Ο Λευκός Οίκος πλέον «διπλασιάζει τις προσπάθειές του να σχηματίσει μια συμμαχία ομοϊδεατών χωρών με σκοπό τη διά της βίας ανατροπή της κυβέρνησης του Μπασάρ Αλ-Άσαντ», ανέφεραν οι New York Times στις 21 Ιουλίου. Επιπρόσθετα, «κυβερνητικοί αξιωματούχοι βρίσκονται σε διάλογο με Τούρκους και Ισραηλινούς ομολόγους τους σχετικά με τη διαχείριση ενδεχόμενης κατάρρευσης της συριακής κυβέρνησης».
Σύμφωνα με τις ΗΠΑ και τους ΝΑΤΟϊκούς συμμάχους της, το καθεστώς της Δαμασκού ασκεί ένα μονόπλευρο, δολοφονικό πόλεμο ενάντια στον ίδιο τον συριακό λαό, που απλά επιζητά δημοκρατία. Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση στην Τεχεράνη χαρακτηρίζεται ως ένα «τρομοκρατικό» καθεστώς αποφασισμένο να αναπτύξει και να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα προκειμένου να καταστρέψει το Ισραήλ και να κυριαρχήσει στην Μέση Ανατολή. Τα αμερικανικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, όπως περιμέναμε, προπαγανδίζουν άκριτα την καμπάνια της Washington.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες ισχυρίζονται ότι το κύριο κίνητρό πίσω από τη θέληση τους για αλλαγή του συριακού καθεστώτος, είναι η προώθηση της «δημοκρατίας» – μια απαξιωμένη ρητορική που έχει χρησιμοποιηθεί συχνά τα τελευταία χρόνια προκειμένου να υποσκαφθούν ή να καταστραφούν κυβερνήσεις που δυσαρεστούν την αμερικανική υπερδύναμη, όπως το Ιράν κατά τις δεκαετίες του 1950, η Δομινικανή Δημοκρατία του 1960, η Χιλή του 1970, η Νικαράγουα του 1980, η Γιουγκοσλαβία του 1990, το Ιράκ του 2000, η Λιβύη του 2000, για να αναφέρουμε μερικά παραδείγματα.
Η δημοκρατία δεν έχει καμία σχέση με τους στόχους της Ουάσιγκτον στην Συρία. Ο πιο στενός σύμμαχος της Αμερικής στην εκστρατεία εναντίον του Άσαντ είναι το καταπιεστικό, αντιδημοκρατικό, μοναρχικό καθεστώς της Σαουδικής Αραβίας, το οποίο χρηματοδοτεί και εξοπλίζει την ένοπλη αντιπολίτευση στη Συρία, μαζί με το πλούσιο σε κοιτάσματα καυσίμων, Κατάρ. Και οι δύο αυτές αραβικές χώρες έπαιξαν παρόμοιο ρόλο στην αμερικανική/ΝΑΤΟϊκή ανατροπή του Μουαμάρ Γκαντάφι στη Λιβύη.
Οι λόγοι της εμπλοκής
Υπάρχουν δύο κύριοι και αλληλοσυμπληρούμενοι λόγοι που εξηγούν γιατί οι ΗΠΑ μαζί με τους ΝΑΤΟϊκούς και τους μεσανατολικούς τους συμμάχους, συνωμοτούν προκειμένου να ανατρέψουν την κυβέρνηση Άσαντ.
1) Ο πρώτος είναι να διασφαλιστεί η γεωπολιτική θέση των Ηνωμένων Πολιτειών στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, ειδικά την συγκεκριμένη περίοδο, καθώς ο πρόεδρος Ομπάμα προετοιμάζει να επικεντρώσει επιπρόσθετους οικονομικούς και στρατιωτικούς πόρους στην Ανατολική Ασία και στην Ευρασία, προκειμένου να περιορίσει την άνοδο της Κίνας και να μειώσει τη ρωσική επιρροή.
Ο Βρετανός αναλυτής Patrick Seale, μια αντικειμενική πηγή, αναφέρει: «Τα κλειδιά της συριακής κρίσης βρίσκονται εκτός της χώρας. Πράγματι, το ζήτημα δεν μπορεί να διαχωριστεί από τις τεράστιες πιέσεις που ασκούνται στο Ιράν. Ο πρόεδρος Ομπάμα πλέον κινητοποιείται πλήρως ενάντια και στα δύο καθεστώτα. Προφανώς έχει εγκαταλείψει την προσπάθεια να εξασφαλίσει μια συμφέρουσα σε όλα τα μέτωπα συμφωνία σχετικά με το Ιράν και το πυρηνικό του πρόγραμμα, και σαμποτάρει το σχέδιο ειρήνευσης του Κόφι Αννάν για την Συρία, κάνοντας τα στραβά μάτια στον εξοπλισμό των ανταρτών. Φαίνεται ότι να θέλει να ανατρέψει τα καθεστώτα της Τεχεράνης και της Δαμασκού – είτε γιατί βλέπει το Ιράν σαν αντίπαλο στην περιοχή του Κόλπου, είτε για να προσεγγίσει τους Αμερικάνους υποστηρικτές του Ισραήλ, σε αυτήν την εκλογική χρονιά».
