Στον απόηχο της «αραβικής άνοιξης», το 2011, που στο κατώφλι του 21ου αιώνα σάρωσε διαφθορά, νεποτισμό, αυταρχισμό και απαρχαιωμένες πατριαρχικές αντιλήψεις, αναδύθηκαν νέες φωνές στο Μαροκινό σινεμά. Γυναίκες σκηνοθέτριες όπως η Μέριεμ Μπενμ’Μπαρέκ-Αλοϊζί (Σοφία/2018) και η Μαριάμ Τουζανί, που γνωρίσαμε με το σπαρακτικό «Μπλε Καφτάνι» (2022), επιχείρησαν με εργαλείο τον κινηματογράφο να δημιουργήσουν ανοιχτό δίαυλο με την κοινωνία, εστιάζοντας στη θέση της γυναίκας στον αραβικό κόσμο. Η πρώτη ταινία της Τουζανί «Αδάμ» (2019), που κυκλοφόρησε πρόσφατα στη χώρα μας, αφορά ένα εσωστρεφές κοινωνικό σινεμά γεμάτο σιωπές, που μιλά μέσα από μικρά καθημερινά δράματα για μεγάλες αλήθειες. 

Στη σύγχρονη Καζαμπλάνκα, η νεαρή Σάμια (Νισρίν Εραντί), μια ανύπαντρη έγκυος -ταμπού για την αραβική κοινωνία, που απαγορεύει την ερωτική συνεύρεση πριν από το γάμο- αναζητά απεγνωσμένα δουλειά και κατάλυμα. Αποκαρδιωμένη από την απόρριψη, παρά την προχωρημένη της εγκυμοσύνη, η Σάμια βρίσκει τελικά προσωρινή φιλοξενία στο σπίτι της νεαρής χήρας Άμπλα (Λούμπνα Αζαμπάλ), που ζει με την 8χρονη κόρη της, την χαμογελαστή Γουάρντα και βιοπορίζεται με τα πιτάκια που ετοιμάζει, έχοντας διαμορφώσει σε φούρνο μια γωνιά του σπιτιού της.

Μόλις η Άμπλα συνειδητοποιήσει ότι η ετοιμόγεννη Σάμια κοιμάται στο δρόμο, αποφασίζει να την περιθάλψει, μέχρι να γεννήσει, αψηφώντας τα κουτσομπολιά της κοινωνίας. Επειδή ένα παιδί εκτός γάμου θεωρείται «απόκληρο», η Σάμια είναι αποφασισμένη να το δώσει αμέσως μετά τη γέννα για υιοθεσία. Ωστόσο, οι αργίες μιας παραδοσιακής γιορτής την υποχρεώνουν να το κρατήσει ένα κρίσιμο τριήμερο, δοκιμάζοντας σκληρά την αντοχή της.

Η ιστορία εξελίσσεται μέσα από την καταλυτική σχέση των δυο γυναικών. Μοιρασμένη η αεικίνητη Άμπλα ανάμεσα στις οικιακές ασχολίες, την κόρη της και τη «σπιτική» της επιχείρηση, βρίσκεται διαρκώς σε εγρήγορση. Πλάνα που χάνει τον ύπνο της σκεπτική ή απολαμβάνει τη γαλήνια σιωπή στο ξημέρωμα, μαρτυρούν το μαράζι της, για τον αιφνιδιαστικό θάνατο του συζύγου της. Ωστόσο, η πληθωρική γυναικεία παρουσία της εγκύου Σάμια αφυπνίζει τον χαμένο ερωτισμό της, ενώ κεντρίζει και το ενδιαφέρον της μικρής Γουάρντα, που αντιλαμβάνεται τα στάδια της ανθρώπινης ύπαρξης, συνυφασμένης με τη γυναικεία φύση. Όσο η Άμπλα παραμένει δραστήρια, τόσο η Σάμια αδρανεί κάτω από το βαρύ φορτίο -ψυχικό και σωματικό- της εγκυμοσύνης, που τη βιώνει σαν μια παρατεταμένη στατική αναμονή. Απεικονίζεται να δυσφορεί με την άβολα φουσκωμένη κοιλιά της, ωστόσο, μετά τη

συμπονετική αποδοχή της από την Άμπλα, η Σάμια γίνεται ζωοδότρα δύναμη, επιχειρώντας να επαναφέρει το σβησμένο χαμόγελο της Άμπλα. Της μαθαίνει να απολαμβάνει μικρές καθημερινές ασχολίες, ακόμα και στο ζύμωμα, που μέσα από κοντινά πλάνα αποκτά σαρκική αίσθηση, ανακαλώντας και την ταινία «Κρυφή Συνταγή» (2017) του  Ισραηλινού Βερολινέζου Οφίρ Ραούλ Γκράιτσερ.

