Η Αυστρία αυτή τη στιγμή συγκλονίζεται από την αποκάλυψη, όχι ενός, όχι δυο, όχι τριών, αλλά τεσσάρων σκανδάλων μεγατόνων, με απάτες και μίζες πολλών πολλών δισ., στα οποία φέρονται να είναι μπλεγμένοι τουλάχιστον από το 2000 ως το 2007, ο νυν καγκελάριος Faymann, πρώην καγκελάριοι και αρχηγοί μεγάλων κομμάτων, όπως του κεντροαριστερού-σοσιαλιστικού SPÖ, του κεντροδεξιού ÖVP, και του ακροδεξιού FPÖ, καθώς και υπουργοί, εκ των οποίων πέντε, καλά ακούσατε, πέντε πρώην υπουργοί Οικονομικών, ένας υπουργός Υποδομών, ένας Μεταφορών, κι ένας άλλος Εθνικής Άμυνας και βεβαίως, κάμποσα κιλά μαρίδες βουλευτές, οι οποίοι τα είχαν κάνει πλακάκια με επιχειρηματίες, μεγαλο-δικηγόρους, εταιρίες συμβούλων και λομπίστες, όπου σαν μια καλοκουρδισμένη μαφιόζικη οικογένεια κατάφερναν ανενόχλητοι να λυμαίνονται τα κρατικά ταμεία.
«Οποιοσδήποτε σήμερα θέλει να εμπλακεί στο διάλογο για τα πολιτικά πράγματα της Αυστρίας, πρέπει να είναι ειδικός στο ποινικό δίκαιο», γράφει η εφημερίδα Kurier της Βιέννης. «Η καταρράκωση της εμπιστοσύνης έχει γίνει πλέον μέρος της πολιτικής και η κατάχρηση των αξιωμάτων θεωρείται κοινοτοπία».
Την ιστορία αυτή έφερε πρόσφατα (13/10) στο προσκήνιο το περιοδικό Der Spiegel, όπου αφηγείται με αρκετή γλαφυρότητα τις πτυχές του ωραίου αυτού πλιάτσικου. Και πού; Στην Αυστρία! Στην άσπιλη αυτή… κόρη της Γερμανίας, που δεν δίσταζε να μάς κουνάει απειλητικά το δάχτυλο, στηλιτεύοντας τις δικές μας βρομιές και να αποστρέφει επιδεικτικά το αριστοκρατικό της κεφάλι από τον ελληνικό βόθρο.
Υπόθεση Telekom
Το πρώτο από τα τέσσερα σκάνδαλα, γνωστό και ως υπόθεση Telekom, όπου η Telekom Austria είναι ημικρατική εταιρία τηλεπικοινωνιών, αφορά στα εξής:
α) χειραγώγηση των τιμών των μετοχών, περίπου όπως και στο δικό μας χρηματιστήριο την ίδια πάνω-κάτω εποχή,
β) κομπίνα, κατά την εξαγορά κάποιας βουλγάρικης εταιρίας κινητής τηλεφωνίας, όπου αντί η εξαγορά να γίνει απευθείας, προχώρησε δια μέσου ενός αυστριακού Χ μεσάζοντα, ο οποίος για το σκοπό της μεσιτείας αυτής εισέπραξε το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 800 εκατ. ευρώ, και
γ) παράνομες χρηματοδοτήσεις κομμάτων, περίπου όπως Τσουκάτος και σία, δια μέσου εταιριών συμβούλων, σαν αυτές, δηλαδή, που άρχισαν να καταφθάνουν με το κιλό εσχάτως και στην πατρίδα μας.
Κάποιος κ. επιχειρηματίας και σύμβουλος δημοσίων σχέσεων της Telekom, ονόματι Hochegger, εισέπραξε όλα αυτά τα χρόνια γύρω στα 9 εκατ. ευρώ χωρίς να υπάρχουν παραστατικά, και χωρίς να υπάρχει ανάγκη, μιας και η εταιρία είχε το δικό της γραφείο δημοσίων σχέσεων και συμβούλων. Επίσης ο ίδιος φέρεται να μπούκωσε με άλλα 10 εκατ. τον πρώην αντι-καγκελάριο Gordbach καθώς και τον πρώην υπουργό Reichhold, για γνωστή-άγνωστη αιτία. Η δε καλή κοινωνία της Βιέννης κόντεψε να λιποθυμήσει, όταν πληροφορήθηκε ότι οι μάνατζερς της Telekom μετέφεραν τα πάκα με τα πεντακοσάευρα, όχι σε τσάντες Louis Vuitton όπως είναι το πρέπον, αλλά μέσα σε κοινές πλαστικές σακούλες της λαϊκής, τα οποία χρήματα παρέδιδαν, κρυμμένοι σε σκοτεινές κι απόμερες γωνιές των πάρκων, σε ενδιάμεσους χρηματιστές, οι οποίοι και αναλάμβαναν να φέρουν στα ίσια τους κάποιες μετοχές της εταιρίας, όταν τύχαινε να στραβώσουν, αποφέροντας φυσικά αμύθητα κέρδη στα στελέχη της.
