Οι ελίτ θα παίξουν το σοσιαλδημοκρατικό χαρτί…
Ο ένας τρόπος για να αποτιμήσει κανείς τις προκριματικές εκλογές στο Αμβούργο (Κυριακή 20/2) είναι να εξετάσει τα αποτελέσματα από τη σκοπιά του συσχετισμού δύναμης των κομμάτων. Ως προς αυτό, υπήρξε μια συντριπτική ήττα της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης της κυρίας Μέρκελ, που έλαβε από 42% το 2008 21,9% και έχασε τρεις έδρες στη Βουλή των Κρατιδίων. Ήταν, επίσης, ένας κάκιστος οιωνός για τις επόμενες έξι εκλογικές αναμετρήσεις σε κρατίδια που ακολουθούν μέσα στο 2011 και οι οποίες, πιθανώς, να αλλάξουν άρδην το συσχετισμό δύναμης ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα.
Οι Σοσιαλδημοκράτες έλαβαν ένα συντριπτικό ποσοστό, 48,3%, που τους επιτρέπει να κυβερνήσουν χωρίς να καταφύγουν σε συμμαχίες. Οι Πράσινοι έλαβαν ένα απογοητευτικό 11% (έναντι του 15% σε παγγερμανικό επίπεδο), αποτέλεσμα του τρομερού οπορτουνισμού τους, της πάση θυσία συμμετοχής στην εξουσία, απεμπολώντας κάθε φορά τις υποσχέσεις τους – ήταν οι σύμμαχοι των Χριστιανοδημοκρατών στην κυβέρνηση/Δημοτικό Συμβούλιο του Αμβούργου μέχρι τον Νοέμβριο που παραιτήθηκαν, προκαλώντας τις εκλογές, βλέποντας το ρεύμα προς το SPD και προσδοκώντας μια συμμαχία μαζί τους, αλλά μάλλον «θα φάνε πόρτα».
Οι Ελεύθεροι Δημοκράτες του Βεστερβέλε πήραν μια ανάσα με 6,5%, που τους επιτρέπει να εισέλθουν στο τοπικό νομοθετικό σώμα και τους δίνει μια κάποια αισιοδοξία, αφού το παγγερμανικό τους ποσοστό έχει βυθιστεί στο όριο του 5% για την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση και το Die Linke (Αριστερά) διατήρησε το προηγούμενο ποσοστό του του 6,4%.
Ο άλλος τρόπος είναι να εξετάσει τις διαθέσεις των ελίτ. Εδώ χαρακτηριστικό στοιχείο είναι η στροφή των μεγάλων συγκροτημάτων του Τύπου, που αντανακλούν τα ισχυρά επιχειρηματικά συμφέροντα, υπέρ των Σοσιαλδημοκρατών, παρ’ όλο που η κυρία Μέρκελ, από την άποψη της γερμανικής κυρίαρχης τάξης, δεν τα κατάφερε καθόλου άσχημα. Έδωσε 500 δισ. ευρώ στις τράπεζες στα 2008-2009, παίζει σκληρό παιχνίδι στην Ε.Ε. υπέρ του κεφαλαίου γενικώς και του γερμανικού ειδικότερα. Εφάρμοσε πρόγραμμα περικοπών δαπανών ύψους 82 δισ. ευρώ εις βάρος της λαϊκής πλειοψηφίας. Και όμως, τόσο ο «μεγάλος Τύπος» όσο και ο Χορστ Κέλερ, πρόεδρος και ανώτατο στέλεχος του κόμματός της, όπως και ο Άξελ Βέμπερ, διοικητής της Μπούντεσμπανκ, της γυρνούν την πλάτη. Τα δημοσιεύματα του Τύπου λένε ότι θέλουν ακόμη πιο σκληρή πολιτική λιτότητας.
Μπορούμε, λοιπόν, να συμπεράνουμε ότι σκέφτονται πως η μεγάλη πτώση της δημοτικότητας και των δύο κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού σε χρονιά πολλών εκλογικών, αναμετρήσεων τον οδηγεί σε δισταγμό να την εφαρμόσει. Και το καταφύγιο είναι γνωστό στη Γερμανία (όπως και στην Ελλάδα άλλωστε): οι Σοσιαλδημοκράτες που θα αποκομίσουν πολιτικά οφέλη από τη δυσαρέσκεια και θα εφαρμόσουν την ίδια πολιτική.
Ο επικεφαλής τους στο Αμβούργο Όλαφ Σολτς αποτελεί επιτομή της αντεργατικής πολιτικής. Αυτός «καθάρισε» με τους εσωκομματικούς αντιπάλους για λογαριασμό της Ατζέντας 2010, την περίοδο 2002-2004, επί Σρέντερ. Η Ατζέντα 2010 ήταν το πιο ευρύ πρόγραμμα περικοπών των μισθών στη μεταπολεμική Γερμανία. Ήταν αυτή που δημιούργησε έναν τομέα επισφαλούς και χαμηλά αμειβόμενης εργασίας, γεγονός που το κράτος και οι ενώσεις των βιομηχάνων αξιοποίησαν στα μετέπειτα χρόνια της κρίσης για να εκβιάσουν τους εργαζόμενους και με την απειλή των απολύσεων -που σήμαιναν αυτόματη πτώση στον επισφαλή τομέα- να πετύχουν μειώσεις μισθών. Ο Σολτς διετέλεσε υπουργός Εργασίας στην κυβέρνηση του Μεγάλου Συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλδημοκρατών το 2005 και είχε την ευκαιρία να εφαρμόσει στην πράξη την Ατζέντα 2010. Όμως, εκτός από «γεράκι» των αντεργατικών μέτρων, έχει μια ιδιαζόντως απεχθή και απάνθρωπη αντίληψη. Ως υπουργός Εσωτερικών του κρατιδίου του Αμβούργου προκάλεσε την κατακραυγή, όταν εφάρμοσε την αναγκαστική χορήγηση εμετικών στα «βαποράκια», που οδήγησε στο θάνατο ενός Καμερουνέζου. Δεν θα απορούσαμε αν ο κ. Σολτς σκέφτηκε τότε «ξεβρόμισε ο τόπος από έναν μαύρο». Το πρόγραμμα του
Ο. Σολτς, προανάκρουσμα του γενικότερου σοσιαλδημοκρατικού προγράμματος, έχει τρία κύρια σημεία: ισοσκέλιση του προϋπολογισμού, δηλαδή περικοπές δαπανών εις βάρος των εργαζομένων, ισχυρή οικονομία με «νέα κουλτούρα αυτο-απασχόλησης» και ισχυρή αστυνομική παρουσία στους δρόμους. Τα εκλογικά του συνθήματα «πραγματισμός, αξιοπιστία, ακεραιότητα» απευθύνονταν στα ανώτερα μεσαία στρώματα που είχαν κερδίσει οι Χριστιανοδημοκράτες και βρήκαν απήχηση. Βεβαίως, δεν είχε να πει τίποτε για τους 70.000 ανέργους, τους 60.000 που ζουν με την κοινωνική πρόνοια και τους 250.000 μετανάστες του Αμβούργου, του οποίου ο πληθυσμός είναι 1,8 εκατομμύρια. Το 57% της συμμετοχής στις εκλογές ίσως κάτι λέει για όλα αυτά.