Πρωτίστως πολιτική και ιδεολογική η αντιμετώπιση του χρυσαυγιτισμού
Λύνεται με βάση το κοινό Ποινικό Δίκαιο το πρόβλημα της Χρυσής Αυγής; Αν είναι έτσι, τότε τα πράγματα είναι απλά, αρκεί μόνο να αντιμετωπιστούν κάποιες κυβερνητικές ή δικαστικές παλινωδίες. Φαίνεται απλοϊκή αυτή η άποψη αλλά, πολλές φορές, μοιάζει έτσι να αντιμετωπίζεται το θέμα και μάλιστα όχι μόνο από τους «συστημικούς» παράγοντες.
Η εκτίναξη του χρυσαυγιτισμού έγινε μέσα σε ένα συγκεκριμένο πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο: Ταπείνωση των πολιτών και της χώρας από την τροϊκανή επιβολή. Απόγνωση σε μεγάλα τμήματα της κοινωνίας. Υποτέλεια του πολιτικού συστήματος. Χτύπημα κάθε ατομικής και κοινωνικής προοπτικής.
Μα έδωσε απαντήσεις σε αυτά το χρυσαυγίτικο κόμμα; Προφανώς και όχι. Αλλά τα πήρε υπόψη, έπαιξε με αυτά, είχε μια πολιτική. Χωρίς να ξεχνάμε μια σειρά ακόμα παραμέτρους όπως οι διασυνδέσεις με τμήματα του κρατικού μηχανισμού ή ο τρόπος που αντιμετωπίστηκε από κόμματα και ΜΜΕ.
Αν είναι έτσι, η αντιμετώπισή της δεν μπορεί να αφήνεται στην αρμοδιότητα των αστυνομικών, δικαστικών και κρατικών μηχανισμών. Ειδικά με δεδομένες τις σχέσεις διαπλοκής και το βασικό στόχο της κυβέρνησης Σαμαρά που (κατά Φαήλο Κρανιδιώτη) «φυλάει τις σφαίρες της για τον πραγματικό αντίπαλο».
Από την άλλη, δραστηριοποιήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια αρκετές αντιφασιστικές και αντιρατσιστικές κινήσεις. Ορισμένες έκαναν σοβαρή δουλειά και συνδέθηκαν με πραγματικά προβλήματα. Άλλες επέλεξαν μια πιο ρηχή αντιμετώπιση. Κάποιες μπορεί και να έκαναν ζημιά κατηγορώντας σχεδόν σύσσωμη την κοινωνία ή τους «μικροαστούς» ότι ρέπουν στο φασισμό. Δεν φάνηκε να αρκούν οι δοκιμασμένες, μέχρι τώρα, συνταγές.
Μετά την τροϊκανή εισβολή, φάνηκε να διαμορφώνονται και να οδεύουν σε μια σύγκρουση, δύο πόλοι. Ο μνημονιακός, στηριγμένος στον παλιό δικομματισμό, και ο αντιμνημονιακός που εκλογικά εκφράστηκε, κυρίως, από το ΣΥΡΙΖΑ. Η ανέλιξη και η δυναμική ενός τρίτου πόλου με τη δική του αυτονομία, του χρυσαυγίτικου, έκανε πιο σύνθετη και δυσανάγνωστη την πραγματικότητα.
Eίναι αναγκαία η ανάπτυξη ενός λαϊκού ρεύματος που δεν θα μένει σε μια αντιμνημονιακή ρητορική αλλά θα δίνει ουσιαστικές απαντήσεις στο πλήθος των ερωτημάτων και των αγωνιών που διατρέχουν την κοινωνία. Θα εκπέμπει το όραμα μιας νέας Ελλάδας, θεμελιώνοντας μια προοπτική για τη νεολαία και χτίζοντας από τώρα μια πραγματική Δημοκρατία.
Κάτι τέτοιο θα πρέπει να στηριχτεί στην ανάδειξη νέων προταγμάτων και αξιών σε αντίθεση με τον ατομισμό και την αδιαφορία, την απομόρφωση, το ραγιαδισμό, το βόλεμα και την ανάθεση, τη διάλυση των κοινωνικών χώρων. Αλλιώς η κοινωνία κινδυνεύει να είναι θεατής στο ίδιο έργο που τα νέα του επεισόδια ήδη σκηνοθετούνται.