Αρχική Διάλογος: Πανδημία & Δημοκρατία «Τα έργα είναι παροδικά, η ενόχληση μόνιμη»

«Τα έργα είναι παροδικά, η ενόχληση μόνιμη»

του Γιώργου Νικολαΐδη*

Στα χρόνια της νεότητάς μου, συχνά στα διάφορα δημόσια έργα τοποθετούνταν μια τυποποιημένη πινακίδα που έγραφε: «Η ενόχληση είναι παροδική, τα έργα είναι μόνιμα». Καθώς δε εκείνα τα χρόνια η διελκυστίνδα μεταξύ εργολάβων που εκβίαζαν για ακόμη μεγαλύτερες αμοιβές και διεφθαρμένων πολιτικών οδηγούσε στη χρόνια παραμονή των έργων και των πινακίδων, καθώς μόλις ολοκληρώνονταν επιτέλους ένα κάποιο εξ αυτών άνοιγε στο ίδιο σημείο αμέσως ένα επόμενο, ήταν συχνό ένα λογοπαίγνιο το οποίο ανέστρεφε τη σειρά των αναγραφόμενων: «Τα έργα είναι παροδικά, η ενόχληση είναι μόνιμη».

Έτσι κάπως και με τις πολιτικές του κράτους για την πανδημία. Ο κυρίαρχος λόγος γι’ αυτήν μπορεί εύλογα να συνοψιστεί στις παρακάτω προτάσεις:

  • Η πανδημία από τον Covid-19 είναι μια εξαιρετικά θανατηφόρα απειλή, «η επιδημία του αιώνα», πρωτόγνωρη για τα μέχρι σήμερα δεδομένα.
  • Ο έλεγχος της θνησιμότητας που κινδυνεύει να προκληθεί από την πανδημία στις κοινωνίες μπορούσε σε πρώτη φάση να διασφαλιστεί μόνο με την επιβολή περιοριστικών μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης (καραντίνα, απαγορεύσεις, μάσκες, κ.λπ.).
  • Ο οριστικός έλεγχος της πανδημίας μπορεί να έρθει με τον μαζικό εμβολιασμό του συνόλου του πληθυσμού με τα διαθέσιμα εμβόλια (με την επικουρική συμβολή άλλων ιατρικών μέσων, π.χ. της διαθεσιμότητας κλινών ΜΕΘ, φαρμάκων, κ.ο.κ.).
  • Τα δυο παραπάνω (τα περιοριστικά μέτρα και ο μαζικός εμβολιασμός) δεν προκαλούν μεγαλύτερη υγειονομική βλάβη στις κοινωνίες απ’ όση αποτρέπουν και η όποια κοινωνική βλάβη προκαλείται (οικονομική καταστροφή, αναίρεση θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων) δικαιολογείται απόλυτα από το μέγεθος της απειλής την οποία αποσοβούν.

Τώρα πια όμως, πάνω από ενάμιση χρόνο μετά την έναρξη της πανδημίας, όλες οι παραπάνω προκείμενες που στηρίζουν την κυρίαρχη πολιτική ταυτοχρόνως αλληλοϋποστηριζόμενες καταρρέουν υπό το βάρος συντριπτικών εμπειρικών δεδομένων:

1. Η θνησιμότητα από την τρέχουσα πανδημία δεν φαίνεται να υπερβαίνει πουθενά —ακόμη και στις χώρες που δεν έλαβαν παρά ελάχιστα περιοριστικά μέτρα— εκείνη μιας βαριάς επιδημίας λοίμωξης του αναπνευστικού, όντας συγκρίσιμη με τις επιδημίες της εποχικής γρίπης του 1957-1958 και του 1968-1970 (χαρακτηριστικά, το 2020 οι θάνατοι που καταχωρίστηκαν παγκοσμίως ως οφειλόμενοι στον Covid-19 ήταν παρόμοιοι σε αριθμό μ’ εκείνους που την ίδια χρονιά καταχωρίστηκαν με αίτιο τη φυματίωση). Και τούτο παρά τη ριζική αλλαγή του τρόπου καταχώρισης ενός θανάτου ως οφειλόμενου στον κορονοϊό, ανεξαρτήτως βαρύτητας υποκείμενων νοσημάτων, που επιβλήθηκε από τον ΠΟΥ και το αμερικανικό CDC μετά την έναρξη της πανδημίας (αν είχε επικρατήσει αυτό το κριτήριο στις καταχωρίσεις των θανάτων, τότε από τον ιό HIV μάλλον δεν θα είχε καταχωριστεί κανένας θάνατος τα τελευταία 50 χρόνια…).

