Με αφορμή το αφιέρωμα της Ταινιοθήκης μιλούν στο Δρόμο και την Ιφιγένεια Καλαντζή οι ηθοποιοί Τάκης Μόσχος, Τάκης Σπυριδάκης, Δώρα Μασκλαβάνου και ο βοηθός του Χρήστος Χουλιάρας.

Ο Νίκος Νικολαΐδης υπήρξε, αναμφισβήτητα, μια ξεχωριστή περίπτωση του ελληνικού σινεμά. Η ιδιαίτερη ατμόσφαιρα που διαχέεται στα έργα του και η ασυνήθιστη θεματολογία του, δημιούργησαν μια πολύ προσωπική κινηματογραφική γραφή, που εδράζει στο φιλμ νουάρ.

Εξορκίζοντας τους δικούς του δαίμονες, όπως είπε και ο βοηθός του, ο Νικολαΐδης έφτιαξε μοναδικές ταινίες. Παρά τις απαγορεύσεις, βρήκαν το δικό τους κοινό, που λάτρεψε τις σκοτεινές και σαρκαστικές ιστορίες, με τις αδιέξοδες καταστάσεις, τους περιθωριακούς χαρακτήρες και τις μοιραίες γυναίκες, που τεμαχίζονται φετιχιστικά μέσα από κοντινά πλάνα, σε μια ηδονοβλεπτική προσέγγιση, πάντα κατά τους κώδικες των ταινιών του ’40. Οι ταινίες του αποκαλύπτουν μια ισχυρή σκηνοθετική άποψη, που χαρακτηρίστηκε από μια μπαρόκ αισθητική. Σκηνογράφος και στις οκτώ μεγάλου μήκους ταινίες του είναι η ίδια η σύζυγός του, η Μαρί-Λουίζ Βαρθολομαίου.

Με αφορμή το αφιέρωμα της Ταινιοθήκης στο έργο του, από 26/5 έως 1/6/2011, συζητήσαμε με ανθρώπους που συνεργάστηκαν μαζί του, για να μας πουν από πρώτο χέρι τι είναι αυτό που χαρακτηρίζει την παρακαταθήκη του ιδιαίτερου αυτού κινηματογραφιστή, να μας περιγράψουν το πνεύμα της συνεργασίας τους.

Αξίζει να αναφέρουμε ότι ο βοηθός του έχει ετοιμάσει ένα ντοκιμαντέρ στη μνήμη του, το Directing Ηell.

Όπως επισημαίνει και ο Τάκης Σπυριδάκης, «… ο Νικολαΐδης πρότεινε θεματολογικά και αισθητικά έναν άλλο κινηματογράφο. Τα κουρέλια τραγουδάνε ακόμα (1979), με είχαν συγκλονίσει σε μία ηλικία 19-20 χρονών». Αλλά και ο Τάκης Μόσχος επιβεβαιώνει: «…προπορευόταν, σε σχέση με τους συναδέλφους του και ως προς τη θεματολογία, αλλά και ως προς τον τρόπο που μετέφερε το λόγο σε εικόνα.  Ήξερε να μιλάει κινηματογραφικά».
Βουτώντας, λοιπόν, στο σύμπαν του Νίκου Νικολαΐδη, μέσα από τις μαρτυρίες των συνεργατών του, σας παρουσιάζουμε τον άνθρωπο και σκηνοθέτη.

Μίλησαν στο Δρόμο, οι ηθοποιοί Τάκης Μόσχος (Τ.Μ.), Τάκης Σπυριδάκης (Τ.Σ.), Δώρα Μασκλαβάνου (Δ.Μ.) και ο βοηθός του Χρήστος Χουλιάρας (Χ.Χ.).

