Με μια εξωτερική πολιτική που απλά βλέπει τα τρένα να περνούν, θεωρώντας ότι η υπόσταση της χώρας μπορεί να διασφαλιστεί με την εξυπηρέτηση των παλιών αφεντικών της περιοχής, δηλαδή ΗΠΑ και Γερμανία, έφτασε τώρα η ώρα να γίνουν κάποιες στοιχειώδεις κινήσεις, αφού οι απειλές διαρκώς αυξάνονται. Κι έτσι ο Μητσοτάκης συνάντησε στο Παρίσι τον Μακρόν. Ο σκέτος ρεαλισμός –κι όχι η πολλή σκέψη– θα έπρεπε από καιρό να είχαν στρέψει την προσοχή και της σημερινής και της προηγούμενης κυβέρνησης προς τη Γαλλία, συνυπολογίζοντας τους ειδικούς στόχους που αυτή έχει. Γιατί εδώ και δυο τουλάχιστον χρόνια, υπάρχουν τα σημάδια και το ενδιαφέρον των Γάλλων για κάποιου είδους στενότερη συνεργασία με την Ελλάδα στην περιοχή. Και είναι γεγονός πως παραδοσιακά η Γαλλία είναι μια χώρα με διαφοροποιήσεις στην πολιτική της από την αμερικανονατοϊκή μηχανή (με εντυπωσιακά «διαλείμματα» όπως την εποχή του Σαρκοζί που άσκησε την πιο φιλοαμερικανική πολιτική). Ακόμα, είναι η μόνη χώρα της Ευρώπης που σταθερά στέκεται κριτικά προς τις επιδιώξεις της Τουρκίας στην περιοχή της ΝΑ Μεσογείου αλλά και των σχέσεών της με την ΕΕ. Είναι τέλος γνωστό πως τα γαλλικά εξοπλιστικά προγράμματα διαφοροποιούνται από τα γερμανικά και τα αμερικανικά.

Κι ενόσω η κλιμακούμενη ένταση στη Μεσόγειο, ασφαλώς ενδιαφέρει με ιδιαίτερο τρόπο και τη Γαλλία, οι προτάσεις της προς τις ελληνικές κυβερνήσεις για αγορά δύο αρκετά εξελιγμένων φρεγατών συνάντησαν τα βουλωμένα αφτιά –με ωτασπίδες made in USA– των αρμοδίων στην Ελλάδα. Ακόμα και ο τόνος της προσφώνησης του Μακρόν προς τον Μητσοτάκη είναι ενδεικτικός, συγκρινόμενος με τις χοντροκοπιές Πομπέο και Τραμπ.

Εκτιμώντας και τις εσωτερικές υποβόσκουσες αντιδράσεις, ακόμα και κινήσεις ρεαλισμού, επιβεβλημένες από την τροπή των εξελίξεων, θα αναμετρηθούν με το ευρύ φάσμα της ενδοτικής συναίνεσης

Η κυπριακή κυβέρνηση, έχοντας πολύ πιο χοντρό πρόβλημα (η Τουρκία την ονομάζει απλά «ελληνοκυπριακή πλευρά», «ελληνοκυπριακή διοίκηση» και οι φόβοι για την πλήρη κατοχή του νησιού δεν είναι αβάσιμοι), φρόντισε ήδη να αξιοποιήσει προτάσεις των Γάλλων, κάνοντάς τους ορισμένες λιμενικές διευκολύνσεις, ενώ οι γαλλικές εταιρείες πετρελαίου έχουν μια παρουσία στα θαλάσσια οικόπεδα.

Λίγο καιρό πριν, η ιταλική κυβέρνηση του συνασπισμού «5 Αστέρων» και Λέγκας είχε πάρει αρκετά φιλελληνικές θέσεις σε ζητήματα μεταναστευτικού και ελληνοτουρκικών σχέσεων. Στη συνέχεια, όταν ξανάρθαν στην κυβέρνηση οι «δημοκρατικές, κεντροαριστερές δυνάμεις» μαζί με τα «5 Αστέρια», το βιολί άλλαξε: Η Τουρκία είναι μεγαλύτερη δύναμη, τα συμφέροντα της Ιταλίας στη Λιβύη σημαντικότερα, επομένως μπορεί να υπάρξει ανεκτικότητα και ρεαλισμός απέναντι στην τουρκολιβυκή παράνομη συμφωνία. Στα φιάσκα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής πρέπει να προστεθεί και η τάχα λανθάνουσα, «αόρατη» συμφωνία της Ιταλίας στο έργο East Med που από παντού «φωνάζει» ότι δεν θα γίνει. Και να σκεφτεί κανείς ότι όλη η επιχείρηση East Med παρουσιάστηκε (παρουσιάζεται άραγε ακόμα;) ως απάντηση στην τουρκολιβυκή συμφωνία.

Το χαρτί στο οποίο ποντάρουμε λέγεται «Ναι σε όλα προς τις ΗΠΑ» και είναι ό,τι πιο έωλο. Δίνουμε, δίνουμε, δίνουμε, και νομίζουμε ότι θα τύχουμε κάποιας καλύτερης τύχης από το γνωστό «βρείτε τα με τους Τούρκους».

Αντί να πανηγυρίζουμε που υπάρχει παρουσία των ΗΠΑ στην Αλεξανδρούπολη (που άλλωστε δε μας προστατεύει από την Τουρκία αλλά εξυπηρετεί σχεδιασμούς των ΗΠΑ κατά της Ρωσίας) θα ήταν πιο ρεαλιστικό να γίνουν κινήσεις, μέσω Σερβίας, που να καλυτερεύσουν τις σχέσεις με την Ρωσία.

Εκτιμώντας πάντως κάποιες εσωτερικές υποβόσκουσες αντιδράσεις, ακόμα και αυτές οι κινήσεις ρεαλισμού, επιβεβλημένες από την τροπή των εξελίξεων, θα αναμετρηθούν με το ευρύ φάσμα της ενδοτικής συναίνεσης.

Επαναλαμβάνουμε: Ζητείται ελληνική εξωτερική πολιτική κι όχι πολιτική προσάρτησης σε μεγάλες δυνάμεις… Αυτό θέλει πολιτικό βάρος που εν προκειμένω λείπει. Αμερικανιστί δεν υπάρχουν guts…

Μ.Α.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!