Μια απάντηση σε άρθρο του Ρούντι Ρινάλντι. Της Ελένης Πορτάλιου

Ο σύντροφος Ρούντι Ρινάλντι δημοσίευσε στον Δρόμο (8/9/2012) ένα κείμενο με τίτλο Μετάβαση και ΣΥΡΙΖΑ. Ευτυχώς ανοίγει ο διάλογος για τη δημιουργία του «ενιαίου φορέα σε μια κρίσιμη περίοδο». Οι μέχρι σήμερα δημόσιες παρεμβάσεις είναι περιορισμένες και δίνεται η εντύπωση ότι τόσο τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ όσο και η κοινωνία που πλήττεται από τα μνημόνια και την καπιταλιστική κρίση, δεν θα γίνουν κοινωνοί μιας εξαιρετικά σημαντικής συντακτικής διαδικασίας για ένα μαζικό δημοκρατικό, αριστερό κόμμα, το οποίο θα γεννηθεί μέσα από τον υπαρκτό ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ αλλά θα τον υπερβεί, ελπίζουμε, δημιουργικά. Γι’ αυτό θα πρέπει να αναληφθούν ατομικές και συλλογικές πρωτοβουλίες που θα εμψυχώσουν τη συζήτηση και τον προβληματισμό και θα δώσουν έναυσμα να στοχαστούμε και να επινοήσουμε ένα σύγχρονο κόμμα, αντίστοιχο της ιστορικής προοπτικής της Αριστεράς, δηλαδή του στρατηγικού στόχου της κοινωνικής απελευθέρωσης και του σοσιαλισμού με δημοκρατία και ελευθερία.
Αυτό δεν σημαίνει, προφανώς, ότι η στρατηγική μας θα μετατραπεί σε ρητορικές εκφωνήσεις πίστης στην επανάσταση. Σε κάθε περίπτωση, πολύ περισσότερο σήμερα, το πρόγραμμα ενός αριστερού κόμματος πρέπει να απαντά στα μείζονα επίδικα της συγκυρίας, μάλλον μακρόχρονης: να εκφράζει δηλαδή ένα σαφές σχέδιο διεξόδου από την κρίση, το οποίο θα ανταποκρίνεται στα συμφέροντα των λαϊκών τάξεων και των κοινωνικών (μεσο)στρωμάτων που μπορεί να συμμαχήσουν μαζί τους και να περιγράφει την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, μέσα από την ανασύσταση μιας κατακερματισμένης και διαλυμένης κοινωνίας.

Κοινωνικά μπλοκ και ταξικά στοιχεία
Ο σ. Ρούντι βλέπει αναπόφευκτη «την κοινωνική σύγκρουση δύο παρατάξεων». Αυτά όμως «τα μεγάλα κοινωνικά μπλοκ» δεν χάνουν τα ταξικά τους στοιχεία. Από την ιστορία μας γνωρίζουμε πολύ καλά ότι οι δύο ανταγωνιστικές τάξεις -η εργατική και η αστική- με όλες τις ιστορικές διαφοροποιήσεις και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους παίζουν καταλυτικό ρόλο στη συγκρότηση των κοινωνικών μπλοκ και το ερώτημα που ανακύπτει κάθε φορά, ιδιαίτερα σε στιγμές κρίσης, είναι το πώς πολώνονται τα ενδιάμεσα στρώματα και οι ταξικές μερίδες. Ο Νίκος Πουλαντζάς έχει περιγράψει τη σύνθεση της μικροαστικής τάξης και μας βοηθά να κατανοήσουμε τις ενδιάθετες σήμερα δυνατότητες συμμαχίας της με την εργατική τάξη, η οποία έχει, επίσης, μετασχηματιστεί. Ο όρος (μεσο)στρώματα, που κι εγώ χρησιμοποίησα πριν, είναι αρκετά ασαφής ως προς την υλική του βάση στις σημερινές συνθήκες και πρέπει να οριστεί. Και ας μην ξεχνάμε το ζήτημα της ιδεολογικής ηγεμονίας, γιατί χωρίς την κατανόησή του δεν θα μπορέσουμε να ερμηνεύσουμε ούτε την άνοδο της ναζιστικής Χρυσής Αυγής ούτε την εμμονή ενός, μικρότερου σήμερα, μέρους του λαϊκού κόσμου που συντάσσεται ιδεολογικά και πολιτικά με τους δυνάστες του.
Με τα παραπάνω θέλω να υπογραμμίσω ότι, παρά τη μεγάλη ρευστότητα, η κοινωνία είναι κινούμενη άμμος που πρέπει ν’ αποκτήσει πολιτικά και ιδεολογικά χαρακτηριστικά απεξάρτησης από το αστικό μπλοκ εξουσίας, το οποίο συγκροτείται σήμερα με βασικό κορμό το εξαρτημένο από την Ε.Ε. μεγάλο κεφάλαιο -χρηματοπιστωτικό, βιομηχανικό, κατασκευαστικό, εμπορικό- και διαπλέκεται με τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους, κυρίως ΜΜΕ και Εκκλησία, καθώς και με ένα υποτελές πολιτικό προσωπικό.
Η σχέση του εγχειρήματός μας με την ιστορία είναι, λοιπόν, υπαρκτή όχι όμως σαν καρικατούρα αλλά σαν βιωμένη θεωρητική γνώση και πρακτική. Μπορεί να φαίνονται πολύ μαρξιστικά oλ’ αυτά αλλά πιστεύω ότι οι κλασικοί όπως και όλοι οι διανοητές της κριτικής, παλαιάς και σύγχρονης θεωρίας, μας δίνουν τα εργαλεία να ερμηνεύσουμε τον κόσμο για να τον αλλάξουμε και είναι εξαιρετικά πολύτιμοι, κυρίως σε περίοδο κρίσης.