Δίχως πολλά λόγια, οι δυο γυναίκες συντονίζονται στη ρουτίνα του σπιτιού και τις εργασίες του φούρνου. Αποκορύφωμα η γιορτινή σκηνή μέσα στην κουζίνα -βασίλειο των γυναικών- όπου οι δυο γυναίκες, υπό το άκουσμα παραδοσιακής μουσικής, ζυμώνουν και παρασκευάζουν μαζί, ως μαγισσούλες, αραβικά γλυκά και μπισκότα. Μέσα από κοφτά πλάνα στα υλικά και στην μικρούλα Γουάρντα να χορεύει στο ρυθμό, καταγράφεται ένα κλίμα ευδαιμονίας, σηματοδοτώντας την αισιόδοξη μετάλλαξη της Άμπλα. Στον αντίποδα, μετά τη γέννα σκοτεινιάζει η  Σάμια, γιατί σε μια καταπιεστική κοινωνία αυτό το χαρμόσυνο γεγονός διαστρεβλώνεται στα όρια αρχαίας τραγωδίας.

Υιοθετώντας έναν κοινωνικό «αλά Νταρντέν» ρεαλισμό, με σφιχτά κλειστοφοβικά πλάνα που εκφράζουν την απόγνωση της ηρωίδας, η κάμερα ακολουθεί την Σάμια καθώς περπατάει στα στενά σοκάκια στο παζάρι. Η επιλογή αισθητικής πορτρέτου και κλειστού κάδρου, με πολλά κοντινά πλάνα στα πρόσωπα, επικεντρώνει στον ψυχισμό των γυναικών, κυρίως μέσα από εκφράσεις και βλέμματα, οπτικοποιώντας έννοιες μη ειπωμένες, όπως καταπίεση και ανελευθερία. Η αρχική απόκρυψη της ολόσωμης θέασης της Σάμια, που μεταθέτει την αποκάλυψη της κατάστασής της,  ευθυγραμμίζεται σκηνοθετικά με τη διαρκή απόκρυψη στοιχείων που γίνονται αντιληπτά από υπονοούμενα, για να τονιστεί η κοινωνική και θρησκευτική επιβολή αποσιώπησης, με την γυναίκα δίχως δημόσιο λόγο και υπόσταση να ασφυκτιά.

Αποτολμώντας η Σάμια να απολαύσει τον ερωτισμό της εκτός γάμου, τελικά μένει έγκυος, μπλέκοντας μητρότητα, σεξουαλική ενοχή και κοινωνική κατακραυγή. Η παρουσία ασυνόδευτης νεαρής εγκύου, που μάλιστα ψάχνει για δουλειά και στέγη, στο Μαρόκο αποτελεί απόδειξη πως έχει μείνει έγκυος εκτός γάμου, και θεωρείται αξιοκατάκριτη, πτυχή που αναδεικνύεται και στην ταινία «Σοφία».

Δίχως πρωτότυπη μουσική υπόκρουση, η ταινία χρησιμοποιεί διηγητική μουσική μέσα από αραβικά τραγούδια και παραδοσιακές μαροκινές μουσικές, σε μετρημένες στιγμές. Η μικρή Γουάρντα -δηλαδή ρόδο- εξηγεί πως οφείλει το όνομά της στην διάσημη τραγουδίστρια Αλγερινής και Λιβανέζικης καταγωγής Γουάρντα Αλ-Τζαζαίρια(1939-2012), που λάτρευε η μητέρα της, αλλά δεν την έχει ξανακούσει, μετά το θάνατο του άντρα της. Έτσι, η Σάμια βάζει επίτηδες ένα ερωτικό λαϊκό σουξέ της Γουάρντα, το «Βatwanes Beek» (είσαι πάντα μαζί μου/1992), επιχειρώντας να αναζωπυρώσει την ερωτική σπίθα της Άμπλα. Στο άκουσμα των γεμάτων καημό ερωτικών στίχων του τραγουδιού, όσο η Άμπλα αντιστέκεται, τόσο η Σάμια επιχειρεί κοιτώντας την κατάματα, να την χορέψει στο ρυθμό, που καταλήγει σε τσιφτετέλι.