2. Τα περιοριστικά μέτρα πουθενά δεν κατόρθωσαν να ελέγξουν ή να σταματήσουν την εξέλιξη της επιδημίας: ούτε η μετάδοση από χώρα σε χώρα σταμάτησε, ούτε η καμπύλη των θετικών στον Covid-19 «επιπεδώθηκε» πουθενά. Οι ίδιοι οι κήρυκες του πανικού που προέβλεπαν εκατόμβες θυμάτων από τον κορονοϊό έσπευσαν βεβαίως να δικαιολογήσουν την παταγώδη αποτυχία τους με «υποθετικούς λόγους του μη πραγματικού» διατυπώνοντας δημοσίως ισχυρισμούς ότι, αν δεν είχαν ληφθεί αυτά τα μέτρα, θα είχαμε πολύ περισσότερους θανάτους. Ωστόσο, παραδείγματα όπως η Σουηδία ή η Ιαπωνία (που παρεμπιπτόντως είναι η χώρα με τον πλέον γερασμένο πληθυσμό στον πλανήτη), οι οποίες δεν μπήκαν σε αυτήν τη φρενίτιδα απαγορεύσεων, αποδεικνύουν πόσο ανυπόστατοι είναι τέτοιοι ισχυρισμοί. Φυσικά, πολύ λίγο απασχόλησε τα εγχώρια Μέσα —που τόσο πολύ λοιδόρησαν τη Σουηδία για τις επιλογές της— το γεγονός ότι η Ελλάδα πλέον ξεπέρασε τη σκανδιναβική αυτή χώρα σε θνησιμότητα από κορονοϊό, και όλα δείχνουν ότι στο άμεσο μέλλον η διαφορά θα μεγαλώνει ολοένα και περισσότερο…

Είναι περισσότερο από ποτέ επίκαιρη και κοινωνικά αναγκαία η σύμπτυξη ενός πλατιού μετώπου δυνάμεων της Αριστεράς, της κοινωνικής αμφισβήτησης και της ρήξης με τις κυρίαρχες πολιτικές. Σε αυτή την κατεύθυνση, η δημιουργία ενός χώρου συζήτησης και ανταλλαγών είναι ένα πρώτο, εξαιρετικά κρίσιμο κι επιβεβλημένο βήμα

3. Η εξέλιξη των θανάτων από κορονοϊό σε χώρες με μεγάλη εμβολιαστική κάλυψη, είτε στο νότιο ημισφαίριο το καλοκαίρι (π.χ. Χιλή) είτε στο βόρειο τους πρώτους φθινοπωρινούς μήνες (π.χ. Ισραήλ), αλλά και διακρατικές συγκρίσεις δείχνουν ότι η επανεμφάνιση επιδημικών κυμάτων με τα ανάλογα θύματα δεν σχετίζεται με την εμβολιαστική κάλυψη του γενικού πληθυσμού. Άλλωστε —και ανεξαρτήτως από εύλογες αιτιάσεις για την αποτελεσματικότητα των επί του παρόντος διαθέσιμων εμβολίων ή του χρόνου που τελικά παρέχουν την όποια προστασία— αν ήταν με ένα εμβόλιο να σταματούσαν οι επιδημίες των λοιμώξεων του αναπνευστικού, τότε θα είχε σταματήσει και η εποχική γρίπη για την οποία διαθέσιμο και επιβεβαιωμένα αποτελεσματικό εμβόλιο υπάρχει 70 χρόνια τώρα…

4. Πέρ’ από την οικονομική αποπτώχευση σημαντικών μερίδων του κόσμου της εργασίας, τη διάλυση κάθε αυταπάτης κράτους δικαίου και ατομικών ελευθεριών και την υιοθέτηση του βιοεξουσιαστικού μοντέλου της Κίνας από τις χώρες του ΟΟΣΑ (που προκλήθηκαν πρωτοστατούντος του «ακραίου Κέντρου»), οι υγειονομικές επιπτώσεις των κυρίαρχων πολιτικών δεν άργησαν να φανούν. Για παράδειγμα, η Σουηδία είχε το 2020 αλλά και στα τρία πρώτα τρίμηνα του 2021 πολύ μικρότερη (ίσως και κάτω του 1/3) υπερβάλλουσα γενική θνησιμότητα από ό,τι η Ελλάδα. Σε όλες δε τις χώρες του lockdown και του μαζικού εμβολιασμού η παρατηρούμενη έξαρση της γενικής θνησιμότητας δείχνει πως οι κοινωνίες αυτές θα πληρώσουν τις επιλογές των ηγεσιών τους όχι μόνο με φτώχια και αυταρχισμό αλλά και με θάνατο.

Σε όλο αυτό το σκηνικό, η αυτοπροσδιοριζόμενη ως Αριστερά στις αναπτυγμένες κοινωνίες (με αξιοσημείωτες εξαιρέσεις) φάνηκε σαφώς κατώτερη των κοινωνικών αναγκών: φοβική, ενσωματώνοντας όλες τις μορφές επιστημονισμού και ακολουθητισμού του «ακραίου Κέντρου» και των ταγών του ιατροβιομηχανικού συμπλέγματος εγκατέλειψε κάθε μάχη ενάντια στην αυταρχικοποίηση της κοινωνικής ζωής, κάθε μάχη για την υπεράσπιση του δικαιώματος της πλατιάς κοινωνικής πλειοψηφίας στη ζωή. Ένα μέρος δε αυτής έφτασε να ταυτίζει κάθε διαμαρτυρία με τον τραμπισμό και την Ακροδεξιά, να υπερθεματίζει τις απόψεις του ίδιου του κράτους για την ανάγκη ακόμη αυστηρότερων απαγορεύσεων, να αναπαράγει παιδιάστικα memes των πληρωμένων κονδυλοφόρων του συστήματος, να βάζει την ταμπέλα της «ψεκασμένης» συλλήβδην σε κάθε φωνή αμφισβήτησης και του ατομικισμού σε κάθε διαμαρτυρία, να λησμονεί παντελώς ότι, εκτός από τους πολιτικούς διαχειριστές τής εκάστοτε κυβέρνησης, βασικός αντίπαλος της Αριστεράς είναι το κράτος και το κεφάλαιο.