Μαζικότητα και συστημική προσαρμογή
Για να αναφερθώ αναλυτικότερα στο κόμμα, διαλέγομαι με τις θέσεις του σ. Ρούντι. Γράφει: «Δεν πρέπει να οικοδομήσουμε ένα κυβερνητικό κόμμα». «Η μετάβαση δεν μπορεί να νοηθεί σαν έργο μιας μικρής ολιγομελούς κυβέρνησης ή κάποιας πρωτοπόρας ομάδας». Επίσης, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να είναι φορέας μετάβασης που προϋποθέτει ρήξεις και αλλαγές και όχι φορέας διαχείρισης.
Προσυπογράφω και ταυτόχρονα κατανοώ την αγωνία του να μην αποδυθούμε σε βυζαντινολογίες και πρακτικές γκρούπας. Ας μην ξεχνάμε, όμως, ότι υπήρξαν πολύ μαζικά κομμουνιστικά κόμματα στη δύση που διεκδίκησαν την εξουσία, μόνα ή σε συμμαχίες. Αν έσφαλαν ή δεν τα κατάφεραν δεν ήταν από έλλειψη μαζικότητας αλλά επειδή σπατάλησαν με συστημική προσαρμογή αυτή τη μαζικότητα. Τα μέχρι σήμερα δείγματα γραφής του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ στο προ μετάβασης στάδιο δεν είναι τόσο ενθαρρυντικά. Πίεση χρόνου; Όχι μόνο.
Ωραίο ακούγεται να καλούμε το λαό να φτιάξει το νέο κόμμα, όπως είπε ο σ. Τσίπρας, αλλά εν τω μεταξύ η πρώτη ψυχή του κόμματος, ο παλιός και νέος κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ, έχει μειωμένες αρμοδιότητες και καμία γνώμη για το πώς παράγονται οι θέσεις και το πώς διατίθενται οι πόροι (άνθρωποι και χρήματα) που ο ελληνικός λαός μας δίνει από το υστέρημά του.
Ωραίο, επίσης, ακούγεται να καλούμε το λαό να φτιάξει το πρόγραμμα, πάλι όπως είπε ο σ. Τσίπρας, αλλά εμένα μου φαίνεται ότι παραπέμπουμε -εμμέσως πλην σαφώς- στις καλένδες τις δημοκρατικές συμμετοχικές διαδικασίες του προγράμματος, που ενεργοποιούν όλες τις εξειδικευμένες θεματικά δυνάμεις και όλες τις οργανώσεις βάσης, ώστε να επικοινωνήσουν με το λαό και τους κοινωνικούς -παραγωγικούς, συνδικαλιστικούς, αυτοδιοικητικούς και λοιπούς φορείς- τους παραγωγούς και τους πολίτες και να φτιάξουν μαζί πρόγραμμα. Δεν έχουμε δηλαδή θεσμούς, διατυπώνουμε ευχές.
Μόνο, όμως, ένα συγκροτημένο δημοκρατικά κόμμα με τις οργανώσεις βάσης – πολιτικά κύτταρα και μάχιμες ομάδες κοινωνικής παρέμβασης, στις οποίες αίρεται ο κοινωνικός καταμερισμός εργασίας, τις θεματικές- τμήματα, τα ενδιάμεσα και τα κεντρικά αιρετά όργανα, μπορεί να ενεργοποιήσει ουσιαστικά πολυπληθείς δυνάμεις, να αξιοποιήσει τις γνώσεις, τη δημιουργικότητα και τη δράση όλων, να πολλαπλασιάσει την προσφορά καθενός και καθεμιάς. Στο πλαίσιο αυτό, μιας βαθιά δημοκρατικής και συμμετοχικής δομής του μαζικού αριστερού κόμματος, εμπράγματα ανοιχτής στην κοινωνία, με απόλυτη διαφάνεια εκτός και εκτός, ορίζεται ο ρόλος της κοινοβουλευτικής ομάδας και η χρήση των ανθρώπινων και υλικών πόρων που παρέχει το κράτος στους βουλευτές. Ένα τέτοιο κόμμα είναι ταυτόχρονα ένας τεράστιος χώρος εκπολιτισμού τόσο των μελών του όσο και της κοινωνίας των αποκάτω.
Η άλλη εκδοχή φορέα είναι η ιστορική μορφή του ποπουλίστικου κόμματος που δομείται με μια συγκεντρωτική κορυφή, κυρίως ένα χαρισματικό ηγέτη και ένα χύδην κομματικό λαό, ο οποίος διαμεσολαβείται ιδεολογικά, κυρίως από τα ΜΜΕ, και διαμορφώνει αδιαφανείς δεσμούς συμφερόντων με το κράτος. Ένα τέτοιο κόμμα υπήρξε το ΠΑΣΟΚ.

