Γράφει ο Γιώργος Α. Λεονταρίτης

Ισχυρά ρίχτερ κλονίζουν τα θεμέλια του ΣΥΡΙΖΑ και ο κίνδυνος κατάρρευσης είναι ορατός. Αποχωρήσεις, διαγραφές, αποδοκιμασίες, απειλές, οξύτατες δηλώσεις και διχογνωμίες για δημοψήφισμα που πρότεινε ο Κασσελάκης προαναγγέλλουν την οριστική διάσπαση.

Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που μέσα στο παγκόσμιο, αλλά και ελληνικό, αριστερό κίνημα εκδηλώνονται φαινόμενα διάσπασης. Αλλά στην προκειμένη περίπτωση, πρόκειται για κάτι τελείως διαφορετικό και απογοητευτικό. Θα το δούμε αυτό στη συνέχεια.

ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΣ, όμως, ας κάνουμε μια ιστορική αναδρομή. Η Αριστερά, μαζί με τις διάφορες τάσεις, έσερνε μαζί της πάντα και το ενδεχόμενο διάσπασης, στην προσπάθεια εφαρμογής μιας γνήσιας επαναστατικής προοπτικής. Η Πρώτη Διεθνής υπήρξε πολυφωνική. Περιλάμβανε μαρξιστές, μπλανκιστές, προυντονιστές, γιακωβίνους, δημοκράτες σοσιαλιστές, που εκπροσωπούσαν όλο το φάσμα της Αριστεράς. Ο αγώνας όμως για ελευθερία και σοσιαλισμό ήταν κοινός σκοπός που συνέδεε όλες αυτές τις τάσεις. Γι’ αυτό η Πρώτη Διεθνής δεν έμοιαζε με την Τρίτη. Η άρνηση στο ξεκίνημα, δεν ήταν «παράπτωμα», αλλά εκδήλωση ζωντάνιας. Το πρωί της 18ης Μαρτίου 1871 ο λαός του Παρισιού αντιμετώπισε το αμείλικτο ερώτημα: Ποια εξουσία ταιριάζει στη σοσιαλιστική επανάσταση; Η απάντηση δόθηκε την ίδια στιγμή και ήταν πεντακάθαρη: «Είναι η εξουσία που αρνείται τον εαυτό της…» Έτσι γεννήθηκε η Κομμούνα. Με «άρνηση» και αμφισβήτηση. Αργότερα όμως ο Μαρξισμός από «μέθοδος για δράση» μεταβλήθηκε σε κλειστό σύστημα, και οι επισημότεροι των «αναλυτών» της ιδεολογίας, απέκτησαν το δικαίωμα να διακρίνουν τους «γνήσιους» μαρξιστές από τους μη γνήσιους! Οι τελευταίοι στιγματίζονταν με τη ρετσινιά του «αιρετικού», του «αναθεωρητή», έως και του «προδότη», αν κάπου τολμούσαν να διατυπώσουν απόψεις που δεν συμφωνούσαν με την άποψη των επισήμων «εξηγητών». Παράδειγμα ο «αιρετικός» Γκράμσι και η «αναθεωρήτρια» Λούξεμπουργκ! Τον Ιανουάριο του 1921, στο σχεδόν κατεστραμμένο θέατρο Σαν Μάρκο του Λιβόρνου, τελέστηκε το ιδρυτικό συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας, στο οποίο ο Γκράμσι παραβρέθηκε ως απλός σύνεδρος. Και ίσως φανεί απίστευτο, κάποιοι σύνεδροι αντιτάχθηκαν με σφοδρότητα στην εκλογή του Γκράμσι ως μέλος της Κεντρικής Επιτροπής! Και στο θέατρο Γκολντόνι, δύο βήματα από το Σαν Μάρκο, γινόταν το Συνέδριο του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Τότε, το κομμουνιστικό ρεύμα αποχώρησε προκειμένου να ιδρύσει νέο κόμμα. Ο πραγματικός ηγέτης των διασπαστών και ιδρυτής του Κομμουνιστικού Κόμματος, ήταν ο νεαρός μηχανικός Αμαντέο Μπορντίγκα, επικεφαλής της μεγαλύτερης αριστερής φράξιας μέσα στο Σοσιαλιστικό Κόμμα. Βέβαια, τα περιστατικά διασπάσεων μέσα στο αριστερό κίνημα χρειάζεται τόμος ολόκληρος για να μνημονευθούν. Σκόρπια ενδεικτικά παραδείγματα θυμίζουμε εδώ. Στη Γερμανία, το Κομμουνιστικό Κόμμα το 1918, διέθετε μια μικρή μειοψηφία εργατών και διανοουμένων. Η συνδικαλιστική υπεραριστερά, που ζητούσε το άμεσο επαναστατικό ξεσήκωμα του προλεταριάτου, επικράτησε πριν από το ιδρυτικό Συνέδριο πάνω στην ηγεσία Λίμπκνεχτ και Ρόζας και τους αμφισβήτησε. Μετά τη δολοφονία των δύο ηγετών η υπεραριστερά κυριάρχησε στο Κόμμα, αλλά την άνοιξη του 1920 οι υπεραριστεροί διασπάσθηκαν και σχημάτισαν το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας.

