Θέλω μια Αριστερά αεράτη, σύχρονη, νευρώδη, καινοτόμα, ενημερωμένη, μορφωμένη, ανιδιοτελή, λαϊκή, νεανική, δημοκρατική, μαχητική, εξωστρεφή και αγαπησιάρικη! Ζητάω πολλά;
Μάλλον, γιατί δεν τη βρίσκω, χρόνια τώρα. Πήγα σε μάγισσες, σε χαρτορίχτες, που λέει και το τραγούδι, αλλά ακόμα την ψάχνω. Το ξέρω, σας ακούω, είμαι εκτός πραγματικότητας, ζω σε άλλη εποχή, βλέπω οπτασίες και φτιάχνω πύργους στην άμμο… Σας ακούω, αλλά επιμένω. Πιστεύω ότι είμαι ο πιο προσγειωμένος απ’ όλους. Πιστεύω ότι εάν δεν φτιάξουμε αυτή την Αριστερά, που πολλοί θέλουμε, θα κάνουμε μία τρύπα στο νερό που θα μας ρουφήξει σούμπιτους.
Μέσα στην Αριστερά κυριαρχεί το «παλιό», το «γερασμένο». Και, δυστυχώς, δεν είναι μόνο ηλικιακό το ζήτημα. Είναι και ηλικιακό, αλλά πρωτίστως είναι ιδεολογικό, πολιτικό, κοινωνικό και πολιτισμικό.
Το ηλικιακό είναι το πιο προφανές, φαίνεται και στις φωτογραφίες, δεν χρειάζεται καν αποδεικτικά στοιχεία. Πολλές οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ, που γνωρίζω τη σύνθεσή τους, αποτελούνται σχεδόν εξ ολοκλήρου από πολίτες άνω των 50 ετών. Στη νεοσυσταθείσα τοπική οργάνωση που συμμετέχω, οι κάτω των 40 είναι 3 ή 4 στους 60. Κι εγώ ανήκω στους άνω των 60, πλέον. Δεν το έχω βάλει κάτω, όπως και πολλοί άλλοι, αλλά χωρίς μια ηλικιακή ισορροπία αισθάνομαι ασφυκτικά. Η εμπειρία των παλιών δεν μπορεί να αναπληρώσει τη φρεσκάδα, το δυναμισμό και το καινούργιο που κουβαλούν οι νέοι. Καμία επανάσταση, αιματηρή ή βελούδινη, δεν έγινε από τους «μεγάλους». Κι αν γίνει ποτέ, θα είναι στα όριά τους.
Η μικρή συμμετοχή των νέων φάνηκε στις φοιτητικές εκλογές, που ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε χαμηλά μονοψήφια ποσοστά την ώρα που στις βουλευτικές εκλογές έκανε ένα τεράστιο άλμα. Φαίνεται και από την επαγγελματική κατάσταση των μελών του, στη μικρή ερασιτεχνική στατιστική που έκανα στην πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ. Η ηλικιακή και η κοινωνική σύνθεση του οργανωμένου κομματιού πρέπει να απασχολήσει σοβαρά τον ΣΥΡΙΖΑ. Από τις λίστες που συμπλήρωσαν και υπέγραψαν όσοι συμφωνούν (περίπου οι 99 στους 100!) για την αναγκαιότητα δημιουργίας τηλεοπτικού σταθμού της Αριστεράς, προκύπτει ότι σε 400 άτομα που δήλωσαν επάγγελμα, οι συνταξιούχοι ήταν 15%, ενώ οι φοιτητές 2,5%. Οι εργάτες 0,75% και οι αγρότες 1,25%, ενώ οι ελεύθεροι επαγγελματίες 31,75% και οι εκπαιδευτικοί 16%. Οι δημόσιοι και δημοτικοί υπάλληλοι 9% και οι ιδιωτικοί 9,25%. Τέλος, οι καλλιτέχνες 6,25% και οι άνεργοι 3%. Μπορεί κανείς βάσιμα να υποθέσει ότι κάποιοι που δηλώνουν επάγγελμα μπορεί να είναι τώρα συνταξιούχοι, αλλά προτιμούν να δηλώνουν την ιδιότητα που είχαν μέχρι να συνταξιοδοτηθούν, π.χ. γιατροί ή δικηγόροι. Επίσης, οι εκπαιδευτικοί που πιθανότατα στην πλειοψηφία τους εργάζονται σε δημόσια σχολεία και πανεπιστήμια, θα μπορούσαν να προστεθούν και στην κατηγορία των δημοσίων υπαλλήλων ανεβάζοντας το μερίδιό της στο 20-25%. Δηλαδή, εκτός από την εκκωφαντική υποεκπροσώπηση εργατών και αγροτών, εντυπωσιακή είναι και η διαφαινόμενη υποεκπροσώπηση των νέων εργαζομένων, φοιτητών και ανέργων. Αυτά τα στοιχεία είναι δειγματοληπτικά, αλλά μάλλον κοντά στην πραγματικότητα.
Ασχολείται, όμως, κανείς με το «δημογραφικό» των μελών του ΣΥΡΙΖΑ; Με τις ηλικίες και με την κοινωνική του σύνθεση; Νομίζω ότι αυτό το σοβαρό πρόβλημα, που είναι και πρόβλημα όλης της Ελλάδας που γερνάει, δεν υπάρχει στην «ατζέντα» των προτεραιοτήτων. Οι «παλιοί», με βάση τα φεμινιστικά ήθη των Sixties’ και Seventies’, επιμένουν στην ποσόστωση γυναικών, υποτιμώντας την απουσία και υποεκπροσώπηση των νέων, αντρών και γυναικών. Αλλά, προσπερνώντας την ανισομέρεια στην κοινωνική σύνθεση του σώματος της Αριστεράς, κλείνεις τα μάτια μπροστά σε ένα φλέγον ζήτημα που η τροπή του θα καθορίσει τις εξελίξεις μέσα κι έξω από την Αριστερά.
