Μια επανάσταση ετοιμαζόταν να ξεσπάσει, αλλά μόνον ένας οραματιστής μπορούσε να διακρίνει τα σημάδια. Η Μπέτι Φρίνταν* είχε δημοσιεύσει το 1963 το Feminine Mystique, το βιβλίο-καταλύτης στο οποίο όριζε το «πρόβλημα που δεν έχει όνομα». Το διάβασα το 1964, όταν πήγα στον Μισισιπή ως μέλος του SNCC (Φοιτητική Συντονιστική Επιτροπή Αντιβίας) και του κινήματος για τα δικαιώματα των Μαύρων, και παρ’ όλο που η Φρίνταν είχε τοποθετήσει το πρόβλημα με τους όρους των μεσοαστών νοικοκυρών που κατέβαζαν τα ηρεμιστικά με τις χούφτες και δεν μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν πουθενά τα προσόντα και τις σπουδές τους, είχα συναντήσει τον εαυτό μου σε κάθε σελίδα. Το βιβλίο αυτό άλλαξε τη ζωή μου
Όμως, ένα βιβλίο δεν μπορεί να φτιάξει από μόνο του ένα κίνημα. […] Πίστευα πως μπορούσα να προχωρήσω στη ζωή ως μεσοαστή, δραστήρια γυναίκα που αγωνίζεται να τα καταφέρει. Στα 33 μου, είχα διοχετεύσει την ενέργειά μου στην καριέρα μου. Έγραφα στο Village Voice και ήμουν ρεπόρτερ στο ABC-TV, ένα αντρικό οχυρό, όπου οι γυναίκες χτυπούσαν απλώς τα πλήκτρα των γραφομηχανών και οι συνάδελφοί μου μού έδιναν να καταλάβω πως, όχι μόνο είμαι τυχερή που έχω «μια αντρική δουλειά», αλλά και πως ίσως κλέβω το ψωμί ενός τίμιου, άξιου άντρα που έχει γυναίκα και παιδιά να θρέψει […]
Σ’ αυτήν τη φάση της ζωής μου βρισκόμουν εκείνο το απόγευμα του Σεπτέμβρη του 1968, όταν μπήκα αργοπορημένη σε ένα παλιό κτίριο γραφείων στο Μανχάταν και πήρα το ασανσέρ για το δωμάτιο 412, όπου μία ομάδα από βετεράνες του κινήματος των πολιτικών δικαιωμάτων και του αντιπολεμικού κινήματος μιλούσαν για την παγκόσμια καταπίεση των γυναικών. Το όνομα της ομάδας ήταν Ριζοσπαστικές Γυναίκες της Νέας Υόρκης (New York Radical Women). Δύο βδομάδες νωρίτερα, είχαν στήσει στο Ατλάντικ Σίτυ τη διαμαρτυρία κατά των καλλιστείων για τη Μις Αμερική […].
H αποκάλυψη συνέβη χωρίς προειδοποίηση. Καθισμένη στο κέντρο του δωματίου, μία κοπέλλα που λεγόταν Κάθι Σαρατσάϊλντ, έκανε μία πολύ απλή ερώτηση.
-«Όταν σκέφτεστε ότι μπορεί να κάνετε παιδί, θέλετε αγόρι ή κορίτσι;»
– «Ωχ αδερφέ», σκέφτηκα, «αυτό παραείναι απλοϊκό».
Μία – μία, οι συγκεντρωμένες έπαιρναν τον λόγο, όταν ξαφνικά, μία κοπέλα ξέσπασε. «Έχω ήδη κάνει ένα παιδί. Γέννησα όταν ήμουν στο πανεπιστήμιο, γιατί δεν ήξερα πού να κάνω έκτρωση. Γέννησα ένα υπέροχο αγοράκι και αναγκάστηκα να το δώσω».