Ας έλθουμε όμως στα δικά μας, σε πιο κοντινούς χρόνους. Είναι γνωστά όσα διαδραματίσθηκαν τον Φεβρουάριο του 1968 με τη διάσπαση του ΚΚΕ. Το κόμμα διχάστηκε σε δύο κλάδους. Οι του «εσωτερικού» αποκολλήθηκαν από την εξάρτηση και τον δογματισμό. Υπήρξαν όμως και οι ανεξάρτητοι, τους οποίους αποκαλούσαν «Χαοτικούς». Η διαμάχη μεταξύ των δύο πλευρών κυρίως, υπήρξε απίστευτα έντονη. Οι οξείες αντιδικίες έφθασαν ακόμα και στους τόπους εξορίας, αφού τότε κυβερνούσε η χούντα. Εκείνο που παρέμεινε τελείως άγνωστο, και δεν μεταφέρθηκε προς τα έξω, είναι οι άνευ προηγουμένου αγριότητες που διαπράχθηκαν μεταξύ οπαδών των δύο πλευρών στα νησιά εκτοπίσεων. Θύμα αυτών των εκδηλώσεων υπήρξε ο βουλευτής της ΕΔΑ Σταύρος Ηλιόπουλος, παλιός σοσιαλιστής. Υπέστη τέτοιο ψυχολογικό σοκ, ώστε έπαθε εγκεφαλικό επεισόδιο και μεταφέρθηκε επειγόντως σε νοσοκομείο. Το περίεργο ήταν ότι ο Ηλιόπουλος δεν θέλησε ποτέ να αναφερθεί στα τραγικά γεγονότα των διενέξεων που θύμιζαν Τασκένδη. Ούτε καν στους οικείους του δεν θέλησε να αποκαλύψει τι ακριβώς συνέβη. Αλλά και νωρίτερα, στα 1951, όταν ιδρύθηκε η ΕΔΑ, υπήρξαν διαφωνίες και αποχωρήσεις εξ αιτίας της ασφυκτικής πίεσης του εκτός Ελλάδος ΚΚΕ. Κι έφτασε στο σημείο ο Σταύρος Ηλιόπουλος να αποχωρήσει, αλλά επανήλθε πολύ αργότερα. Αυτά και άλλα πολλά τότε. Το «σήμερα» όμως είναι τελείως διαφορετικό. Ο ΣΥΡΙΖΑ θυμίζει σουρεαλιστικό πίνακα μοντέρνας ζωγραφικής, όπου οι θεατές προσπαθούν να μαντέψουν τι ακριβώς απεικονίζει.