Για τον χαρακτήρα του Νικολαΐδη

Τ.Μ.: Ήταν εξαιρετικός άνθρωπος και φίλος, ζεστός στην παρέα, με χιούμορ. Και την ίδια στιγμή είχε το υψόμετρο της αυθεντίας του. Κάθε σκηνή του έπρεπε να βγάλει αυτό που ήθελε αυτός. Είχε ένα σενάριο ήδη δουλεμένο που δεν το άλλαζε. Ήταν μια έντονη κατάσταση και ψυχοφθόρα κάποιες στιγμές. Όλα αυτά συνέβαλαν στην ατμόσφαιρα της Γλυκιάς Συμμορίας, που την έκαναν να διαφέρει από μια απλή ηθογραφία, προσδίδοντας ένα ψυχωσικό υπόβαθρο, μια κλειστοφοβική ατμόσφαιρα. Αυτές οι εμμονές των ηρώων είχαν βγει από την προσωπική μας διαπάλη, για να μην πω πάλη, με τον ίδιο τον σκηνοθέτη: η αυθεντία του και η απειρία μας. Η σύγκρουση αυτών των δύο παραγόντων, δημιουργούσε θραύσματα, εντάσεις, υπερτάσεις.
Ο Νίκος ήταν συνήθως απομονωμένος. Δεν τον συναντούσες σε δημόσια μέρη. Το σπίτι του στο Κεφαλάρι ήταν το κρησφύγετό του, το δικό του σύμπαν. Εκεί έπρεπε να τον αναζητήσεις και να γίνεις αποδεκτός.

Τ.Σ.: Ο Νίκος, ήταν ένας άνθρωπος με εξαιρετικό χιούμορ, δεν ήταν στρυφνός, μπορούσε να σου περιγράφει έναν τραγικό ρόλο με τον πιο κωμικό τρόπο. Όταν γυρίζαμε το τέλος στην Πρωινή Περίπολο, άρχισε να παριστάνει τον Τζέρι Λιούις, πολύ πετυχημένα, και σκάσαμε όλοι στα γέλια. Ήταν φοβερός μίμος και εξαιρετικός χορευταράς του ροκ εν’ ρολ. Δεν ήταν ένας άνθρωπος που στερείται ελαττωμάτων και αυτό είναι και το σημαντικό. Η τελειότητα είναι πλήξη και δεν έχει αποτέλεσμα.

Η σημασία της παρέας

Τ.Σ.: Είχαμε γίνει μια παρέα η οποία θα μπορούσε να υπάρχει, αυτό τον ενδιέφερε. Αλλά ήταν και μια μέθοδος, μια συλλογική δουλειά, όπου πρέπει να πάρεις για να δώσεις. Άρα, η ομάδα πρέπει να κατακτήσει το αυτονόητο, για να βγάλει καλύτερο αποτέλεσμα.

Τ.Μ.: Η παρέα για εμάς ήτανε το Άλφα και το Ωμέγα. Ανεξάρτητα από τις πολιτικές πεποιθήσεις του καθενός, μας έδενε κάτι ιερό. Ο Νίκος ήταν εξαιρετικός στην παρέα, πολύ ζεστός, παρ’ ότι ήταν απόλυτος και αυστηρός, στο γύρισμα.

Δ.Μ.: Η παρέα λειτουργούσε τότε, ήταν μια πιο αθώα εποχή, με λιγότερες πληροφορίες, άρα με περισσότερο εσωτερικό χώρο, δεν υπήρχε αυτή η ψυχική στενότητα.

Τρόπος εργασίας και καθοδήγηση ηθοποιών

Δ.Μ.: Το κλίμα που επικρατούσε στα γυρίσματα, το δρομολογούσε! Δημιουργούσε μια ομάδα, ένα κλίμα, το ζυμώναμε και αυτό γινόταν ταινία, χωρίς να το πάρεις χαμπάρι. Αυτή ήταν η πατέντα του και τη διαχειριζότανε καλά Δεν υπήρχε μεγάλος αυτοσχεδιασμός, υπήρχε μία ατμόσφαιρα η οποία είχε ήδη κατακτηθεί. Βούταγε αυτός και σε τράβαγε κι εσένα. Αν δεν άντεχες έφευγες, αν άντεχες, ακόμα και να έσκαγες, υπήρχε ένα αίσθημα εθισμού. Δεν είναι τυχαίο αυτό που βγαίνει στη Γλυκιά Συμμορία. Το νήμα που δένει αυτούς τους φίλους έχει ένταση, δεν έχει μόνο αγάπη.

Τ.Σ.: Στη Γλυκιά Συμμορία, υπήρξε αρκετές φορές αυτοσχεδιασμός που ενσωματώθηκε στο σενάριο.