Αυτό όμως, δεν είναι το ίδιο στον υπόλοιπο κόσμο: π.χ., στα χρόνια της πανδημίας κι εν μέσω περιοριστικών μέτρων και πολιτικών, οργανώθηκε η μεγαλύτερη απεργία όλων των εποχών στην Ινδία, πολιτικές διαδηλώσεις συντάραξαν πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής όπως η Κολομβία (στην οποία η ακραία απαγορευτική πολιτική του ακροδεξιού προέδρου Ντούκε δεν έχει βεβαίως απασχολήσει την εγχώρια Αριστερά…). Οι λόγοι και αιτίες αυτής της διαφοροποίησης σίγουρα θα μας απασχολούν επί μακρόν τα επόμενα χρόνια. Ακόμη όμως και στην Ευρώπη σιγά-σιγά το κοινωνικό κίνημα ανασυντάσσεται: από τα «κίτρινα γιλέκα» στην Γαλλία, στην απεργία των λιμενεργατών στην Τεργέστη και στις πολιτικές διαδηλώσεις της Αριστεράς στην Γερμανία, όλα δείχνουν ότι η ιστορία δεν «τελειώνει» τόσο εύκολα όσο θέλουν να ελπίζουν οι διανοούμενοι του αστισμού.

Ίσως, όμως τελειώνουν κάποιες εκδοχές της Αριστεράς. Γιατί μια Αριστερά που θα ήθελε να ακουμπάει τον κοινωνικό παλμό των υπό εκμετάλλευσιν τάξεων δεν μπορεί να μένει αδρανής απέναντι στα όσα συμβαίνουν, ούτε να κουνάει το δάχτυλο στους εξεγερμένους κρυμμένη πίσω από τους δικούς της ατομικούς φόβους. Γιατί μια άλλη, διαφορετική αριστερή πολιτική θα ήταν και είναι ακόμα εφικτή: με την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των κοινωνιών σε αντιδιαστολή με το «κρυφτούλι» και την επί της ουσίας «άρνηση» της πανδημίας που υιοθετείται από το κράτος. Μια τέτοια πολιτική θα εκφραζόταν με την αποδοχή του γεγονότος ότι ο πληθυσμός θα εκτεθεί και στον κορονοϊό (όπως άλλωστε και σε τόσες άλλες ανάλογες απειλές) και ότι αυτή η έκθεση είναι που θα μπορέσει να τερματίσει την πανδημία χωρίς να την κάνει να σέρνεται για χρόνια· και ότι μια τέτοια έκθεση μπορεί να γίνει με τις λιγότερες δυνατές απώλειες αν γίνει με παράλληλη προστασία των ευάλωτων και έκθεση των λιγότερο ευάλωτων, και ότι, σε κάθε περίπτωση, όποια πολιτική υπόσχεται μηδενικό αριθμό θυμάτων εξαπατάει εμπρόθετα το λαό. Και ότι γι’ αυτά όλα υπάρχουν και εμπειρικά παραδείγματα: η Ιαπωνία που προαναφέρθηκε ‒αστικό κράτος που συγκυριακά ακολούθησε διαφορετική πολιτική από τη διεθνώς κυρίαρχη‒ έχοντας κρούσματα της πανδημίας από τον Γενάρη του 2020, έχει σήμερα μικρότερη του 1/10 από τη θνησιμότητα της «πρωταθλήτριας του lockdown» Ελλάδας…

Όλα τα παραπάνω ξαναχαράζουν σήμερα τις διαχωριστικές γραμμές, δημιουργούν νέα πεδία πάλης, αναδεικνύουν νέα επίδικα για την Αριστερά και τα κοινωνικά κινήματα, για όσους επιμένουν να σκέφτονται και να δρουν με γνώμονα τα συμφέροντα της εργαζόμενης πλατιάς κοινωνικής πλειοψηφίας, των εκμεταλλευόμενων αυτού του κόσμου. Για όλα τα παραπάνω, είναι περισσότερο από ποτέ επίκαιρη και κοινωνικά αναγκαία η σύμπτυξη ενός πλατιού μετώπου δυνάμεων της Αριστεράς, της κοινωνικής αμφισβήτησης και της ρήξης με τις κυρίαρχες πολιτικές. Σε αυτή την κατεύθυνση, η δημιουργία ενός χώρου συζήτησης και ανταλλαγών είναι ένα πρώτο, εξαιρετικά κρίσιμο κι επιβεβλημένο βήμα.

* Ο Γιώργος Νικολαΐδης είναι ψυχίατρος

Σχόλια

Exit mobile version