Η ρητορική που χρησιμοποιεί το καθεστώς Ερντογάν και ο ίδιος ο «σουλτάνος» τις τελευταίες βδομάδες, είναι γνωστή σε όλους. Η Άγκυρα έχει ξεκινήσει μια οργανωμένη εκστρατεία με σκοπό να εμφανιστεί το τουρκικό καθεστώς ως υπερασπιστής του ανθρωπισμού και των προσφύγων, ενώ η Ελλάδα παρουσιάζεται σαν κράτος δολοφόνων και ρατσιστών που δεν αφήνει τους μετανάστες και πρόσφυγες να συνεχίσουν το «ταξίδι» τους προς την Ευρώπη.
Το τι συμβαίνει στον Έβρο και ποιες οι επιδιώξεις Ερντογάν, το πώς εργαλειακά χρησιμοποιούνται οι μετακινούμενοι πληθυσμοί, αλλά και τα σχέδια για το γκριζάρισμα της περιοχής, είναι επίσης γνωστά, για όσους θέλουν να τα δουν. Το θέμα είναι ότι η «γραμμή Ερντογάν», είτε συνειδητά είτε από πολιτική «αφέλεια» (και ο χαρακτηρισμός είναι σαφώς επιεικής), ακολουθείται με παραλλαγές από διάφορους κύκλους στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Έτσι, τη βδομάδα που πέρασε είδαμε συγκεντρώσεις έξω από ελληνικές πρεσβείες για την καταγγελία της Ελλάδας ως κράτους ρατσιστών γιατί δεν ανοίγει τα σύνορά της στον Έβρο. Στις συγκεντρώσεις δέσποζαν τα συνθήματα για «Έλληνες δολοφόνους» ενώ έκαναν την παρουσία τους ακόμα και σημαίες της συριακής αντιπολίτευσης που υπήρξε το όχημα των δυτικών σχεδιασμών για τη Συρία και υποστηρίζεται ανοιχτά από την Άγκυρα. Από κοντά, τα κείμενα εκατοντάδων ομαδοποιήσεων (με υπογραφές από ΜΚΟ μέχρι οργανώσεις και κόμματα της Αριστεράς) που χωρίς να λένε κουβέντα για το καθεστώς Ερντογάν και τις επιδιώξεις του, αντιμετωπίζουν ως βασικό πρόβλημα τον «ελληνικό ρατσισμό» και τα κλειστά σύνορα στον Έβρο.
Στην Ελλάδα, υποστηρικτής αυτής της τάσης είναι ουσιαστικά ο ΣΥΡΙΖΑ που με τη γνωστή του διπλότητα χειρίζεται το όλο ζήτημα. Από τη μια ο πρόεδρός του, αντιλαμβανόμενος ότι κινδυνεύει να απομονωθεί πλήρως στην κοινωνία, ανεβάζει τους τόνους απέναντι στον Ερντογάν και καταγγέλλει τις μεθοδεύσεις στον Έβρο και το Αιγαίο. Από την άλλη, το «κόμμα» (και φυσικά ο μηχανισμός με τον τίτλο «νεολαία») αναπαράγει όλη τη γραμμή καταγγελίας της δήθεν ακροδεξιάς υστερίας στην Ελλάδα σιωπώντας για το ρόλο τόσο του Ερντογάν όσο και της Ευρώπης.
Η στάση της ελληνικής κοινωνίας, στη μεγάλη της πλειονότητα, είναι γνωστή. Η εκστρατεία κατασυκοφάντησης δεν μπορεί να την αγγίξει. Καμιά «ξενοφοβική υστερία» δεν έπιασε αυτούς τους ανθρώπους ούτε μεταλλάχθηκαν ξαφνικά. Οι ακροδεξιές και φασιστικές αντιλήψεις είναι σε γενικές γραμμές περιθωριοποιημένες στην ελληνική κοινωνία, κι ας θέλουν κάποιοι να τις μεγεθύνουν
Χαρακτηριστική ήταν η αντίδραση του βουλευτή Τζανακόπουλου για το θέμα που προέκυψε με την παρουσία του αδελφού του στη διαδήλωση έξω από την ελληνική πρεσβεία. Ο πρώην εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε περήφανος και κάλυψε πλήρως τις συγκεντρώσεις στις πρεσβείες για τα «ανοιχτά σύνορα» και την καταδίκη των «Ελλήνων δολοφόνων».
