Κρίσιμη η αξιακή και πολιτική οριοθέτηση
Του Δημήτρη Μπελαντή*
Το ζήτημα της εκλογής Προέδρου Δημοκρατίας στις αρχές του επόμενου χρόνου έχει αποκτήσει κεντρική πολιτική σημασία. Οι μνημονιακές δυνάμεις έχουν καταστήσει την εκλογή Προέδρου, από την παρούσα Βουλή, εφαλτήριο για την απομάκρυνση του χρόνου των βουλευτικών εκλογών και για την αποκλιμάκωση της μεγάλης εκλογικής δυναμικής, την οποία φαίνεται να παρουσιάζει (τουλάχιστον δημοσκοπικά) μέχρις στιγμής ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ορθά έχει εκτιμηθεί ότι η μάχη αυτή, για να μη βρει τους 180 βουλευτές το κυβερνητικό μπλοκ, έχει κεντρικό χαρακτήρα. Κεντρικό αλλά όχι και καθοριστικό, κατά τη γνώμη μας. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να δώσει στην κοινωνία την εικόνα ότι όλα παίζονται σε σχέση με την προοπτική της κυβέρνησης της Αριστεράς σε μια ζαριά, σε μια κίνηση που θα κρίνει τη ζωή ή το θάνατο για την ελληνική κοινωνία. Βρισκόμαστε στη μέση ενός παρατεταμένου πολιτικού αγώνα, ο οποίος είτε θα κριθεί με την διενέργεια εκλογών στις αρχές του χρόνου είτε κάποια στιγμή λίγο αργότερα. Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να κρατήσει συσπειρωμένες τις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που τον παρακολουθούν και που εμπνέονται από την πολιτική του σε κάθε περίπτωση. Και, μάλιστα, όχι μόνο εκλογικά συσπειρωμένες αλλά και κοινωνικοπολιτικά ενεργές.
Ενότητα και κινηματικές εμπειρίες
Η μεθοδολογία της μάχης για την προεδρική εκλογή είναι και αυτή πολύ σημαντική. Τόσο στο επίπεδο της κοινωνικής και κινηματικής αναγκαίας ανασύνταξης κατά της κυβερνητικής πολιτικής όσο και στο επίπεδο της κοινοβουλευτικής πίεσης και θετικής ανατροπής των συσχετισμών. Η τακτική μας σε αυτά τα επίπεδα συνδέεται έντονα με το ζήτημα των συμμαχιών και των συνεργασιών μας. Είναι αρκετά σαφές ότι παρά την πολύ ικανοποιητική σύμπηξη συμμαχιών σε ορισμένα κοινωνικά μέτωπα με άλλες δυνάμεις της Αριστεράς (π.χ. η σύγκλιση όλων των δυνάμεων της Αριστεράς στο ζήτημα της αποχής διαρκείας στους δικηγορικούς συλλόγους κατά των αντιδραστικών νομοθετικών μεταβολών) δεν φαίνεται να μπορεί στο ορατό μέλλον να συγκροτηθεί μια τέτοια συμμαχία και στο πολιτικό ή το κοινοβουλευτικό επίπεδο.
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η απεύθυνση αριστερής ενότητας πρέπει να σταματήσει αλλά, αντίθετα, πρέπει να πυκνώσει και να τροφοδοτηθεί και από τις κινηματικές εμπειρίες. Παρ’ όλα αυτά, η σημερινή κατάσταση φαίνεται να οδηγεί στην αναγκαία κοινοβουλευτική πλειοψηφία ή αυτοδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς είναι αδιανόητη μια προς τα «δεξιά» σύμπηξη πολιτικών συμμαχιών με άλλες δυνάμεις. Τέτοιου τύπου συμμαχίες είτε θα αφορούσαν ανύπαρκτες πολιτικά δυνάμεις (όπως η ΔΗΜΑΡ) είτε δυνάμεις μνημονιακές (όπως το Ποτάμι ή τα ΠΑΣΟΚ) είτε δυνάμεις αντιμνημονιακές αλλά πολιτικά συντηρητικές (όπως οι ΑΝΕΛ). Συνεπώς, δεν έχουν κανένα νόημα ή δυνατότητα θετικής πολιτικής αξίας.
