Ανέλαβε την ευθύνη;
Η Αριστερά εξήγγειλε ότι θα δώσει απάντηση στην επίσκεψη Μέρκελ στο δρόμο, ότι θα κινητοποιήσει τις δυνάμεις της. Στην πράξη είχαμε την 3ωρη στάση της ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, τη συγκέντρωση στο Σύνταγμα, την πορεία του ΠΑΜΕ και συγκεντρώσεις σε άλλες πόλεις. Οι συνεχείς δηλώσεις «συμμετέχουμε στη συγκέντρωση των συνδικάτων» ήδη έδιναν ένα λάθος μήνυμα και προσανατολισμό. Ειδικά όταν δεν γίνονται και άλλες κινήσεις που να ξεδιπλώνουν μια πολιτική αντιπαράθεση, να θέτουν ζητήματα.
Δεν έχουμε να κάνουμε με ένα «συνδικαλιστικό» θέμα. Δεν αντιστοιχούσε απλά στα σωματεία ή στο ΠΑΜΕ και το Δίκτυο Συνδικαλιστών του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν πάρθηκε πολιτικά η ευθύνη να αναδειχτεί η αντιπαράθεση με τη Μέρκελ, με τη γερμανική επιτροπεία, με την υποτέλεια. Η Αριστερά φαίνεται να ξεχνάει ότι συγκέντρωσε το 1/3 των ψήφων στις τελευταίες εκλογές. Το αν σηκώνει την ευθύνη απέναντι σε σημαντικά γεγονότα ή όχι, αν εκμεταλλεύεται κάθε πολιτική εξέλιξη για να ξεδιπλώσει ένα σχέδιο κλιμάκωσης μιας πολιτικής αντιπαράθεσης ή όχι, έχει σήμερα πολύ μεγαλύτερη σημασία και ανάλογα χρεώνεται.
Η μέρα της επίσκεψης Μέρκελ ήταν μια γκρίζα μέρα για τη χώρα και αυτό έπρεπε με κάθε τρόπο να αναδειχτεί. Η επικύρωση της γερμανικής επικυριαρχίας, η μνημειώδης υποτέλεια Σαμαρά, οι αντιδημοκρατικές εκτροπές και απαγορεύσεις, όλα αυτά δεν τέθηκαν με τη σαφήνεια και την ένταση που χρειάζονταν. Η σύνδεση όλων αυτών με τα μέτρα κοινωνικής κατεδάφισης, η ανάδειξη μιας πολιτικής διεξόδου της χώρας, μετάβασης σε μια νέα κατάσταση, η δυναμική προβολή της υπεράσπισης της Δημοκρατίας και της Ανεξαρτησίας, αυτά όλα δεν έγιναν.
Γρανάζι δε γυρνά;
Όχι μόνο αυτό. Από πολλές πλευρές υπήρξε μεγάλο άγχος να μην ξεχαστεί ότι το θέμα είναι «ταξικό». Εκπρόσωποι της Αριστεράς σε δηλώσεις και συνεντεύξεις προσπαθούσαν πολλές φορές να πείσουν ότι το θέμα μάλλον δεν είναι ακριβώς η Μέρκελ αλλά γενικότερα ο καπιταλισμός ή ο νεοφιλελευθερισμός ή η πανευρωπαϊκή πολιτική λιτότητας ή η αναδιανομή του πλούτου στο εσωτερικό.
Από αυτές τις εκτιμήσεις εξηγούνται και μια σειρά άλλα φαινόμενα, όπως είναι η υποβάθμιση της κινητοποίησης και της προετοιμασίας της, τα άσχετα συνθήματα που για μια ακόμα φορά προσπαθούσαν να δώσουν τον τόνο για να… σώσουν τον απλό λαό από κάθε «πατριωτική παρέκκλιση» και άλλα.
