του Ιάσονα Κωστόπουλου

Τον τελευταίο χρόνο, η κατάσταση της πανδημίας, πέρα από ανησυχίες και συζητήσεις που αφορούν την υγεία, έχει δικαίως εγείρει ανησυχίες και για τη δημοκρατικότητα με την οποία προχωρά η διαχείριση της νέας κατάστασης. Το ζήτημα τίθεται τόσο διεθνώς όσο και εγχώρια. Με τον παρατεταμένο εγκλεισμό, τις συνεχείς απαγορεύσεις κυκλοφορίας, με τα διάφορα «ανοίγματα» και «κλεισίματα» να πραγματοποιούνται κατόπιν «συστάσεων» ειδικών και τεχνοκρατών. Ωστόσο στη δική μας περίπτωση, η κυβέρνηση δείχνει να μην περιορίζεται μονάχα στη διαχείριση αλλά παράλληλα να προωθεί την επιβολή ενός νέου status quo αναφορικά με τις διαδηλώσεις αλλά και το σύνολο της δημόσιας ζωής. Εδώ ακριβώς είναι και το πρόβλημα! Η κυβέρνηση όχι μόνο δεν προσπαθεί να καθορίσει στο αυστηρά αναγκαίο επίπεδο τους περιορισμούς αλλά αντίθετα χρησιμοποιεί τις απαγορεύσεις και την καταστολή εν μέσω πανδημίας για να προχωρήσει τη δική της ατζέντα.

Υπό αυτό το πρίσμα ερμηνεύονται και όλες οι κινήσεις οι οποίες είτε εκτάκτως είτε «θεσμικά» έχουν προχωρήσει τον τελευταίο χρόνο. Από το νομοσχέδιο για τις πορείες του περασμένου καλοκαιριού μέχρι την πανεπιστημιακή αστυνομία και το νέο επιχειρησιακό σχέδιο της ΕΛ.ΑΣ, θεσμοθετείται μια ευρείας κλίμακας εκτροπή που δεν έχει βέβαια ως στόχο την προστασία της δημόσιας υγείας, άσχετα αν την επικαλείται προσχηματικά. Έτσι, έπειτα από την ίδρυση «νέου» αστυνομικού σώματος για τις διαδηλώσεις, έχουμε και το νέο σώμα για τα πανεπιστήμια -και ποιος ξέρει πόσα ακόμα. Αλλά και στον τομέα των διαδηλώσεων είδαμε αντίστοιχα «πρωτοποριακές» ρυθμίσεις: Δήλωση διοργανωτή μέσω taxisnet, χρήση μεγαφώνων για την «προειδοποίηση», διάλυση και ασφαλή διαφυγή (!) των διαδηλωτών, δημιουργία «ειδικών χώρων» για τους δημοσιογράφους αλλά και σύνταξη αναφοράς για την επικινδυνότητα της κάθε συγκέντρωσης που θα καθορίζει και τη «διαβάθμιση» των κατασταλτικών μέσων.

Η κυβέρνηση όχι μόνο δεν προσπαθεί να καθορίσει στο αυστηρά αναγκαίο επίπεδο τους περιορισμούς αλλά αντίθετα χρησιμοποιεί τις απαγορεύσεις και την καταστολή εν μέσω πανδημίας για να προχωρήσει τη δική της ατζέντα

ΟΣΟ ΚΙ ΑΝ τα παραπάνω πλασάρονται ως εκσυγχρονισμός και εξευρωπαϊσμός της χώρας μέσω διαφόρων γελοίων και αναληθών ευφυολογημάτων, δεν χρειάζεται παρά να έχει συμμετάσχει κανείς σε μια-δυο συγκεντρώσεις για να καταλάβει περί τίνος πρόκειται. Όχι μόνο δεν διασφαλίζεται η ειρηνική και απρόσκοπτη διαμαρτυρία αλλά αντίθετα εξασφαλίζεται η αστυνομική αυθαιρεσία. Πώς αλλιώς να ερμηνευθεί ο περιορισμός των δημοσιογράφων –άρα και της κάλυψης των διαδηλώσεων–, η στοχοποίηση φυσικών προσώπων και η διαβάθμιση της καταστολής σύμφωνα με την «επικινδυνότητα», που δεν είναι παρά ένα πολιτικό κριτήριο; Αλλά και η παρουσία αστυνομίας στο χώρο των πανεπιστημίων που ουσιαστικά καταργεί τον δημόσιο χώρο και αποτελεί μοχλό διάλυσης της ελεύθερης διακίνησης ιδεών εντός τους -άσχετα με τα ελλείμματα που ο καθένας αναγνωρίζει στην διαδικασία αυτή σήμερα.

