Οι απεργίες παραλύουν τη Γαλλία σε μία από τις μεγαλύτερες μάχες μεταξύ της δεξιάς κυβέρνησης Σαρκοζί και των εργαζομένων. 3,5 εκατομμύρια κατέβηκαν στους δρόμους την περασμένη Τρίτη. Το 1995, το εργατικό κίνημα είχε καταφέρει να μην εφαρμοστούν αλλαγές στα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης. Σήμερα, η γενίκευση της αντίθεσης με τη συμμετοχή των νέων και άλλων κοινωνικών ομάδων δείχνει κλιμάκωση των κινητοποιήσεων.
Πολλοί κλάδοι, όπως οι σιδηροδρομικοί και οι εργαζόμενοι στο αέριο και τον ηλεκτρισμό, έχουν αποφασίσει κυλιόμενες 24ωρες απεργίες. Η Γερουσία, η οποία έχει ψηφίσει τα άρθρα του ν/σ για την αύξηση της συνταξιοδότησης από τα 60 στα 62 χρόνια και για πλήρη σύνταξη από τα 65 στα 67, ανέβαλε την ψήφιση των άλλων άρθρων για την επόμενη Τετάρτη. Στη συνέχεια δημοσιεύουμε ένα άκρως κατατοπιστικό άρθρο για όσα παίζονται και κρίνονται σήμερα στη Γαλλία.
«Je lutte des classes»: η ανατομία μιας γαλλικής σύγκρουσης
Της Μαρτίν Μπιλάρ – Guardian 13/10
Ήταν νεότεροι, πολύ περισσότεροι και πιο μαχητικοί. Ο αριθμός των Γάλλων διαδηλωτών της Τρίτης 12/10 στις περισσότερες πόλεις της χώρας ξεπέρασε τα 3 εκατ., σύμφωνα με τα συνδικάτα (σύμφωνα με την αστυνομία ήταν 1,2 εκατ.). Πέρα από τους αριθμούς είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι στο κίνημα εντάχθηκαν οι μαθητές και οι φοιτητές, εργαζόμενοι ιδιωτικών εταιριών (11 στα 12 διυλιστήρια) και εργάτες του δημόσιου τομέα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα πράγματα έχουν φτάσει σε μια ιστορική καμπή, ακριβώς τη στιγμή που η κυβέρνηση υπολόγιζε στην «κόπωση των απεργιών» και στη διάσπαση του κινήματος, πράγμα που θα της επέτρεπε να περάσει ασφαλώς τις αλλαγές στο συνταξιοδοτικό.
Τον περασμένο Ιούνιο, όταν έγιναν οι πρώτες από αυτές τις όλο και μεγαλύτερες κινητοποιήσεις, υπήρχε μια αίσθηση παραίτησης, εν όψει των αλλαγών που φαίνονταν «αναγκαίες», ανάμεσα στο γαλλικό λαό. Και όμως, λίγους μήνες αργότερα, η απόρριψη των κυβερνητικών σχεδίων από το γαλλικό λαό δεν μπορεί να αγνοηθεί.
Αρκετοί παράγοντες εξηγούν αυτή την αντιστροφή. Πρώτον, τα συνδικάτα παρέμειναν ενωμένα έναντι αυτής ειδικά της μεταρρύθμισης, παρά τις διαφορές απόψεων σε άλλα θέματα. Αυτό τους επέτρεψε να ενώσουν τους εργαζόμενους στο ένα εργοστάσιο μετά το άλλο και να δώσουν τη μέγιστη δημοσιότητα στην επιχειρηματολογία τους.
Δεύτερον, οι εργαζόμενοι αισθάνονται όλο και πιο έντονα τις βαριές συνθήκες εργασίας. Πολλοί διαδηλωτές λένε ότι απλά “δεν μπορούν να συνεχίσουν να δουλεύουν μέχρι τα 67 χρόνια τους ή και περισσότερο” — αγωνίζονται για να μην καταστραφούν από τη δουλειά. Τέλος, ένα αίσθημα μεγάλης αδικίας έχει παίξει ρόλο στην αποφασιστικότητα που δείχνουν τώρα οι Γάλλοι εργαζόμενοι. Καθώς προωθούνταν οι «αναγκαίες μεταρρυθμίσεις», το γαλλικό κοινό πληροφορήθηκε ότι μία γυναίκα, από τους πλουσιότερους ανθρώπους στη Γαλλία, η κληρονόμος της Λ’ Ορεάλ Λιλιάν Μπετανκούρ είχε πάρει μια επιταγή από το υπουργείο Οικονομικών, μέσω της φορολογικής ασπίδας που πολλοί θεωρούν δώρο προς τους «υπερ-πλούσιους».
