήθελα τη διάσταση ενός βιωμένου χώρου, ζωντανεύοντας υποθετικά μέρη όπου ο Πλουμπίδης ήταν κρατούμενος. Συνδυάζοντας ποιητικά την υποκειμενική ματιά, φαντάζομαι πώς θα έβλεπε ο Πλουμπίδης τη ζωή έξω να περνά, έχοντας μια αποσπασματική αντίληψη, μέσα από τις γρίλιες ενός παραθύρου, γιατί πέρασε πολλά χρόνια στην παρανομία. Οι φυλακές στο Σανατόριο του Σωτηρία ζωντανεύουν μέσα από μεγάλα τράβελινγκ, τονίζοντας την ασφυκτική απομόνωση. Η ταινία ξεκινάει με περιγραφικό πανοραμίκ στο δωμάτιο που υποτίθεται ότι ήταν κρατούμενος, ενώ με αντίστοιχο μεγάλο πλάνο παρουσιάζω τη βραδιά πριν την εκτέλεση, όπου μέσα από την υπηρεσιακή μαρτυρία ενός φύλακα, βγαίνει το μεγαλείο του Πλουμπίδη στις τελευταίες ώρες του. Ωστόσο, δεν είναι παρά μια αναπαράσταση, βασισμένη σε μαρτυρίες, όπως του συγκρατούμενου τότε Τάσσου Βουρνά, που αναφέρει πως ενώ τον άκουγαν να φωνάζει «γεια σας παιδιά», πριν την εκτέλεση, ούτε ένας δεν του απάντησε, λόγο κομματικής γραμμής.
Πράγματι, δημιουργείτε εξαιρετική συναισθηματική κορύφωση στο τέλος. Η κάμερα βρίσκεται στον πραγματικό χώρο εκτέλεσης; Πώς βρέθηκε η συνταρακτική φωτογραφία, με τον Πλουμπίδη νεκρό;
Πήγαμε στο χώρο που τον εκτέλεσαν, γιατί ήθελα να δω τι αντίκρυσε τελευταία φορά. Σήμερα υπάρχει εκεί ένα μνημείο. Όσο για τη φωτογραφία, ήταν αυτή που δημοσιεύτηκε την επομένη στον τύπο, ως τεκμήριο της εκτέλεσης.
Μιλήστε μας για τη μουσική επιμέλεια και τη συνεργασία σας με τον Πλάτωνα Ανδριτσάκη.
Το κινηματογραφικό κλίμα της ταινίας δόθηκε τόσο από τη σκοτεινή φωτογραφία του Νίκου Βασιλόπουλου, αποδίδοντας το ζόφο της εποχής, όσο και από την ηχητική δραματοποίηση του Μάριου Αθανασόπουλου, με τον βήχα που ακούγεται, ενώ στο αποτέλεσμα συνέβαλε δραστικά η δραματική μουσική του Πλάτωνα Ανδριτσάκη, τακτικού συνεργάτη μου από παλιά. Με «Το τραμ το τελευταίο» υπονοείται η μελαγχολία του Πλουμπίδη, σαν να ακούγονται περαστικοί μετά από γλέντι, ενώ αυτός είναι έγκλειστος. Αντίστοιχα, το δραματικό οπερετικό τραγούδι με τον Καρούζο υποτίθεται ότι ακούγεται από ένα ραδιόφωνο στο σπίτι όπου κρυβόταν, υπονοώντας ότι η ζωή έτρεχε δίπλα αλλά αυτός έπρεπε να παραμένει αόρατος, πνίγοντας ακόμα και τον βήχα του, για να μην προδοθεί.
* Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου, [email protected]