Συναφές με τις -ανύπαρκτες- εξωτερικές συμμαχίες είναι και το υπαρκτό θέμα των εσωτερικών συνεργασιών του ΣΥΡΙΖΑ, το αν δηλαδή θα ανοίξει τα ψηφοδέλτιά του στις ερχόμενες βουλευτικές εκλογές σε βουλευτές ή στελέχη ή «προσωπικότητες» προερχόμενα από την Κεντροαριστερά ή την μνημονιακή Αριστερά ενόψει του να ενισχύσει το μπλοκ κατά της εκλογής Προέδρου σε αυτήν την Βουλή. Κατ’ αρχήν, ας σημειωθεί ότι όποιος δεν συμπράξει στην προεδρική εκλογή κατακτά κάποια υστεροφημία ανεξάρτητα από την προηγούμενη πορεία του και αυτό, αξιακά, δεν είναι λίγο. Το αν θα πρέπει να λάβει και κάποιο πολιτικό ή κοινοβουλευτικό αντάλλαγμα είναι ριζικά άλλο θέμα.
Η ίδια η συνεδριακή απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ όρισε ότι δεν θα γίνουμε το πλυντήριο όσων στήριξαν ή ψήφισαν ή προώθησαν τα μνημόνια και τους εφαρμοστικούς νόμους. Αυτήν την απόφαση οφείλουμε να την σεβαστούμε και να διατηρήσουμε, μέσω αυτής, το πολιτικό ήθος και κύρος μας και την απολύτως απαραίτητη γραμμή διαχωρισμού μας από το εκφυλισμένο πολιτικό σύστημα.
Ηθική και πολιτική υπεραξία
Υπάρχει, όμως, πέρα από τα ζήτημα της πολιτικής μας αξιοπιστίας και ένα άλλο μείζον ζήτημα προοπτικής. Η συζήτηση για το μείγμα των πολιτικών συνεργασιών του ΣΥΡΙΖΑ στο άμεσο και στο πιο μεσοπρόθεσμο μέλλον είναι ταυτόχρονα και η συζήτηση για την σύνθεση της επόμενης κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, αυτής δηλαδή που θα είναι η βάση στήριξης μιας κυβέρνησης της Αριστεράς. Μπορεί μια κυβέρνηση της Αριστεράς με ριζοσπαστικό πρόγραμμα και προθέσεις να στηριχθεί ικανοποιητικά σε μια ανόμοια και αντιφατική πλειοψηφία, περιλαμβάνουσα και πρόσωπα κεντροαριστερής κατεύθυνσης και να κινδυνεύει να ανατραπεί σε κάθε κρίσιμη καμπή; Επιπλέον, έχει μεγάλη σημασία ότι τέτοιου τύπου «συνεργάτες» είναι φορείς σχέσεων και μορφών πολιτικής εκπροσώπησης άλλου τύπου από αυτές που εμείς ενδιαφερόμαστε να εγκαταστήσουμε κατά τις δηλώσεις μας (π.χ. πελατειακά δίκτυα, μιντιακές προσωπικότητες κ.λπ.).
Συνεπώς, για όλους αυτούς τους λόγους, οφείλουμε να είμαστε όχι «περιχαρακωμένοι», όπως πολεμικά θα το περιέγραφε κάποιος, αλλά αξιακά και πολιτικά οριοθετημένοι στο ζήτημα των πολιτικών συνεργασιών. Αυτό είναι μια θετική στάση που μπορεί να έχει άμεσα κάποιο «τίμημα» αλλά θα έχει μεσοπρόθεσμα σίγουρα μεγάλη ηθική και πολιτική υπεραξία.
* O Δημήτρης Μπελαντής είναι διδάκτωρ Νομικής, μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