Άλλωστε οι προθέσεις της κυβέρνησης μαρτυρούνται και από την πρόσφατη απαγόρευση των συναθροίσεων άνω των 100 ατόμων. Με πρόσχημα τον περιορισμό της διασποράς του ιού, ουσιαστικά απαγορεύονται διαμαρτυρίες όπως αυτή ενάντια στο νομοσχέδιο για την Παιδεία, την ίδια στιγμή που λίγα μέτρα μακριά από τον χώρο που τελικά διεξήχθη η πορεία, κόσμος συνωστίζεται «για να τονώσει την αγορά». Είναι τέτοια η ανορθολογικότητα των κυβερνητικών μέτρων σε αυτή την περίπτωση που δίκαια λέγεται από πολλούς ότι «στις διαδηλώσεις κολλάει, στα ψώνια κολυμπάει». Αν όμως τα μέτρα στερούνται ορθολογισμού δεν στερούνται και σκοπιμότητας. Η κυβέρνηση την κρίσιμη περίοδο της πανδημίας, όπου θα έπρεπε να επιδιώκεται η μέγιστη κοινωνική συνοχή, προχωράει σε αμφιλεγόμενα νομοσχέδια προσπαθώντας να τα περάσει υπό την πίεση του υγειονομικού κινδύνου, δυναμιτίζοντας έτσι το κλίμα!

Αν μάλιστα κανείς διατεινόταν -όπως και κάνουν διάφορες μιντιακές περσόνες- ότι η πανδημία δεν είναι λόγος για να σταματήσει το κυβερνητικό έργο ή η πολιτική ζωή. Να θυμίσουμε ότι όχι μόνο η κυβέρνηση υστέρησε στην ενίσχυση του ΕΣΥ καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας, όπως έχουμε επανειλημμένα αναδείξει στις σελίδες μας, αλλά προχώρησε και στη μείωση του προϋπολογισμού για την υγεία, ώστε να ρεφάρει τα όσα παραπάνω χρειάστηκαν τη φετινή χρονιά. Καταδεικνύεται λοιπόν ότι αφενός η κυβέρνηση δε νοιάζεται στο ελάχιστο για τη δημόσια υγεία αλλά πολύ περισσότερο για την οικονομία, και αφετέρου ότι η πανδημία αποτελεί ευκαιρία για μεγάλες αλλαγές και ξεκαθαρίσματα όπως είναι αυτό που προωθείται σήμερα στα πανεπιστήμια.

ΣΥΝΟΨΙΖΟΝΤΑΣ, με έναν τρόπο η σημερινή εκτροπή αποτελεί μέτρο τριπλής προετοιμασίας για την κυβέρνηση και συνολικά για το πολιτικό σύστημα. Πρώτον, επιχειρείται ένα «ξεμπέρδεμα» με όσα δεν πρόλαβε να «συμμαζέψει» η μνημονιακή περίοδος, ανοίγοντας έτσι χώρο στον ιδιωτικό τομέα αλλά και προωθώντας μεγάλες διευθετήσεις (βλ. ελληνοτουρκικά) και παραχωρήσεις. Έπειτα, οχυρώνεται το πολιτικό σύστημα για όλες τις φουρτούνες που μέλλονται, είτε αφορούν τον Covid στο πεδίο της υγείας και της οικονομίας, είτε μεγάλες ανακατατάξεις και υπαναχωρήσεις σε γεωπολιτικό επίπεδο. Τέλος, τίθενται τα θεμέλια για την μετά-κορωνοϊού εποχή, με τα σχέδια για τη «μεγάλη επανεκκίνηση» να περιλαμβάνουν και προχωρήματα μέσα από ανάλογα καθεστώτα έκτακτης ανάγκης.