Χ.Χ.: Ο Νίκος έβλεπε πολλές ταινίες, το σινεμά ήταν η ζωή του. Έκανε πάρα πολλές πρόβες, για να πάρει από τους ηθοποιούς αυτό που ήθελε. Απαιτούσε αφοσίωση. Ήθελε οι συνεργάτες να βρίσκονται αποκλειστικά μαζί του, χωρίς άλλες ασχολίες.
Ο Νίκος ήταν πολύ συνεπής στο γύρισμα. Ερχόταν καλά οργανωμένος με το ντεκουπάζ, ποια γωνία θα τραβήξει, πού θα στήσει την κάμερα. Συζήταγε καιρό πριν με τον φωτογράφο, τη σκηνογράφο, αλλά όλα ξεκίναγαν πάντα απ’ αυτόν. Η τεχνική του απαιτούσε πολύ προετοιμασία. Έβλεπε τις φωτογραφίες του χώρου, ξεχώριζε τις τοποθεσίες, όπου παράλληλα θα στηνόταν και το ντεκόρ. Μετά μελετούσε όλες τις γωνίες στον υπολογιστή. Για κάθε σκηνή έφτιαχνε ως και 30 διαφορετικές, ενώ μπορεί να κατέληγε στις 10. Την ταινία την είχε ήδη μονταρισμένη στο μυαλό του.
Δούλευε με εξαντλητικούς ρυθμούς. Στο σετ, ήταν αμείλικτος. Ειδικά στο Ο Χαμένος τα Παίρνει Ολα, που είχε πολλούς χώρους, εξωτερικές και νυχτερινές λήψεις, με πολλούς ηθοποιούς και κομπάρσους, ήταν πιο αγχωμένος, καθώς είχε να χειριστεί περισσότερα. Το Θα σε δω στην κόλαση, αγάπη μου, του ’99, είχε εσωτερικά γυρίσματα και ήταν ελεγχόμενη η κατάσταση.
Ο εγκλεισμός που είναι πολύ χαρακτηριστικός στις ταινίες του απορρέει από την ίδια του τη ζωή, καθώς ήταν έτσι, του άρεσε να μένει στο σπίτι και να κάνει τα δικά του πράγματα.
Ο ίδιος αποκαλούσε τις «κλειστές» του ταινίες, αυτές που ήταν γυρισμένες σε εσωτερικούς χώρους, γουέστερν δωματίου.
Το The Zero Years, το κράτησε εντελώς κλειστό. Δεν υπάρχει διαφυγή από πουθενά. Παραδόξως, εκεί ήταν πιο ήρεμα τα πράγματα και η κατάσταση πιο ελεγχόμενη. Στις πρόβες, με τις τέσσερις πρωταγωνίστριες, έδινε πολλές οδηγίες, αλλά όταν ξεκίνησε το γύρισμα, τις άφησε μόνες τους. Δεν ήξεραν πώς να αντιδράσουν και καθεμία άρχισε να αναπτύσσει παράξενη συμπεριφορά. Ο Νίκος σκληρός, ήταν κλεισμένος σ’ ένα δωμάτιο, μ’ ένα σύστημα μεγαφώνων που είχε βάλει, και τους μίλαγε, από το μικρόφωνο, δίνοντας σ’ εμένα οδηγίες, για να τις μεταφέρω. Πολλές φορές σε εκνεύριζε, θέλοντας να σε φτάσει στα όριά σου.

Το δικό του πολιτικό στίγμα

Δ.Μ.: Δεν νομίζω ότι τον ενδιέφερε να κάνει σινεμά με άμεσα πολιτικά μηνύματα, Προτιμούσε τα δύσκολα πράγματα, τις εμμονές του, ακόμα κι αν χαρακτηρίστηκε ως περιθωριακός.

Τ.Μ.: Τον Νίκο τον ενδιέφερε η ανθρώπινη, η ατομική πλευρά του καθενός και όχι το κομματικό ή γενικότερα πολιτικό. Οι ταινίες του εστιάζουν σε ανθρώπους μοναχικούς, αυτόνομους, πολλές φορές αλλόκοτους. Δημιουργεί απρόσιτους χαρακτήρες, που βρίζουν, χλευάζουν, κινούνται στο περιθώριο. Του άρεσαν τα σκοτεινά άδυτα της ψυχής, αυτά τα ψυχικά ρήγματα, οι έντονες φάσεις, ενώ με την πολιτική, τα πράγματα φέρνουνε τους κύκλους τους.