«Είναι ωραίες οι ιδέες. Μόνο που πρέπει να αλλάξουμε ενσάρκωση. Ίσως σχήματα, ίσως ηγέτες –περισσότερο ειλικρινείς και ατόφιους– σε κάποιο αυλάκι θα ξαναμπούμε, ας είναι άλλο από κείνο που διαβήκαμε…»

 ΑΥΤΟ ΤΟ κόμμα αποκολλήθηκε από τις ρίζες του και αρνήθηκε τη γνήσια σοσιαλιστική προοπτική, προκειμένου να έχει την εύνοια των Βρυξελλών και να αποκτήσει εξουσία. Ουδέποτε ο ΣΥΡΙΖΑ τόλμησε να αμφισβητήσει την απολυταρχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ξένων τραπεζιτών. Έσβησε την ηθική ακτινοβολία της Αριστεράς, που ήταν το μεγάλο της όπλο απέναντι στην ένοχη για τη λεηλασία της χώρας μας και την υποθήκευση του μέλλοντός της από τη δικομματική συγκυριαρχία Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ. Κι όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβέρνηση και Αξιωματική Αντιπολίτευση πολιτεύθηκε με τους κανόνες του Ιερατείου των Βρυξελλών. Όταν τον Ιούλιο του 2015 έγινε το δημοψήφισμα κατά των μνημονίων και το αποτέλεσμα αλλοιώθηκε, ένας ξένος δημοσιογράφος, ο Φρ. Λορντόν, έγραψε: «οι εναλλακτικές επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ ήταν δύο: Ή να κρυφτεί κάτω από το τραπέζι ή να το αναποδογυρίσει. Ο Αλ. Τσίπρας και η ηγετική ομάδα προτίμησαν το πρώτο. Οι ευθύνες τους είναι ιστορικές…»

Το «τραπέζι» τώρα έχει σπάσει σε κομμάτια. Με τη διάσταση έργων και λόγων ο Τσίπρας έχασε τις εκλογές. Ο Κασσελάκης εξ Αμερικής, «Αριστερός» εφοπλιστής, προκάλεσε τα ρίχτερ σε ένα κόμμα που ήδη έχει χάσει το παιχνίδι. Στόχος του είναι να σταθεροποιηθεί σ’ ένα προσωπικό σχήμα αμερικανικής προδιαγραφής. Μπορεί και να το πετύχει, αλλά η σοσιαλιστική γνήσια Αριστερά κηδεύτηκε εδώ και καιρό.

ΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΑΥΤΕΣ κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη ένα βιβλίο μου με τίτλο «Συντροφικά μαχαιρώματα». Περιγράφει τις αντιδικίες μεταξύ ΕΔΑ, ΚΚΕ εσωτ. και ΚΚΕ. Είναι η προϊστορία, νομίζω χρήσιμη και επίκαιρη, για όσα διαδραματίζονται τώρα. Θυμάμαι τον Ηρακλή Τζάθα, τελευταίο αρχισυντάκτη της προδικτατορικής Αυγής, έναν λεβεντάνθρωπο, που τον φωνάζαμε «καπετάνιο» γιατί είχε διατελέσει καπετάνιος του ΕΛΑΣ. Εξαιρετικός δημοσιογράφος, με γοητευτική πένα. Ήταν ο μόνος Έλληνας που είχε προσωπική φιλία με τον Τσε Γκεβάρα, τον οποίο είχε γνωρίσει σ’ ένα ταξίδι του στην Κούβα. Μεταπολιτευτικά, ο Τζάθας μου έλεγε ότι διατηρούσε κάποιους φόβους για την πορεία και το μέλλον της Αριστεράς, παρά το ότι από τη φύση του ήταν άνθρωπος αισιόδοξος. Εγώ, νέος τότε, επέμενα σε ιδέες και προσδοκίες, που φυσικά δεν δικαιώθηκαν. Ο Τζάθας με έκοψε χαμογελώντας και διατύπωσε μια προφητεία: «Είναι ωραίες οι ιδέες. Μόνο που πρέπει να αλλάξουμε ενσάρκωση. Ίσως σχήματα, ίσως ηγέτες –περισσότερο ειλικρινείς και ατόφιους– σε κάποιο αυλάκι θα ξαναμπούμε, ας είναι άλλο από κείνο που διαβήκαμε…»

Ν’ αλλάξουμε ηγέτες… Σίγουρα αυτό προέχει, αφού οι τωρινοί κάλπικα εμφανίζονται σαν… «ιππότες» μιας χαμένης τιμής. Όπως έλεγε ο αδελφός του Μίκη, ο Γιάννης Θεοδωράκης, σε έναν στίχο του, μιλάμε για «Ιππότες της Τιμής, με τα κάλπικα ζάρια στο μανίκι…»

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!