Δίωξη – παρακαταθήκη στην ΠΟΕΔΗΝ

Όπως αναφέρουν Τα Νέα, το νέο επιχειρησιακό σχέδιο της αστυνομίας έδωσε κιόλας τα πρώτα δείγματα γραφής, με τη δίωξη του προέδρου της ΠΟΕΔΗΝ Μιχάλη Γιαννάκου. Εγκαινιάζεται έτσι ένας νέος κύκλος διώξεων και τρομοκρατίας μέσω της ταυτοποίησης του διοργανωτή μιας κινητοποίησης. Δυστυχώς αυτά είναι μόνο η αρχή. Αρκεί κανείς να σκεφτεί ότι το περιστατικό έλαβε χώρα σε μια κατά τα άλλα ήρεμη συγκέντρωση, επειδή ο κ. Γιαννάκος «παράκουσε» την εντολή του διαμεσολαβητή της αστυνομίας… Και μη χειρότερα…


Μια μαζική και σημαντική διαδήλωση

του Νίκου Ταυρή 

Η μαζικότητα της διαδήλωσης και ο τρόπος που αυτή έγινε ήταν δύο σημαντικά χαρακτηριστικά που δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητα. Ήταν διαφορετική από αυτές που είχαμε συνηθίσει. Είχε θέμα, που είχε ζυμωθεί προηγούμενα, και δεν ήταν στη λογική της «άμεσης απάντησης». Αφορούσε το ζήτημα της πανεπιστημιακής αστυνομίας και όσα φέρνει η πολιτική της κυβέρνησης για τα ΑΕΙ, ενώ επεκτάθηκε στο αίτημα να ανοίξουν και να λειτουργήσουν οι σχολές.

Ο τρόπος διέφερε από τις συνηθισμένες διαδηλώσεις. Δεν έβλεπες τα πανό που στηρίζονται σε κοντάρια, δεν υπήρχαν οι σημαίες των περιφρουρήσεων, όλοι φορούσαν μάσκα και κρατούσαν αποστάσεις. Δεν υπήρξαν καθόλου επεισόδια. Με δυο λόγια εκφράστηκε μια πιο ώριμη στάση καθώς επρόκειτο για μια απαγορευμένη από την αστυνομία πορεία (όχι συνάθροιση πάνω από 100 άτομα) ενώ δεν γνώριζαν αν θα χτυπηθεί άμεσα (δεν τόλμησαν λόγω της μαζικότητας και της στάσης των φοιτητών). Για όλους αυτούς τους λόγους υπήρξε μια «χωρητικότητα» κι όχι μια εικόνα που δεν συσπειρώνει, ή αιτίες που διασπούν ή διαλύουν πορείες. Στο τέλος δεν σκέφτηκε κανείς να κάνει το γνωστό ντου για λίγο στα λουλουδάδικα.

Οι φοιτητές, στις δηλώσεις που έκαναν, προσπαθούσαν να συνδέσουν τα όσα γίνονται στην Ανώτατη Παιδεία με όσα γίνονται στην κοινωνία, δεν ήταν γενικά «στον κόσμο τους» και έθεταν σοβαρά ζητήματα. Έτσι ακύρωναν το στημένο σκηνικό που πρόκρινε ως θέμα το «θέλετε ή δεν θέλετε μπάχαλα μέσα στις σχολές».

Η διαδήλωση κατόρθωσε λοιπόν να μεταθέσει το θέμα στις πραγματικές επιδιώξεις της κυβέρνησης και να αποτελέσει έτσι μια σημαντική επιτυχία και ένα παράδειγμα μαζικής κινητοποίησης σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Αν υπάρξει μέσα στους φοιτητικούς χώρους μια «γείωση» με θεματολογίες που μπορούν να πλησιάσουν ευρύτερα ακροατήρια και αν τηρηθεί μια δημοκρατική, αγωνιστική και μαζική στάση, τότε το κλίμα μπορεί να αλλάξει.

Το κλειδί είναι να συνεχίσει το Πανεπιστήμιο να αποτελεί έναν μαζικό, κοινωνικό χώρο με όλη την σημασία του όρου αυτού. Χώρος μάθησης, έρευνας, δημοκρατίας, διαλόγου, κοινότητας. Με κλειστές τις σχολές και με την εμπέδωση της τηλε-εκπαίδευσης μπαίνουν τα θεμέλια όχι για την προστασία της υγείας φοιτητών και καθηγητών αλλά για την κατάργηση του Πανεπιστήμιου ως δημόσιου χώρου και αγαθού. Αυτός είναι ο λόγος που χρειάζεται η πανεπιστημιακή αστυνομία και όχι η φύλαξη των χώρων. Μην ξεχνάμε πως επί Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ (Σαμαροβενιζελική κυβέρνηση) καταργήθηκαν θέσεις εργαζόμενων για τη φύλαξη των ΑΕΙ σε όλη τη χώρα (Στο ΕΚΠΑ 600 θέσεις).

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!