Σημαίνουν, άραγε, όλα αυτά ότι βρισκόμαστε στο κατώφλι ενός άλλου Μάη του 1968, όπως ακούμε μερικές φορές; Ορισμένες πλευρές της σύγκρουσης μπορεί να δείχνουν προς αυτή την κατεύθυνση: υπάρχει μια απτή αίσθηση δυσαρέσκειας σε πλατιά τμήματα του εργαζόμενου πληθυσμού, οι τεράστιες ανισότητες δεν περνούν απαρατήρητες και πολλοί μοιράζονται την αίσθηση ότι έχουν αφεθεί στο τελευταίο σκαλοπάτι της κλίμακας της απασχόλησης, χωρίς ελπίδα να ανέβουν ακόμη και λίγα σκαλοπάτια παραπάνω – και πολύ περισσότερο να φτάσουν στην κορυφή. Αυτό το «μπούχτισμα» προσφέρεται για κοινωνικές εκρήξεις. Όμως, τα γεγονότα του Μάη του 1968 έγιναν σε μια εποχή ισχυρής και μαχητικής Αριστεράς, η οποία είχε στραμμένα τα μάτια της προς την εξουσία. Η Αριστερά, τότε, αντιπροσώπευε τη βούληση να τεθεί τέρμα σε πάνω από δύο δεκαετίες πολιτικής κυριαρχίας της Δεξιάς, που φαινόταν ατέλειωτη. Ήταν, επίσης, η εποχή που οι δημόσιοι διανοούμενοι υποστήριζαν το σκοπό της κοινωνικής εξέγερσης.
Οι σημερινές πολιτικές προοπτικές δεν είναι τόσο καθαρές. Σήμερα οι σοσιαλιστές είναι απρόθυμοι για κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Ο Ντομινίκ Στρος-Καν, ένας από τους πιθανούς προεδρικούς υποψηφίους, έλεγε επισήμως τον περασμένο Μάιο ότι δεν μπορούμε να «συνεχίσουμε να συνταξιοδοτούμε στα 60». Τα «ακραία» αριστερά κόμματα παραμένουν διαιρεμένα στα μεγαλύτερα ζητήματα, ακόμη κι αν βρίσκουν κοινό έδαφος στην εκστρατεία κατά της αλλαγής του συνταξιοδοτικού. Όσο για τους διανοούμενους, εκτός από μια ομάδα που ονομάζεται «Τρομαγμένοι Οικονομολόγοι» η οποία επικρίνει τη νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης, οι άλλοι ξεχωρίζουν με τη σιωπή τους.
Από την άποψη του εύρους, της αποφασιστικότητας και των νέων συνθημάτων του, το κίνημα αυτό είναι, κατά πολλούς τρόπους, κάτι που δεν έχει ξαναδεί η Γαλλία. Μία από τις πιο δημοφιλείς κονκάρδες στις πορείες, την οποία σχεδίασε ο Ζεράρ Παρί-Κλαβέλ και το εργαστήριό του είναι «Ne Pas Plier: “Je lutte des classes”» (κατά λέξη Μη λυγίσεις: «Εγώ ο ταξικός αγώνας») – ένα παιχνίδι λέξεων που συνδυάζει σε μία φράση τις ατομικές και συλλογικές μάχες που γίνονται. Πράγματι, γινόμαστε μάρτυρες της επιστροφής της ταξικής πάλης, που είχε θαφτεί βαθιά από τη δεκαετία του 1980. Η κοινή δράση μεταξύ των νέων (που ανησυχούν για το μέλλον τους) και των γηραιότερων ενήλικων (που ανησυχούν για τη σύνταξη) είναι μια εξέλιξη ελπιδοφόρα. Θα πετύχει; Η απάντηση θα δοθεί, εν μέρει, με την επόμενη διαδήλωση που γίνεται αυτό το Σάββατο.