Στο προηγούμενο φύλλο του Δρόμου (φύλλο 711, 21/12/2024, Πολλαπλά καμπανάκια για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων) αναφερθήκαμε εκτενώς στα εμφανέστατα κενά ασφαλείας στις σιδηροδρομικές υποδομές της χώρας,μέσα από μια σειρά συμβάντα και ατυχήματα του τελευταίου διαστήματος, τα οποία μετά το έγκλημα των Τεμπών δεν μπορούν να περνούν απαρατήρητα. Τα όσα αναφέραμε σε εκείνο το άρθρο επανεπιβεβαιώθηκαν όχι μία αλλά τουλάχιστον δύο φορές μέσα στις 2 εβδομάδες που μεσολάβησαν.
Πιο συγκεκριμένα, μετά το τραινάκι του Πηλίου που εγκαινιάστηκε για να σταματήσει τη λειτουργία του λίγες μέρες μετά, ήταν σειρά της πολύπαθης σιδηροδρομικής γραμμής του Έβρου που σταμάτησε να εκτελεί δρομολόγια τρεις μόλις μέρες μετά τα εγκαίνια-φιάσκο. Σε πανηγυρικό κλίμα, ο υφυπουργός Μεταφορών Βασίλης Οικονόμου εγκαινίασε στις 23 Δεκεμβρίου την επαναλειτουργία της γραμμής Αλεξανδρούπολη-Ορμένιο με υποσχέσεις για στήριξη στην ανάπτυξη της περιφέρειας. Μόλις τρεις μέρες μετά, συρμός που εκτελούσε το εν λόγω δρομολόγιο συγκρούστηκε με άλογο, οδηγώντας στην εκ νέου διακοπή των δρομολογίων και την μερική εκτέλεση αυτών με λεωφορεία λόγω απουσίας επιπλέον τραίνων αντικατάστασης, με το αρμόδιο υπουργείο και την Hellenic Train να αρκούνται σε ολιγόλογες ανακοινώσεις και σε ελλιπή ενημέρωση του κοινού.
Πάλι μέσα στις μέρες των γιορτών και συγκεκριμένα τις πρωινές ώρες της Πρωτοχρονιάς, ένα ακόμη επεισόδιο έλαβε χώρα αυτή τη φορά σε συρμό του ΗΣΑΠ, όταν ενώ βρισκόταν κινούμενος μεταξύ των σταθμών Άνω Πατήσια και Περισσός, άνοιξαν στιγμιαία, χωρίς να έχει δοθεί η αντίστοιχη εντολή, οι πόρτες στη μία πλευρά του, με τον οδηγό να ακινητοποιεί και να εκκενώνει τον συρμό μόλις αντιλήφθηκε το γεγονός. Το περιστατικό έγινε γνωστό μετά από καταγγελία του Σωματείου Εργαζομένων ΣΤΑΣΥ, με τους εργαζόμενους να κάνουν λόγο για σημαντική δυσλειτουργία που έχει τις αιτίες της στην παλαιότητα του τροχαίου υλικού, κάτι που σε ώρες αιχμής, όταν τα βαγόνια είναι γεμάτα επιβάτες, θα μπορούσε να έχει πολύ δυσάρεστες συνέπειες. Τώρα η εταιρεία δηλώνει ότι ερευνά το περιστατικό, ενώ έρευνα διέταξε και η εισαγγελία.
Και σε αυτά τα περιστατικά, όπως και σε όλα τα προηγούμενα, εμφανίζονται κάποια σημαντικά κοινά χαρακτηριστικά. Πρώτον, είναι η κοινή εκτίμηση της απαξίωσης των υποδομών και των μέσων που λόγω παλαιότητας, ελλιπούς συντήρησης, λειτουργίας στα όρια της αντοχής τους κάνουν πιο πιθανό το ενδεχόμενο αστοχίας και «προμελετημένων» ατυχημάτων. Δεύτερον, είναι οι προειδοποιήσεις και οι καταγγελίες των εργαζομένων, που από καιρό επισημαίνουν τα κενά ασφαλείας, προτείνουν συγκεκριμένες λύσεις, διεκδικούν εκσυγχρονισμό των υποδομών, προσλήψεις επαρκούς προσωπικού, λήψη συγκεκριμένων προληπτικών μέτρων ασφάλειας. Τρίτον, είναι η ένοχη σιωπή, τα μισόλογα και η προσπάθεια συσκότισης αιτιών και ευθυνών από τις αρμόδιες αρχές που αναγνωρίζουν τα όποια προβλήματα μόνο εκ των υστέρων.
Δ. Γκ.