Η κινηματογραφική λέσχη της Ένωση Σκηνοθετών-Παραγωγών

της Ιφιγένειας Καλαντζή*

 

Σε μια προσπάθεια το ελληνικό σινεμά του παρελθόντος να βρει και να συνομιλήσει με ένα καινούργιο κοινό, η ελληνική Ένωση Σκηνοθετών-Παραγωγών πήρε την πρωτοβουλία να στήσει μια ιδιότυπη κινηματογραφική λέσχη, με λιντσεϊκό όνομα Η Χαμένη Λεωφόρος του Ελληνικού Σινεμά, που θα λειτουργήσει για τους επόμενους έξι μήνες στο Άστορ, στο κέντρο της Αθήνας, όπου μια Δευτέρα και μια Παρασκευή κάθε μήνα, θα προβάλλονται παραμελημένες ή και παραγνωρισμένες, όπως τις χαρακτηρίζουν, ελληνικές ταινίες του 1960-1980, σε κόπιες των 35mm που θα τις παρουσιάζουν κινηματογραφιστές των νεότερων γενιών. Τη Δευτέρα 12 Δεκέμβρη παίχτηκαν τρεις ταινίες στη σειρά, υπό τον γενικό τίτλο «Αόρατη Απειλή», καθώς ανιχνεύουν το παρακράτος σε μια εκρηκτική πολιτική εποχή. Μετά τις προβολές σε μια κατάμεστη αίθουσα, ανοίχτηκε συζήτηση με τις εύστοχες παρατηρήσεις των σκηνοθετών Γιώργου Ζώη και Έκτορα Λυγίζου που προλόγισαν τις ταινίες, θυμίζοντας τις εποχές που το σινεμά έδινε αφορμή για πολιτική σκέψη, σε δημόσιο διάλογο.

 

Κιέριον (1967), του Δήμου Θέου

kierionΓυρισμένη λίγο πριν τον ερχομό της χούντας, το 1967, η ασπρόμαυρη ταινία Κιέριον, πρώτη μεγάλου μήκους του Δήμου Θέου, μονταρίστηκε στην Αγγλία, όπου είχε καταφύγει ο σκηνοθέτης, για να αποτελέσει το 1968 την πρώτη ελληνική ταινία που παίρνει διάκριση στο Φεστιβάλ Βενετίας, όντας απαγορευμένη στην Ελλάδα, ενώ το 1974, τελειοποιημένη πλέον, απέσπασε άλλα δύο βραβεία στο15ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Ένας δημοσιογράφος (Ανέστης Βλάχος) κατηγορείται για τη δολοφονία ενός αμερικανού παράγοντα (Σταύρος Τορνές), μπλεγμένου σε υπόθεση βιομηχανικής κατασκοπίας. Στην αναζήτηση του πραγματικού δολοφόνου, σκοντάφτει στους μηχανισμούς του παρακράτους. Στοιχεία του φιλμ νουάρ, όπως η μπλεγμένη σεναριακή πλοκή και η αφήγηση εκτός κάδρου του πρωταγωνιστή, συνδυάζονται με μια πειραματική φόρμα, πότε με στυλιζαρισμένα πλάνα αφαιρετικής αισθητικής εσωτερικών χώρων και πότε με επιρροές του σινεμά βεριτέ, με εικόνες μιας αλλοτινής μητροπολιτικής Αθήνας, με την καπνοβιομηχανία Κεράνης να δεσπόζει στην Πειραιώς. Κινηματογραφημένα πλάνα πολυπληθών διαδηλώσεων για το 1-1-4 προβάλλουν τη ριζοσπαστικοποιημένη φοιτητική νεολαία της εποχής.

Στα χνάρια του ιταλικού πολιτικού σινεμά, με αιχμηρό ντεκουπάζ και κουστουμαρισμένους άντρες με σκουρόχρωμα γυαλιά, αυτή η πολιτική ταινία αποτολμά σαφείς αναφορές στην υπόθεση Πόλκ, καθώς και στο ρόλο του ξένου παράγοντα και του παρακράτους, με δολοφονικές μεθόδους και αδίστακτους κατασκόπους, για το κλείσιμο μυστικών συμφωνιών για τα πετρέλαια. Η βάναυση ανάκριση του πρωταγωνιστή στην ασφάλεια αντηχεί τα χουντικά βασανιστήρια. Χαρακτηριστικό δείγμα πολιτικοποιημένης σκέψης μέσα από την πρωτοποριακή σκηνοθετική γραφή του νεοσύστατου τότε Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου (ΝΕΚ), η ταινία αυτή απαθανατίζει σε μικρούς ρόλους πολλούς μελλοντικούς σκηνοθέτες, όπως Τώνια Μαρκετάκη, Θόδωρο Αγγελόπουλο, Παντελή Βούλγαρη, Κώστα Σφήκα και Κώστα Φέρρη, ένδειξη της συλλογικής δυναμικής του σινεμά τότε. Στην προβολή παρευρέθηκε συγκινημένος ο ίδιος ο σκηνοθέτης, παρά τα 82 χρόνια του, που δεν παρέλειψε να τονίσει τις επιλογές φρι τζαζ αυτοσχεδιασμών των Τσάρλι Πάρκερ και Κολτρέιν στην ταινία.