Και το χειρότερο: μία μερίδα των «παλιών» προσπαθεί με άμεσο ή έμμεσο τρόπο, εκούσια ή ακούσια, να μπλοκάρει τη «νεανικοποίηση» της Αριστεράς ή τη θέλει με τους δικούς της όρους. Με αποτέλεσμα πολλοί απ’ αυτούς που εντάσσονται με νεανικό ενθουσιασμό γρήγορα να εγκλωβίζονται στη λογική των «μεγάλων». Και παρατηρείται το φαινόμενο, αρκετοί νέοι να προσαρμόζονται και να συμπεριφέρονται σαν παλιοί. Το βλέπει κανείς αυτό στις «νεολαίες», ειδικά στην ΚΝΕ, αλλά όχι αποκλειστικά, το βλέπει και στις εξωκοινοβουλευτικές οργανώσεις που έχουν πιο νεανικό κόσμο και πιο ριζοσπαστική πολιτική πλατφόρμα και φρασεολογία, αλλά κινούνται σε δογματικά στενοσόκακα που είναι οικεία στους «παλιούς».
Οι νέοι ακτιβιστές προσελκύονται είτε από τα πιο αντιεξουσιαστικά ρεύματα που απαρνούνται τη συμβατικότητα των κομμάτων και τη φθορά της εξουσίας, είτε από τα πιο συντηρητικά συμπαγή πολιτικά μορφώματα, στο ΚΚΕ οι αριστερόστροφοι και στη Χρυσή Αυγή οι δεξιόστροφοι. Ενώ το μεγαλύτερο ίσως κομμάτι της ελληνικής νεολαίας που θέλει αλλαγή σε αντιμνημονιακή προοδευτική κατεύθυνση, ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ, εντούτοις αρνείται να ενταχθεί και να δουλέψει στις οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά μπορείς να φτιάξεις ένα σύγχρονο, μαχητικό, ανατρεπτικό κ.λπ. κ.λπ. κίνημα αλλαγής χωρίς τη δραστική συμμετοχή της νεολαίας;
Αυτό το θέμα υπάρχει στους προβληματισμούς της Αριστεράς; Και γιατί δεν υπάρχει; Μήπως γιατί οι παλιοί φοβούνται τους νέους ή γιατί οι παλιοί θέλουν τους νέους, αλλά δεν ξέρουν πώς να τους προσελκύσουν; Μάλλον ισχύουν και τα δύο, δηλαδή άλλοι δυστροπούν (ανομολόγητα) και άλλοι δεν μπορούν (ομολογημένα και ανομολόγητα).
Έχω προσωπική εμπειρία, αλλά παίρνω μηνύματα και από άλλες πηγές, απ’ όλη την Ελλάδα. Οι νέοι σε ηλικία, αλλά και οι νέοι σε ιδέες, συναντούν εμπόδια από «παλιούς». Οι παλιοί υπερασπίζονται την αυθεντία τους και τις θέσεις τους, αφήνοντας ελάχιστο χώρο στους νέους να εκφραστούν και να αναπτυχθούν. Υπάρχουν, ευτυχώς, και «γέροι» που είναι πιο νέοι κι απ’ τους νέους.
Συστηματικά, τα πόστα μοιράζονται σε συνταξιούχους, αποσπασμένους δημόσιους υπάλληλους και επαγγελματικά στελέχη. Το νεανικό, το νέο και το φρέσκο δεν χωράει, δεν βρίσκει ούτε ρωγμή για να μπει. Η ίδια η προώθηση του Τσίπρα στην ηγεσία επιτεύχθηκε με μεγάλες εσωτερικές κόντρες και αποτελεί πανηγυρική εξαίρεση στον κανόνα. Ένας λόγος που αποχώρησε ο Κουβέλης, κατ’ εξοχήν εκφραστής του παλιού, του παμπάλαιου, είναι ότι δεν επικράτησε στην αναμέτρηση. Εάν είχε εκλεγεί πρόεδρος, αντί του Τσίπρα, δεν θα είχε ποτέ αποχωρήσει από τον Συνασπισμό και τον ΣΥΡΙΖΑ. Θυμάμαι και το χαμό που έγινε για την επιλογή του Τσίπρα ως υποψηφίου για τη δημαρχία της Αθήνας και αργότερα τη σκληρή αντιπαράθεση για τη θέση στην Ευρωβουλή, ανάμεσα σε παλιούς και νέους, που κόντεψε να προκαλέσει διάσπαση στον Συνασπισμό. Αλλά και απ’ όλη τη χώρα έρχονται μηνύματα που επιβεβαιώνουν όχι μόνο την περασμένη ηλικία του οργανωμένου ΣΥΡΙΖΑ και την ανισόρροπη κοινωνική του σύνθεση, αλλά και τη δυσθυμία με την οποία αντιμετωπίζονται οι νέοι σε ηλικία, αλλά και οι νέοι σε αντιλήψεις και πρωτοβουλίες.
Ο καινούργιος ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να είναι σαν τον παλιό και εάν το «παλιό» εμποδίσει το «νέο» να ανθίσει, η ζημιά θα είναι ανυπολόγιστη.
Στέλιος Ελληνιάδης