Οι «σημειώσεις» ξεκίνησαν την περιπετειώδη διαδρομή τους πριν από περίπου 38 χρόνια, από «μια σέχτα πολιτικά υπόπτων προσώπων της δεκαετίας του ’60, αριστερών (μεν), ίσως όμως όχι και τόσο «κανονικά» αριστερών», όπως σημείωνε κι ο Μάριος Μαρκίδης, ένας- απών πια- αλλά εκ των αρχικών συνεργατών του εκδοτικού εγχειρήματος.

Μακριά από το θόρυβο, τις δημόσιες σχέσεις και εμφανίσεις, οι σημειώσεις συγκροτήθηκαν ως μια «αυθόρμητη συναίνεση “δυστυχισμένων συνειδήσεων” που δεν πίστευαν στα μάγια, που αποδοκίμαζαν τον εκχυδαϊσμό του πνεύματος, που δεν ήταν υποδουλωμένες στο φετίχ μιας ορισμένης κομματικής ταυτότητας και που ερευνούσαν τας γραφάς και το νόημα των πράξεων – θέλεις των ταπεινών, θέλεις των υπερόχων…».
Παρά τις απώλειες που διατάραξαν την αρχική μαγεία αλλά και τη μαγιά της παρέας, οι σημειώσεις επιμένουν με απίστευτη εμμονή να είναι συνεπείς στο καθιερωμένο…ραντεβού τους. Σε σαράντα χρόνια, 70 μόλις τεύχη. Αν η αριθμητική είναι κριτήριο, τότε τα τεύχη είναι λίγα, δυσανάλογα σίγουρα με την «υπόγεια» επιρροή που άσκησαν στο όχι πολυπληθές αλλά πάντοτε σταθερό και αφοσιωμένο ακροατήριο που διαθέτουν. Αυτά εν είδη ενός αμήχανου προλόγου υποδοχής του εβδομηκοστού τεύχους που έφθασε στα χέρια μας αρχές του καλοκαιριού κι όλο αναβάλλαμε την παρουσίασή του.
Ήρθε ο καιρός φαίνεται και αφορμή-πρόσχημα υπήρξε το άρθρο που ανοίγει τις πρώτες σελίδες του τεύχους. Τίτλος του: Ο Παναγιώτης Κονδύλης, ο Πάγκαλος, η Αριστερά και η κρίση. Συγγραφέας ο πανεπιστημιακός Βασίλης Μπογιατζής, ο οποίος έχει εντρυφήσει στην προσωπικότητα και το έργο του Κονδύλη, οπότε θα ήταν άδικο να τον κατατάξουμε σ’ εκείνους που διεκδικούν την πατρότητα της σκέψης του Κονδύλη – για επικοινωνιακούς ή άλλους ιδεολογικούς λόγους.
Όπως κι αν έχει το πράγμα, το θέμα μας είναι ο Κονδύλης δεν είναι ο Μπογιατζής, και κυρίως θέμα είναι το ερώτημα: γιατί ουδείς από τους φορείς της σημερινής κατακερματισμένης Αριστεράς, δεν μπορεί ούτε θέλει να διαβάσει και να υποστηρίξει κάποιες -έστω- από τις θέσεις που παρουσίασε ο οξυδερκέστατος στοχαστής ο οποίος, δυστυχώς, χάθηκε πρόωρα. Αν κάποιος ξεφυλλίσει κάποιες απ’ τις σελίδες των βιβλίων του, διαπιστώνει ότι αυτό που σήμερα ονομάζουμε «ελληνική κρίση» με πλείστα όσα των συμπτωμάτων της έχουν περιγραφεί και ερμηνευθεί με απίστευτη ακρίβεια από έναν στοχαστή, μάλιστα, που το ελληνικό πρόβλημα υπήρξε δευτερεύουσα παράμετρος των φιλοσοφικών αναζητήσεών του.
Ο Παναγιώτης Κονδύλης πέθανε το 1998, μια δεκαετία δηλαδή πριν από το ξέσπασμα της κρίσης που βιώνουμε σήμερα. «Ήδη όμως -όπως σημειώνει και ο Κώστας Κουτσουρέλης σε σχετικό του άρθρο- από το 1992 διέβλεπε τις πιθανές εξελίξεις. Η νέα συγκυρία μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, πίστευε, θα υποβάθμιζε τον ρόλο της Ελλάδας στους κόλπους της Δύσης. Αυτό θα οδηγούσε, αργά ή γρήγορα, τους εταίρους μας αφενός μεν στην άρνηση «να χρηματοδοτήσουν περαιτέρω τον ελληνικό παρασιτικό καταναλωτισμό, επιβάλλοντας στην ελληνική οικονομία αυστηρή δίαιτα εξυγιάνσεως και επαναφέροντας το ελληνικό βιοτικό επίπεδο στο ύψος πού επιτρέπουν οι δυνατότητές της».
Αφετέρου, δε, στην απόφαση να αγνοήσουν «ό,τι οι Έλληνες θεωρούν ως εθνικά τους δίκαια, υιοθετώντας στα αντίστοιχα ζητήματα είτε τη θέση των αντιπάλων της Ελλάδας είτε, εν πάση περιπτώσει, θέση σύμφωνη με τα δικά τους περιφερειακά συμφέροντα». Με το Μνημόνιο της 8ης Μαΐου 2010, το πρώτο σκέλος της πρόβλεψης, η έξωθεν επιβεβλημένη «αυστηρή δίαιτα», επιβεβαιώθηκε πλήρως. Το μέλλον θα δείξει αν θα ισχύσει το ίδιο και στα εθνικά μας ζητήματα….
Το τεύχος των σημειώσεων παρουσιάζουμε όμως κι όχι τον Κονδύλη – για τον οποίο άλλωστε άλλοι καθ’ ύλην αρμοδιότεροί του (δημοσιο)γράφοντος έχουν το λόγο. Επανερχόμαστε, λοιπόν, στο τεύχος σημειώνοντας και τα υπόλοιπα περιεχόμενα των σελίδων του. Έχουμε και λέμε λοιπόν: Η Έλλη Χριστούλα κάνει μια υπόθεση εργασίας «περί Αντικανονικού και Ισχυρού ενδιαφερομένου Τρίτου», η Susan Sontag γράφει για τον Βάλτερ Μπένγιαμιν, ο Τζίμης Παπανικολόπουλος εντοπίζει τις διαφορές μεταξύ ελληνικής και χριστιανικής σκέψης, ο Γιώργος Μερτίκας αναπολεί αλλά και βιώνει στη σημερινή Κυψέλη μια παρόμοια ανάμνηση της παλιάς και ο Στέφανος Ροζάνης καταθέτει ποιητικά το «δίκαιο των σωμάτων».
Αναζητήστε το τεύχος και… καλές αναγνώσεις!

Σ.Μ.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!