Οι επιρροές του

Χ.Χ.: Ο Νίκος είχε πολλές αναφορές. Έβλεπε πολύ κινηματογράφο, είχε μεγάλη αγάπη στη λογοτεχνία και στα κόμικς και έκανε συνδυασμούς, φτιάχνοντας το δικό του ντεκουπάζ.
Λάτρευε το κλασικό φιλμ νουάρ, έφτιαχνε ατμόσφαιρα με τις σκιάσεις και χρησιμοποιούσε πολύ τα κοντινά πλάνα, με τηλεφακούς. Επίσης, οι μουσικές του επιλογές αναφέρονται στα τραγούδια των παιδικών του αναμνήσεων, στη δεκαετία του ’50. Η μουσική στις ταινίες του παίζει σημαντικό ρόλο. Στο Θα σε Δω στην Κόλαση, Αγάπη μου, είχε γράψει το σενάριο πάνω σ’ ένα συγκεκριμένο τραγούδι. Αλλά και η πρωτότυπη μουσική με τα κρουστά του Τουλιάτου γράφτηκε με τις δικές του οδηγίες, κατά τη διάρκεια του μοντάζ, που έγινε στο σπίτι του. Αντίστοιχα, στο Ο Χαμένος τα Παίρνει Ολα, είχε αποφασίσει εξαρχής ότι ο Αγγελάκας, που πρωταγωνιστεί, θα συνθέσει και τη μουσική, πάντα με τις δικές του οδηγίες. Ακόμα και στο The Zero Years που έγραψε τη μουσική ο γιος του, ο Συμεών, έδωσε συγκεκριμένες κατευθύνσεις, με αναφορές στις μουσικές του Τζον Κάρπεντερ. Είχε τρέλα με τη μουσική, άκουγε όλα τα είδη, ξεχώριζε τους Πινκ Φλόιντ, αλλά είχε και τρομερή αγάπη στην κινηματογραφική μουσική, τον Μισέλ Λεγκράν και τον Ριουίτσι Σακαμότο. Στον ελεύθερο χρόνο του έγραφε τις δικές του μουσικές συλλογές.

Τ.Σ.: Τα πάντα τα έβλεπε μέσα από τον κινηματογράφο. Δεν θα μιλούσα για εμμονές, απλώς ο καλός κινηματογράφος τον ενέπνεε. Το ροκ εν’ ρολ, φυσικά, ήταν κάτι που τον γοήτευσε.
Κατηγορήθηκε για φιλμοφιλία, νομίζω ότι ήταν η ροή των ηρώων του τέτοια. Στη Γλυκιά Συμμορία και στα Τα Κουρέλια Τραγουδάνε Ακόμα ήταν χαρακτήρες που εκπροσωπούσαν μια φιλοσοφία που έπαιξε σαν ατμόσφαιρα και μπακράουντ σε μια εποχή, ήταν το μέρος που ρεαλιστικά κρατούσε τους ήρωες στα πόδια τους.

Τ.Μ.: Η λέξη εμμονή θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στην περίπτωσή του. Ο Νίκος ήταν μια έντονη προσωπικότητα, με σαφώς περιγεγραμμένες ιδέες, επηρεασμένος από το φιλμ νουάρ, Εγώ, ως ήρωάς του, είχα εμμονή με τον Τζέιμς Ντιν. Δείτε, άλλωστε, με τι μουσικές ντύνει τις ταινίες του, τραγούδια του ’50. Του άρεσε πάρα πολύ το μπλουζ, το ροκ εν’ ρολ, ταινίες των μεγάλων Αμερικανών, άλλωστε, στη Γλυκιά Συμμορία, στα σκηνικά φαίνεται η Μέριλιν Μονρόε και γενικά άνθρωποι του σινεμά.

Δ.Μ.: Ήταν ένας σκηνοθέτης που αγαπάει το νουάρ και τις κλασικές κινηματογραφικές φόρμες. Εξάλλου, ήταν και ο ίδιος ένας πολύ συγκινημένος θεατής κινηματογράφου.

Και οι τρεις ηθοποιοί εκφράσανε την ευγνωμοσύνη τους, αναγνωρίζοντας ότι στο Νίκο Νικολαΐδη οφείλουν την υπόστασή τους, ως ηθοποιοί, ενώ όλοι συμφώνησαν, ότι ο χαμός του, το 2007, σε ηλικία 68 ετών, στέρησε από τους ίδιους έναν καλό φίλο και από την ελληνική κινηματογραφία έναν σπουδαίο τιμητή της.
Τους ευχαριστούμε, με τη σειρά μας, για τις συγκινητικές καταθέσεις τους και τη θέρμη με την οποία ανταποκρίθηκαν σ’ αυτό το αφιέρωμα.

Πληροφορίες σχετικά με το έργο του Νικολαΐδη και το αφιέρωμα της Ταινιοθήκης μπορεί κανείς να βρει στο Διαδίκτυο: www.nikosnikolaidis.comwww.tainiothiki.gr.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!