 

Υπόγεια Διαδρομή (1983), του Απόστολου Δοξιάδη

ypogeiaΤη σκυτάλη πήρε η Υπόγεια Διαδρομή (1983), σκηνοθετικό ντεμπούτο του Απόστολου Δοξιάδη. Ένας Υπουργός βιομηχανικής ανάπτυξης (Γιάννης Φέρτης) προσεγγίζει τους άλλοτε συντρόφους του, που θεωρούνται τρομοκράτες, μετά την αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας της γυναίκας του (Μπέττυ Λιβανού), ενώ μια οικολογική καταστροφή απειλεί την πολιτική του καριέρα. Αυτό το στυλιζαρισμένο πολιτικό θρίλερ, σε σενάριο Δοξιάδη-Τατσόπουλου, δίνει βάρος στην ψυχαναλυτική διάσταση των χαρακτήρων, που σπαράσσονται ανάμεσα στο βόλεμα ενός ιστορικού συμβιβασμού και σε μια ριζοσπαστική αντιπαράθεση, σε εποχή πασοκικής ευδαιμονίας και σταδιακής ιδεολογικής μετάλλαξης της άλλοτε συγκρουσιακής Αριστεράς προς έναν «σοσιαλιστικό» κοινοβουλευτισμό, μόλις ένα χρόνο μετά την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης (1982). Καμπαρτίνες και τηλεφωνικοί θάλαμοι, σε μπλε και κοκκινωπούς φωτισμούς, αβάν γκαρντ γλυπτά, επιβλητικές φωτογραφίες βιομηχανικών μονάδων αφαιρετικής αρχιτεκτονικής και η ηλεκτρονική μουσική του Μιχάλη Γρηγορίου με συνθεσάιζερ προσδίνουν φουτουριστική αισθητική. Οι ολόσωμες στολές με μάσκες αερίων, στη βγαλμένη από το ταρκοφσκικό Στάλκερ σκηνή τοξικής μόλυνσης της περιοχής, αναδύουν εκτός από μια φιλοσοφική αντήχηση δυστοπικών ταινιών επιστημονικής φαντασίας και τις άμεσες οικολογικές επιπτώσεις πολιτικών επιλογών. Αντίστοιχους πρωτοποριακούς χειρισμούς είχε αναπτύξει και η σύγχρονή του αείμνηστη Φρίντα Λιάππα, την οποία ο σκηνοθέτης έβαλε στο ηθικοπλαστικό του στόχαστρο, λίγα χρόνια μετά. Με επιστολή που μοιράστηκε στο κοινό, ο Δοξιάδης παραδόξως δημοσιοποιεί την αποστασιοποίησή του από την ταινία αυτή.

 

Δι’ ασήμαντον αφορμήν (1974), του Τάσου Ψαρρά

aformhΒασισμένη στο πραγματικό γεγονός ενός φόνου σ’ ένα καπνοχώρι της Μακεδονίας, το 1953, η τρίτη ταινία Δι’ ασήμαντον αφορμήν (1974), του Τάσου Ψαρρά, διαφοροποιείται από τα προηγούμενα φιλμ νουάρ και στρέφεται στην ελληνική επαρχία, καταγράφοντας τις προσπάθειες μιας ομάδας καπνοκαλλιεργητών να φτιάξουν συνεταιρισμό, ενάντια στην ανελέητη οικονομική εκμετάλλευση των καπνεμπόρων. Στον απόηχο της Αναπαράστασης (1970/Αγγελόπουλος), αυτή η μη γραμμικής αφήγησης ταινία μοιράζεται ανάμεσα στο παρόν, μέσω της ακροαματικής διαδικασίας στο δικαστήριο και στις αναπαραστατικές παρελθοντικές αναδρομές των καταθέσεων, που εξιστορούν τα πραγματικά αίτια της δολοφονίας. Εκτός από το τοπίο με τα πετρόχτιστα σπίτια μιας εξαθλιωμένης μεταπολεμικά ελληνικής επαρχίας, καταγράφονται και οι χαμένες εικόνες χειρονακτικής επεξεργασίας των καπνών, με τη συμμετοχή όλης της οικογένειας. Μαρξιστής ο Τάσος Ψαρράς ανοίγει την κινηματογραφική διαδικασία στη συλλογική διάσταση της κοινωνίας, συνδυάζοντας την ημιντοκιμαντερίστικη αισθητική με το είδος δικαστικού δράματος, σε μια ασπρόμαυρη πολιτική ταινία που φανερώνει τους «αόρατους» εξουσιαστικούς μηχανισμούς. Σε μια επαναπροσέγγιση ρεμπέτικων και δημοτικών, κατά τη μεταπολίτευση, κόντρα στις ξενόφερτες εμπορικές μουσικές και το χουντικό κιτς, ο Ψαρράς επιλέγει παραδοσιακό τραγούδι με τη ζεστή φωνή της Δόμνας Σαμίου, στο άνοιγμα και στο κλείσιμο της ταινίας, ενώ σε μια έντιμη προσέγγιση μπρεσονικού ρεαλισμού, το άκουσμα της ντοπιολαλιάς των ερασιτεχνών ηθοποιών συνενώνει σινεμά και ελληνική παράδοση.

 

* Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου

[email protected]

 

INFO

Στα πλαίσια της λέσχης «Η Χαμένη Λεωφόρος του Ελληνικού Σινεμά» στο Άστορ, την Παρασκευή 23/12/2016 ο Στέργιος Πάσχος θα παρουσιάσει την Πρωινή Περίπολο του Νίκου Νικολαϊδη (1987) σε μεταμεσονύχτια προβολή στις 00:30, με εισιτήριο 5 ευρώ.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!