του Γρηγόρη Ζαρωτιάδη*

Το μεσημέρι της Δευτέρας 22 Φεβρουαρίου 2021 η εικόνα μπροστά από το κτίριο διοίκησης και τη Σχολή μας δεν θύμιζε πανεπιστήμιο. Ή τουλάχιστον, δεν θύμιζε πανεπιστήμιο μιας έστω αστικής, φιλελεύθερης, λειτουργούσας δημοκρατίας.

Τριψήφιος αριθμός αστυνομικών ειδικών σωμάτων με βαρύ εξ-οπλισμό και με ιδιαιτέρως οξυμένα πνεύματα παραταγμένοι μπροστά από την είσοδο των κτιρίων. Αέρια, κρότου και λάμψης, τραυματισμοί φοιτητών και φοιτητριών, αλλεπάλληλα κύματα συγκρούσεων, βίαιες προσαγωγές στον δρόμο μα και μέσα από τα ασθενοφόρα.

Μια σπασμένη κλειδαριά και ο αποκλεισμός υπαλλήλων από την πρόσβαση στα γραφεία της διοίκησης, τα γεγονότα που οδήγησαν τις πρυτανικές αρχές στη βιαστική και όπως αποδείχτηκε εσφαλμένη επιλογή της αναφοράς στις εισαγγελικές αρχές. Όμως αυτό δεν ήταν παρά μόνο η αρχή: ποιο ιδιαίτερο σκεπτικό οδήγησε ώστε, μέσα από τις αλυσιδωτές επιλογές συγκεκριμένων πολιτειακών παραγόντων, η αναφορά για φθορές, επαπειλούμενη κατάληψη και παρακώληση εργαζομένων να καταλήξει σε ασύμμετρη και υπέρμετρη αστυνομική βία και στην ωμή καταστολή μιας φοιτητικής κινητοποίησης με καθαρά πολιτικά χαρακτηριστικά και όχι κάποιας παράνομης δράσης;

Οι θερμοκέφαλοι της κυβέρνησης, οι κυβερνητικοί εραστές της καταστολής θεώρησαν ότι δόθηκε μια καλή ευκαιρία να δείξουν την πυγμή που (νομίζουν ότι) απηχεί τις ορέξεις της εκλογικής επιρροής τους. Το είδαν ως μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να αποδείξουν ότι η εγκατάσταση αστυνομίας στα πανεπιστήμια είναι εφικτή κι απαραίτητη.

Τι κατάφεραν όμως στην πραγματικότητα; Μα ακριβώς το αντίθετο!

Μαζικοποίησαν περαιτέρω το φοιτητικό κίνημα ενάντια στις κυβερνητικές μεθοδεύσεις και δημιούργησαν διευρυμένο μέτωπο αντίστασης από την πλευρά των καθηγητών και ακόμη περισσότερο των εργαζομένων του ΑΠΘ. Στη χθεσινή πορεία προς το υπουργείο Μακεδονίας Θράκης και τα δικαστήρια μετείχαν πάνω από τρεις χιλιάδες νέοι και φοιτητές κι όλα αυτά σε μια περίοδο που οι περισσότεροι από αυτούς δεν βρίσκονται στη Θεσσαλονίκη.

Η αρχική κατάληψη μαζικοποιήθηκε και ριζοσπαστικοποιήθηκε.

Ο πρόσφατος νόμος Κεραμέως-Χρυσοχοΐδη, πέρα από απαράδεκτος, αποδεικνύεται και ανεφάρμοστος!

Το συμπέρασμα είναι ένα: στο πείραμα της πυγμής και της καταστολής η κυβέρνηση, ευτυχώς, «πυροβόλησε τα πόδια της». Λέω ευτυχώς, καθώς μπορεί να αποτελέσει μια ακόμη πράξη στην ιστορία των κοινωνικών αγώνων που νικούν απέναντι στις όποιες αντιδραστικές εμμονές της εξουσίας.

Η κυβέρνηση οφείλει να αποσύρει τον πρόσφατο νόμο. Πολύ περισσότερο πρέπει να κατανοήσει ότι η εκπαιδευτική πολιτική δεν γίνεται με διαταγές.

Τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα πρέπει να «ανοίξουν». Με προφυλάξεις, με περιορισμούς, με όποια προστατευτικά μέτρα θα επέβαλαν οι συνθήκες της πανδημίας, αλλά πρέπει να «ανοίξουν»! Είναι πλέον απροκάλυπτο ότι η ιδιαίτερη σχολαστικότητα για να κρατηθούν ερμητικά κλειστές οι Σχολές έχει να κάνει και με την προσπάθεια να περάσουν αντιδραστικές νομοθεσίες.

Τέλος, το σύνολο της πανεπιστημιακής κοινότητας οφείλει να υπερασπιστεί τουλάχιστον τους φοιτητές που έχουν συλληφθεί.

Τα παραπάνω θα μπορούσαν να είναι μια διέξοδος αποκλιμάκωσης της κρίσης στο εσωτερικό της πανεπιστημιούπολης του ΑΠΘ. Προφανώς όμως όχι της έντασης στην παιδεία και στην κοινωνία συνολικά: αυτή δεν θα αλλάξει όσο η ειρήνη επιδιώκεται χωρίς τη δικαιοσύνη και την ελευθερία!

* Ο Γρηγόρης Ζαρωτιάδης είναι κοσμήτορας της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών στο ΑΠΘ

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!