Τα πάντα λέγονται μέσα από τα βλέμματα των γυναικών, σε κοφτά πλάνα, και η δακρυσμένη Άμπλα αρχίζει να λικνίζεται, ανακαλώντας τον λησμονημένο ερωτισμό της. Σε αυτή την εξαιρετική σκηνή δίχως λόγια, τα κοντινά στα διάτρητα πρόσωπα καταγράφουν λεπτές συναισθηματικές αποχρώσεις, σε μια εκπληκτική ερμηνεία.

Εκφράζοντας σωματικά και χωροταξικά, στον αραβικό κόσμο, τη συρρικνωμένη δημόσια παρουσία των γυναικών, η δράση περιορίζεται κυρίως μέσα στο σπίτι, στα όρια γυναικωνίτη-καταφύγιου, μέσα από τις συνήθεις γυναικείες ασχολίες. Με επίκεντρο το γυναικείο σώμα, στην ταινία της Τουζανί, που φέρνει ζωή και δίνει τροφή, διερευνώνται διεξοδικά γυναικεία αλληλεγγύη, μητρότητα, θηλασμός και λαβωμένος ερωτισμός στην αραβική κοινωνία, που ποινικοποιεί τη γυναικεία ηδονή εκτός γάμου. Όσο η χήρα μητέρα Άμπλα αρνείται τη γυναικεία της υπόσταση, η Σάμια, με την πληθωρική κατάσταση της εγκυμοσύνης, παραμένει ελκυστικά θηλυκή, αρνείται όμως την καταδικασμένη μητρότητα. Η αλληλεγγύη δρα καταλυτικά στις δυο λαβωμένες από την απουσία αντρών γυναίκες και ανοίγονται η μια στην άλλη, διαπιστώνοντας εύστοχα από κοινού, πως ελάχιστα πράγματα τους ανήκουν.

Ντυμένες με παραδοσιακές κελεμπίες και μαντήλια στο κεφάλι οι ηρωίδες μοιάζει να ανήκουν σε παλιότερη εποχή, σαν να έχει κολλήσει ο χρόνος, ενώ η απουσία κινητών στην ταινία δημιουργεί απροσδιόριστη ά-χρονη διάσταση, ίσως για να τονιστεί και η διαχρονικότητα αυτών των καταστάσεων. Η θέαση του σώματος της Άμπλα μέσα στον καθρέφτη, μετά την καταλυτική σκηνή του χορού, τονίζει την φλογερή ανάγκη της να ανακτήσει τον ναρκωμένο της ερωτισμό, κόντρα στην κοινωνία που απαγορεύει στην γυναίκα σαρκική υπόσταση και ηδονή. Το συναισθηματικό άνοιγμα της Άμπλα συμπορεύεται με το σωματικό άνοιγμα της Σάμια κατά τον τοκετό, για να ακολουθήσει το παραδοσιακό σφιχτό τύλιγμα της κοιλιάς της λεχώνας από την Άμπλα, που αναφέρει: «πρέπει να κλείσουμε αυτό που άνοιξε για να δώσει ζωή», σε μια διαρκή συστολή-διαστολή, ίδιον του παλλόμενου γυναικείου σώματος, σε μια ταινία που η σκηνοθέτρια αφιερώνει στην δική της μητέρα.

*  Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου,

[email protected]

INFO

  • Για 13η χρονιά το freecinema.gr διοργανώνει 27/6-3/7/2024, κύκλο προβολών «Ξαφνικά φέτος το καλοκαίρι», στο θερινό σινεμά Ριβιέρα, στα Εξάρχεια. Πρόγραμμα gr/suddenly-this-summer-2024-the-programme
  • Αφιέρωμα «K-Crime: εννέα νουάρ ταινίες του σύγχρονου κορεατικού σινεμά», διοργανώνεται 27/6-5/7/2024, στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος, στον θερινό κινηματογράφο Λαΐς. Πρόγραμμα ly/kcrime-screenings
Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!