Με αφορμή την συναυλία στο Καλλιμάρμαρο
Κάποια γεγονότα στη ζωή δεν ξεπερνιούνται ποτέ. Ένα από αυτά είναι η συναυλία στο Καλλιμάρμαρο «Όλη Ελλάδα για τον Μίκη».
Συλλείτουργο χιλίων υπέροχων χορωδών σ’ ένα εκκλησίασμα πενήντα χιλιάδων. Γέμισε ο λαός το στάδιο και μαζί του χιλιάδες νέοι, μα κι ένας μικρούλης μόλις δύο μηνών, που παρακολουθούσε χαμογελαστός επί δυόμιση ώρες.
Ενώθηκαν οι φωνές μας, ενώθηκαν οι καρδιές μας με τα τραγούδια τού Μίκη· τα βγαλμένα από τα σπλάχνα της Ελλάδας, τα εμπνευσμένα από την ομορφιά της πατρίδας, από τους ανθρώπους της και την ιστορία της.
«Οι γενναίοι και οι τραγουδιστές ανήκουν στην απεραντοσύνη.
Η λύρα και το τόξο ανήκουν στην αιωνιότητα. Μαζί θα πορευτούμε στους αιώνες των Ελλήνων. Μαζί θα τραγουδάμε. Και ο θάνατος δεν θα έχει πια εξουσία», γράφει ο ποιητής Γιώργος Μπλάνας σε ένα από τα ποιητικά κείμενά του, που διαβάστηκαν εξαιρετικά από τον Γιάννη Στάνκογλου και την Ιωάννα Παππά.
Ποίηση και μουσική οι αρχέγονες ρίζες μας. Το έντεχνο-λαϊκό τραγούδι το παρόν μας. Το βυζαντινό μέλος, η παραδοσιακή και η λαϊκή μουσική που ενώνονται με τη λόγια μουσική και ποίηση και γίνονται η ιερή κληρονομιά τού έθνους. Ένας διαρκής μουσικός διάλογος ανάμεσα στον Μίκη και τους Έλληνες, από το 1960 μέχρι σήμερα. Οι ρίζες βαθαίνουν όσο τα τραγούδια τού Μίκη κυλάνε στις φλέβες μας.
Ο Μίκης μάς ξαναδίνει το νήμα μαζί με την ιερή παρακαταθήκη του αιώνιου σ’ αγαπώ. Να κρατήσουμε και πάλι το νήμα που αφήσαμε, για να βρούμε τον δρόμο μας. Τον δρόμο που αρνηθήκαμε και μεγάλωσαν τα δεινά μας. Να κοιταχτούμε στα μάτια, να ξαναβρούμε το μπόι μας και τον βηματισμό μας. Να υπάρξουμε ο ένας μέσα από τον άλλον, για να μη χαθούμε στην ερημιά, για να μη μας κουρσέψουν οι σύγχρονοι πειρατές…
Όλοι οι μουσικοί ήταν εξαιρετικοί, και ο Παναγής Μπαρμπάτης, ο οποίος είχε αναλάβει τη μουσική διεύθυνση και την ενορχήστρωση, άξιζε και με το παραπάνω τα «μπράβο» και τα «άξιος» που ακούγονταν από τις κερκίδες. Οι λυρικές τραγουδίστριες Τζίνα Φωτεινοπούλου και Ελένη Βουδουράκη, οι λυρικοί τραγουδιστές Αντώνης Κορωναίος, Μπάμπης Βελισσάριος και Παντελής Κοντός απέδωσαν θαυμάσια τη λυρική διάσταση των τραγουδιών, και ο Γεράσιμος Ανδρεάτος (δωρικός όπως πάντα) τραγούδησε ωραία τα λαϊκά τραγούδια.
Σε όλη τη διάρκεια της συναυλίας η χαρά διαδεχόταν τη συγκίνηση και γινόταν πλατύ χαμόγελο και μεστό χειροκρότημα. «Σ’ ευχαριστούμε Μίκη!», «σ’ αγαπάμε!» φώναζε ο κόσμος. Σ’ ευχαριστούμε για τα τραγούδια, σ’ ευχαριστούμε που δεν μας εγκατέλειψες ποτέ, που είσαι όρθιος, που ακόμα κρατάς εκείνη την «τρεμόσβηστη σπίθα» που ανυψώνει την Ελλάδα, που ανυψώνει τον άνθρωπο, για να μπορεί να κοιτάζει ψηλά. Εκεί που κατοικούν η ομορφιά και τα υψηλά ιδανικά, και οι μεγάλες ιδέες διαλέγουν εκείνους που θα δώσουν πνοή στα όνειρα, καθώς θα χαράζουν τους φωτεινούς δρόμους του μέλλοντος.
Στο τέλος της συναυλίας, ο Μίκης διευθύνει την «Άρνηση» μ’ εκείνα τα χέρια φτερά, τα τόσο γνώριμα σε όλους μας και τόσο αγαπημένα. Ο Μίκης συγκινήθηκε και έκλαψε, μα όταν σηκώθηκε όρθιος χαμογελούσε.
Το μήνυμά του δύο λέξεις μόνο: «Σας αγαπώ». «Δυο λέξεις βάλσαμο στην ψυχή ενός λαού, που για ακόμη μια φορά στην μακραίωνη ιστορία του, βιώνει τη βαρβαρότητα», μου έγραψε ένας φίλος από την Κρήτη.
Η συναυλία τελείωσε, ο Μίκης αποχώρησε, τα φώτα του σταδίου άναψαν. Αδύνατον να επιστρέψουμε στην πραγματικότητα. Πώς να χωρέσει μέσα σου τόσος λυρισμός, τόση ομορφιά, τόση αγάπη; Πώς να καταλαγιάσουν τα συναισθήματα, όταν έχεις τραγουδήσει μαζί μ’ άλλους πενήντα χιλιάδες «πού να βρω την ψυχή μου / το τετράφυλλο δάκρυ»;
Αυτή η βραδιά θα παραμείνει μέσα μου για πάντα ζωντανή… και να, καθώς γράφω ακούω γύρω μου να τραγουδούν οι χορωδοί:
«Σήμερα παντρεύουμε τον Ήλιο,
Τον Ήλιο με τη νύφη τη μονάκριβη την Πασχαλιά!
Πολυχρόνιος ημέρα-Υπερμάχω- Υπερμάχω».