Σύμφωνα με δελτίο του Stratfor, έναν μη-κυβερνητικό εμπορικό οργανισμό πληροφοριών, που βρίσκεται κοντά σε συγκεκριμένες πηγές αμερικανικών κατασκοπικών υπηρεσιών: «Τα ανθρώπινα δικαιώματα από μόνα τους δεν μπορούν ούτε κατά διάνοια να εξηγήσουν γιατί η συγκεκριμένη σύγκρουση έλαβε ένα σημαντικό μέρος προσοχής και εξωτερικής υποστήριξης. Η προηγούμενη δεκαετία επέτρεψε στο Ιράν να αποσπάσει την Βαγδάτη από την σουνίτικη επιρροή και να φέρει την Μεσοποταμία υπό σιιτικό έλεγχο. Δεν υπάρχει πλέον καμία αμφιβολία ότι το Ιράκ, όσο κατακερματισμένο και αν είναι, βρίσκεται υπό τη σιιτική σφαίρα επιρροής, ενώ οι Ιρακινοί Σουνίτες βρίσκονται στο περιθώριο. Τα κέρδη της Τεχεράνης στην Βαγδάτη μετέβαλλαν τις ισορροπίες.
2) Ο δεύτερος λόγος είναι να ενισχυθεί η δύναμη του σουνιτικού Ισλάμ στην περιοχή προκειμένου να ελαττωθεί η πιθανότητα για ανάληψη μεγαλύτερου ρόλου από τη Σιιτική μειονότητα.
Παγκόσμια, υπάρχουν περίπου 2 δισεκατομμύρια Μουσουλμάνοι. Τα στατιστικά διαφέρουν, αλλά περίπου λογίζεται το 87% ως Σουνίτες, και οι υπόλοιποι ως Σιίτες, μειονότητα που έχει γνωρίσει μεγάλη καταπίεση. Το Ιράν έχει τον μεγαλύτερο σιιτικό πληθυσμό στον κόσμο, περίπου το 95% των 75 εκατομμύριων ανθρώπων της χώρας. Ακολουθεί το Ιράκ, με το 60% των 30 εκατομμυρίων κατοίκων του να ασπάζονται το σιιτικό Ισλάμ […] Η Συρία, παρ’ ότι η πλειοψηφία του πληθυσμού της είναι Σουνίτες, κυβερνιέται ουσιαστικά εδώ και 40 χρόνια από μέλη της Σιιτικής Αλαουιτικής αίρεσης, με ηγέτες μέλη της οικογένειας Άσαντ, που αποτελούν τους σημαντικότερους κρίκους στο Μπααθικό καθεστώς.
Ο κύριος στόχος της κυβέρνησης Ομπάμα, σε αυτή την περίπλοκη υπόθεση, είναι το Ιράν, όχι η Συρία. Η συριακή κυβέρνηση πρέπει να πέσει γιατί είναι ο σημαντικότερος Αραβικός σύμμαχος του Ιράν (όπως και της Ρωσίας, ένας καθόλου ασήμαντος λόγος).
Η Ουάσιγκτον προτίθεται σε πολύ μεγάλο βαθμό να πλήξει το ιρανικό καθεστώς, αφού η αμερικανική εισβολή στο Ιράκ γύρισε μπούμερανγκ, φέρνοντας στην εξουσία της Βαγδάτης τους πλειοψηφούντες Σιίτες με πρόεδρο τον Νούρι Αλ-Μαλίκι, οι οποίοι είναι φιλικοί προς την Τεχεράνη.
Οι ΗΠΑ βλέπουν πλέον το Ιράκ τοποθετημένο στην ιρανική σφαίρα επιρροής. Κάτι που εκλαμβάνεται ως σοβαρός κίνδυνος στην αμερικανική ηγεμονία στον χώρο του Περσικού Κόλπου και της Αραβικής Χερσονήσου, από όπου προέρχεται το μεγαλύτερο μέρος του πετρελαίου, παγκόσμια. Ο μεγαλύτερος φόβος της Ουάσιγκτον είναι το Ιράν και το Ιράκ, δυο από τους σημαντικότερους παραγωγούς πετρελαίου, θα αναπτύξουν μια πραγματική συμμαχία.
Ο άμεσος στόχος του Ομπάμα είναι να διαλύσει την αναπτυσσόμενη σχέση μεταξύ τριών γειτονικών σιιτικών χωρών, του Περσικού Ιράν και των αραβικών Ιράκ και Συρίας. Όλα αυτά σε μια περιοχή που εκτείνεται από τα αφγανικά σύνορα μέχρι τις ακτές της Μεσογείου.