Ας το πούμε και πιο γλαφυρά. Αν θεωρούμε ότι το επίδικο της επίσκεψης Μέρκελ ήταν αν το γρανάζι γυρνά χωρίς τον εργάτη ή αν αυτός μπορεί χωρίς αφεντικά, αν θεωρούμε ότι αυτό εκφράζει τη λαϊκή θέληση σε αυτή τη συγκυρία, κάπου υπάρχει πρόβλημα. Δεν είναι θέμα ενός συνθήματος, μπορεί σε μια συγκέντρωση να είναι πιο «πολύχρωμη» η συνθηματολογία. Το πρόβλημα έχει να κάνει με τις πολιτικές στοχεύσεις, με το χαρακτήρα που δίνουμε σήμερα στην πολιτική αντιπαράθεση, με το αν απαντάμε στα ζητήματα που απασχολούν και μπορούν να κινητοποιήσουν τη λαϊκή πλειοψηφία (72% στην τελευταία δημοσκόπηση είναι το ποσοστό που τοποθετείται ενάντια στο μνημόνιο).
Η μη ανάληψη, λοιπόν, ουσιαστικά της πολιτικής ευθύνης, τα προβλήματα ή τα λάθη σε σχέση με την πολιτική γραμμή και τακτική απέναντι στο γεγονός της επίσκεψης Μέρκελ, οι αντιλήψεις που πολλές φορές επικρατούν, οδηγούν και σε λάθη στο πώς οργανώνονται ορισμένα πράγματα.
Έτσι, η συγκέντρωση στο Σύνταγμα ήταν άνευρη. Η στάση των συνδικαλιστικών ηγεσιών είναι γνωστή σε τέτοιες περιπτώσεις. Εξαγγέλλεται μια συγκέντρωση χωρίς να παίρνεται κανένα άλλο μέτρο και ο κόσμος αφήνεται στην τύχη του. Από τη στιγμή που σε αυτές τις ηγεσίες εκχωρήθηκε ουσιαστικά η συγκέντρωση, δεν πάρθηκε κάποια άλλη πρωτοβουλία ώστε η συγκέντρωση να έχει ένα πρόγραμμα, έστω τα στοιχειώδη που θα χρειάζονταν (ακόμα και κάποια εξέδρα, μικροφωνικές κλπ.).
Η σημερινή ανάγκη
Μπορεί κάποιος να είναι ικανοποιημένος βάζοντας διαφορετικά μέτρα ή κριτήρια. Για παράδειγμα, ο Ριζοσπάστης της επόμενης μέρας ανέφερε με ενθουσιασμό την (όντως αρκετά μεγάλη, συγκριτικά) μαζικότητα της πορείας του ΠΑΜΕ, διαπιστώνοντας ότι ανεβαίνει ο ρόλος του στο κίνημα κλπ. Το θέμα όμως μάλλον διαφορετικά τίθεται. Ανταποκρίθηκε η Αριστερά σε αυτά που θα απαιτούσε το συγκεκριμένο πολιτικό γεγονός;
Δεν υπάρχει άπειρος χρόνος για χάσιμο. Δεν είμαστε σε εποχές ήρεμων εξελίξεων και αργόσυρτων εναλλαγών. Καθένας πρέπει να ανταποκριθεί στις ανάγκες μιας μετάβασης που είναι ήδη σε εξέλιξη. Τα κοινωνικά μπλοκ δεν συγκροτούνται και αυτά «κανονικά», και νέοι παράγοντες μπαίνουν και θα μπαίνουν στο «παιχνίδι». Κορυφαία η ανάγκη να διεξαχθεί πολιτικός αγώνας και να αποκτήσει πολιτική υπόσταση ένα ρεύμα ανατροπής του πολιτικού συστήματος και ανάδειξης του λαϊκού παράγοντα στα πράγματα. Αυτό σημαίνει διαδικασίες και πολιτικές στοχεύσεις που να αγκαλιάζουν πλειοψηφικά κομμάτια της κοινωνίας. Αλλιώς, η δίψα του κόσμου για μια άλλη εξέλιξη στη χώρα, για πραγματική δημοκρατία, για εθνική αξιοπρέπεια, θα διαστρέφεται, θα γίνεται αντικείμενο χειρισμών, θα χρησιμοποιείται.