Μετάβαση και σοσιαλισμός
Με όλα τα παραπάνω θέλω να τονίσω ότι δεν χρειαζόμαστε άλλο κόμμα/κόμματα για τη μετάβαση και άλλο κόμμα/κόμματα για το σοσιαλισμό. Απ’ αυτή την άποψη διεκδίκησα με σχετικό κείμενο Για ένα μαζικό, δημοκρατικό, αριστερό κόμμα, το οποίο διένειμα στο ΣΥΡΙΖΑ και δημοσίευσα στην Αυγή (Ενθέματα, 15/7/2012), ένα διάλογο πάνω στις θεωρίες και τις πρακτικές για το κόμμα, που ενεργοποιούν την ιστορικότητα των διαφορετικών μορφών, τη θετική παρακαταθήκη αλλά και τη σκληρή κριτική η οποία έχει ασκηθεί στα αριστερά και κομμουνιστικά κόμματα. Σ’ αυτή τη βάση έγραψα και το κείμενό μου Συνομιλώντας με τη Ροσάνα Ροσάντα. Οι κομμουνιστές και το κόμμα στον 20ό αιώνα (υπό δημοσίευση στην Αυγή-Αναγνώσεις 23/9/2012).
Χωρίς τις βασικές προϋποθέσεις κόμματος και προγράμματος, που θα λειτουργήσουν ως καταλύτης στην κινητοποίηση και αυτοοργάνωση των λαϊκών τάξεων, δεν υπάρχει περίπτωση ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ να πάρει, μέσα σ’ ένα εξαιρετικά εχθρικό περιβάλλον, λαϊκή εντολή για κυβέρνηση της Αριστεράς, πολύ περισσότερο να μετασχηματίσει, κυβερνώντας, την κοινωνία και την οικονομία.

* Η Ελένη Πορτάλιου είναι μέλος της οργάνωσης Παγκρατίου του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ και δημοτική σύμβουλος Δήμου Αθηναίων με την Ανοιχτή Πόλη

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!