Και τα υπόλοιπα…
Το δεύτερο σκάνδαλο αφορά σύμβουλο, ο οποίος βρέθηκε να έχει εισπράξει γύρω στο 1 εκατ. ευρώ για αγνώστου φύσεως συμβουλευτικές υπηρεσίες. Ατυχώς γι’ αυτόν, οι υποψίες πέφτουν στον πρώην υπουργό εσωτερικών Strasser, ο οποίος φέρεται να είναι ο τελικός παραλήπτης του ποσού, σαν «δωράκι» ας πούμε για την διαμεσολάβηση που προσέφερε στην εταιρία, στην οποία και κατοχυρώθηκε ο διαγωνισμός για την εγκατάσταση του νέο δικτύου ραδιο-επικοινωνιών της αστυνομίας. Το τρίτο σκάνδαλο, γνωστό και ως υπόθεση Buwog, αφορά στον πρώην υπουργό Οικονομικών Grasser ο οποίος φέρεται να υπεξαίρεσε τεράστια ποσά σχετικά με την πώληση 60.000 διαμερισμάτων, κρατικής ιδιοκτησίας. Οι συνειρμοί, σχετικά με την προσφάτως συσταθείσα ελληνική εταιρία για την πώληση όχι 60.000 σπιτιών, αλλά της Ελλάδας ολόκληρης, είναι αναπόφευκτοι.
Το τέταρτο και τελευταίο σκάνδαλο αφορά τον νυν σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο Faymann, και τον υπουργό Συντονισμού της παρούσας κυβέρνησης, για «κακή» διαχείριση των δημόσιων κονδυλίων σε μια υπόθεση η οποία δεν περιέχει συμβούλους αλλά διαφημιστές. Χοντρικά, ο Faymann, όταν ακόμα ήταν υπουργός Μεταφορών χρηματοδοτούσε την προεκλογική του εκστρατεία για το πόστο του καγκελαρίου με κρατικά λεφτά, γύρω στο 1,5 εκατ., δηλαδή και κάτι ψιλά. Συγκεκριμένα, είχε απαιτήσει από κρατικές εταιρίες, όπως για παράδειγμα τους σιδηροδρόμους, να αναρτούν διαφημίσεις με προεκλογικό δικό του υλικό στα τρένα, στα κτίρια, στα λεωφορεία και όπου αλλού το κράτος είχε κάποιο μερτικό.
Όπως δε, συμβαίνει πάντα, τα εμπλεκόμενα κόμματα άρχισαν να τα φορτώνουν το ένα στο άλλο, να διαφωνούν για το τι είναι νόμιμο, παράνομο και ηθικό, και να προσπαθούν να αναβάλουν την έναρξη των εξεταστικών διαδικασιών από το κοινοβούλιο.
Η ιστορία, κομμάτια της οποίας παραθέσαμε, δεν έχουμε κανένα λόγο να αμφισβητήσουμε ότι επαναλαμβάνεται copy paste σε όλα τα καλά σαλόνια των ευρωπαϊκών καπιταλιστικών μητροπόλεων, καθ’ ότι δεν υπάρχει κάποιος γενετικός λόγος που να καθιστά τους αυστριακούς πολιτικούς περισσότερο επιρρεπείς στη διαφθορά από ό,τι οι πολιτικοί όμορων ή γειτονικών χωρών. Απλώς είχαν κακή τύχη και πιάστηκαν. Αυτό, βέβαια δε σημαίνει ότι και θα τιμωρηθούν. Η εμπλοκή και η καθυπόταξη την πολιτικής και των πολιτικών των ιδίων στα επιχειρηματικά συμφέροντα είναι τόσο συστηματική που δεν πρέπει πλέον τίποτε να μας εκπλήσσει. Μάλλον, θα έπρεπε το αντίθετο.