Μη νομιστεί βέβαια ότι η ηγεσία έχει επί της ουσίας διαφορετική στάση από τον υπόλοιπο ΣΥΡΙΖΑ. Ο Αλ. Τσίπρας είναι που στήριξε το ευρωπαϊκό σχέδιο για το μεταναστευτικό, εγκαινίασε τη Μόρια, πανηγύρισε τη συμφωνία με την Τουρκία, και βέβαια χάιδεψε τον τουρκικό επεκτατισμό όσο ήταν κυβέρνηση, ενώ παράλληλα ενέτεινε το σφιχταγκάλιασμα με τις ΗΠΑ. Τώρα ως αντιπολίτευση μπορεί να πει καμιά… κουβέντα παραπάνω και κοιτάει να έχει μικροκομματικά οφέλη σε όλα τα θέματα. Κοιτάζοντας βέβαια κανείς «πίσω από τις γραμμές», θα δει κανείς ότι με τις δηλώσεις Τσίπρα και σήμερα ακόμα, ουσιαστικά επιχειρείται να «καρφωθεί» ο Μητσοτάκης στους δυτικούς εταίρους ότι ξεφεύγει από τη «γραμμή» (όταν για παράδειγμα εγκαλείται να πει «μήπως έχουμε πόλεμο»)…
Περί ξενοφοβικής υστερίας…
Ακούμε ήδη το αντεπιχείρημα ότι οι διαμαρτυρίες δεν απευθύνονται προς τον ελληνικό λαό αλλά προς την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Καλό αλλά δεν στέκει. Καταρχάς, όλο το κλίμα των συγκεντρώσεων, δηλώσεων και κειμένων που κινούνται σε αυτή τη ρότα, έχει σαφή καταγγελτικό λόγο προς την ίδια την ελληνική κοινωνία και τη στάση της. Κατά δεύτερον, η υπεράσπιση των συνόρων και η άρνηση να γίνουν αυτά σουρωτήρι από τον Ερντογάν, δεν είναι ζήτημα κυρίως της κυβέρνησης. Η συντριπτική πλειονότητα του ελληνικού λαού αντιλαμβάνεται και καταδικάζει αυτή την επιδίωξη. Η δε κυβέρνηση είναι αυτή που δεν δείχνει καμιά αποφασιστικότητα να αντισταθεί στην «κοσσοβοποίηση», αλλά με διάφορες κινήσεις και παζαρέματα εμφανίζεται έτοιμη, κυρίως μέσω της «διεθνοποίησης», να την αποδεχτεί αν κάποιος δεν την αποτρέψει.
Χαρακτηριστικό από αυτή την άποψη είναι και ένα κείμενο πανεπιστημιακών (1) από τον χώρο της Αριστεράς που κυκλοφόρησε πρόσφατα. Στην κοινή τους δήλωση, οι ακαδημαϊκοί βλέπουν «αχαλίνωτη ξενοφοβική και ρατσιστική υστερία», «ξενοφοβική ψύχωση» και την ακροδεξιά περίπου να ηγεμονεύει στην ελληνική κοινωνία. Δεν υπάρχει ούτε λέξη για τη στάση της Ευρώπης για το προσφυγικό (πέρα από τις ευθύνες της για τους πολέμους) και για το σχέδιο μετατροπής της Ελλάδας σε φυλακή προσφύγων και μεταναστών, αλλά και ούτε μία λέξη για τον τουρκικό επεκτατισμό και τον Ερντογάν.
Η στάση της ελληνικής κοινωνίας, στη μεγάλη της πλειονότητα, είναι γνωστή. Η εκστρατεία κατασυκοφάντησης δεν μπορεί να την αγγίξει. Οι εικόνες στα νησιά μας, με τους καθημερινούς ανθρώπους να περιθάλπουν τον ταλαιπωρημένο κόσμο και τα παιδάκια είναι χαραγμένες στη μνήμη. Καμιά «ξενοφοβική υστερία» δεν έπιασε αυτούς τους ανθρώπους ούτε μεταλλάχθηκαν ξαφνικά. Οι ακροδεξιές και φασιστικές αντιλήψεις είναι σε γενικές γραμμές περιθωριοποιημένες στην ελληνική κοινωνία, κι ας θέλουν κάποιοι να τις μεγεθύνουν. Απλώς, το 80-90% του κόσμου αντιλαμβάνεται αυτό που δυστυχώς δεν μπορούν να αντιληφθούν κάποιες «πρωτοπορίες» και που φυσικά δεν θέλουν να αντιληφθούν οι κύκλοι που έχουν άλλου είδους σχεδιασμούς. Ότι δηλαδή περάσαμε σε άλλο στάδιο, ότι η Ευρώπη έφτασε την κατάσταση στην Ελλάδα στο απροχώρητο και ότι το μεταναστευτικό-προσφυγικό μετατρέπεται σήμερα σε ζήτημα πολιτικό και γεωπολιτικό γενικά και σε όπλο της Τουρκίας ειδικά. Δυστυχώς η «πολιτική» ή η «ακαδημαϊκή» επάρκεια σπανίως αποτελεί εγγύηση για να καταλαβαίνεις τι συμβαίνει γύρω σου.
1) «Σε αυτόν τον πόλεμο ποιος είναι ο εχθρός μας;», κοινή δήλωση 85 ακαδημαϊκών, αναζητήστε την στο διαδίκτυο (www.efsyn.gr ή www.alfavita.gr).