Μέσα στη βουβαμάρα που έπεσε απότομα, η επόμενη γυναίκα πήρε τον λόγο: «Εγώ, έκανα νόμιμη θεραπευτική έκτρωση. Οι γονείς μου πλήρωσαν δύο ψυχίατρους να βεβαιώσουν πως ήμουν ψυχικά ασταθής και δεν μπορούσα να περάσω τη διαδικασία της εγκυμοσύνης. Δεν ήμουν ψυχικά ασταθής, απλώς δεν ήθελα να κάνω παιδί, αλλά όλη μου τη ζωή θα κουβαλάω το στίγμα αυτών των βεβαιώσεων».
Μία τρίτη γυναίκα μίλησε για την έκτρωση που είχε κάνει σε κλινική της Μαφίας, το ταξίδι στο αυτοκίνητο όπου την έβαλαν με δεμένα τα μάτια προς άγνωστη κατεύθυνση, την τεράστια πληρωμή σε ρευστό.
Είχε φτάσει η σειρά μου. Μία έκτρωση; Αυτά τα κορίτσια που μόλις έχουν βγει από το πανεπιστήμιο μιλάνε για μία μόνο έκτρωση;
«Έχω κάνει τρεις παράνομες εκτρώσεις, μία στην Κούβα και δύο στο Πουέρτο Ρίκο. Η τελευταία ήταν πέρσι. Μάλλον είμαι τυχερή που βγήκα ζωντανή».
Και τα μάτια μου γέμισαν δάκρυα. Δεν μπορούσα να συνεχίσω. Δεν μπορούσα να μιλήσω για τη δεύτερη εγκυμοσύνη μου, όταν η τύχη με εγκατέλειψε, δεν μπορούσα να περιγράψω πώς ο γυναικολόγος της Παρκ Άβενιου με κοίταξε αμήχανα και είπε: «Είστε ικανός άνθρωπος, θα βρείτε κάποιον», πώς κατέληξα, προσπαθώντας να βρω μια άκρη, στο Χάρλεμ, όπου μία γυναίκα προσφέρθηκε να μου κάνει έκτρωση με συρμάτινη κρεμάστρα, πώς πήρα το λεωφορείο για την Βαλτιμόρη, όπου ένα νευρικός γιατρός με έβαλε να περιμένω ώς τα μεσάνυχτα στο υπόγειο ενός σπιτιού, μου έκανε «ορό της αλήθειας» για να σιγουρευτεί πως δεν ήμουν της αστυνομίας, με έβαλε να υπογράψω τρία λευκά χαρτιά (για να μπορεί να γράψει εκείνος την ομολογία μου αν μας έπιαναν) και είπε πως θα δοκιμάσει μία ένεση με άλατα (που σίγουρα ήξερε πως μπορούσε να με σκοτώσει), πώς το έσκασα έγκυος ακόμα, πώς έφτασα στο Σαν Χουάν με τη διεύθυνση μιας κλινικής για άπορες γυναίκες, πως ο δρ Μανουέλ Οτέρο Ρόκε μου είπε απότομα «έλα το βράδυ με 600 δολάρια», πώς του έδειξα τα 300 δολάρια που είχα σε ταξιδιωτικές επιταγές, πώς μου απάντησε «εξαργύρωσέ τα», και πώς μου έσωσε τη ζωή.
Ο γυναικολόγος της Παρκ Άβενιου είχε δίκιο: Μπορούσα να τα βγάλω πέρα. Σπρωγμένη απ’ την απελπισία, υπήρξα αρκετά εφευρετική και επαρκώς σοφή για να γλιτώσω από επικίνδυνες επεμβάσεις σε υπόγεια και περίεργες γειτονιές. Και ήξερα να κρατάω το στόμα μου κλειστό. Παράδειγμα, η αίτηση πρόσληψης που χρειάστηκε να συμπληρώσω για την υπηρεσία προσωπικού του ΑΒC. Μια σελίδα ήταν χωρισμένη στα δύο, η μια στήλη έγραφε «Άντρες» και η άλλη «Γυναίκες». Στη στήλη «Άντρες» υπήρχαν ερωτήσεις για θέματα στρατολογίας. Στην στήλη «Γυναίκες» διάβασα: «Ημερομηνία τελευταίας περιόδου –συμπληρώστε», «κάνατε ποτέ παράνομη χειρουργική επέμβαση;». Φυσικά, έγραψα ψέματα. Το να πω δυνατά «έχω κάνει τρεις παράνομες εκτρώσεις» ήταν το φεμινιστικό μου βάπτισμα. Τολμώντας να ξεστομίσω αυτή τη φράση, βούτηξα αστραπιαία στη δύναμη της γυναικείας αδελφοσύνης. Η ιατρική διαδικασία που είχα αναγκαστεί να εξασφαλίσω ολομόναχη, που είχα αναγκαστεί να κρύψω στη σιωπή, δεν ήταν πια ένα «προσωπικό πρόβλημα», όπως δεν ήταν πια προσωπικό πρόβλημα το φύλο μου πάνω στο χαρτί της πρόσληψης. Οι μοναχικές μου προσπάθειες να διαμορφώσω τη μοίρα μου αποκαλύπτονταν, τώρα, ως αποσπάσματα της κοινής, κρυμμένης ιστορίας των γυναικών, ήταν δεσμοί με τις περασμένες και τις μελλοντικές γενιές, ήταν κομμάτια του παζλ που ονομάζεται σεξουαλική καταπίεση. Η απλοϊκή τεχνική του «ανεβάσματος της συνειδητοποίησης», έφερε αυτές τις βυθισμένες αλήθειες στην επιφάνεια και, τότε, εκείνη την στιγμή, κατάλαβα πως δεν ήμουν πια μόνη.
[…] Πολύ σπάνια στην ανθρώπινη ιστορία οι γυναίκες κατάφεραν να παραμερίσουν τα άλλα τους ενδιαφέροντα και τις πολιτικές τους υποθέσεις, τις διαιρέσεις τους σε τάξεις, φυλές, θρησκείες, εθνότητες, τα γεωγραφικά τους όρια και τους προσωπικούς τους δεσμούς, προκειμένου να οργανώσουν έναν ενωμένο αγώνα, απίστευτα επαναστατικό στις συνέπειές του, ενάντια στην κύρια, κοινή τους καταπίεση. Ένας αιώνας πέρασε από τον αγώνα για την ψήφο μέχρι το δεύτερο κύμα του φεμινισμού. Αλλά όταν συμβαίνει μία τέτοια προσέγγιση ανάμεσα στις γυναίκες, όταν το όραμα είναι καθαρό και η γυναικεία αδελφοσύνη πανίσχυρη, τότε μετακινούνται βουνά και το ανθρώπινο τοπίο αλλάζει για πάντα. Μπορεί να είναι τρελό και απραγματοποίητο να νομίζεις πως μπορείς να μιλήσεις με μία φωνή για ολόκληρη τη μισή ανθρωπότητα, αλλά αυτό προσπάθησε πάντα να κάνει ο φεμινισμός και αυτό πρέπει να κάνει και αυτό έκανε το Κίνημα της Γυναικείας Απελευθέρωσης, με αδιανόητη επιτυχία, στα δικά μας χρόνια.
(Aπό το βιβλίο της Σούζαν Μπραουνμίλλερ, In Our Time. Memoir of a Revolution, The Dial Press, Νέα Υόρκη, 1999)
*Σούζαν Μπράουνμίλλερ (1935), συγγραφέας της θεμελιακής μελέτης για τους βιασμούς Against Our Will (1975). Μέλος του κινήματος πολιτικών δικαιωμάτων και του αντιπολεμικού κινήματος, αφοσιώθηκε από το 1968 στο γυναικείο κίνημα