Με Πρόεδρο της Διεθνούς Επιτροπής την εντυπωσιακή ηθοποιό Κρίστεν Στιούαρτ, η διοργάνωση της φετινής 73ης Μπερλινάλε αναδύει αίσθηση επανεκκίνησης, μετά την πανδημία, με πολύ πλούσιο πρόγραμμα, αρκετό κόσμο, γεμάτες αίθουσες με εξαντλημένα εισιτήρια και διάσημους καλεσμένους.
Οι 19 ταινίες του Διαγωνιστικού διέπονται, ως συνήθως, από ευρεία πανσπερμία κινηματογραφικής φόρμας, από κινούμενα σχέδια μέχρι και ντοκιμαντέρ, σε μια προσπάθεια δυναμικής απαγκίστρωσης από την πανδημική στασιμότητα.
Ανάμεσα στις ταινίες του Διαγωνιστικού, η νέα ταινία «Ingeborg Bachmann journey into the desert», της Γερμανίδας Μαργκαρέτε φον Τρότα, βασίζεται στην ολέθρια σχέση αγάπης-μίσους της κορυφαίας Αυστριακής ποιήτριας και πεζογράφου Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν (1926-1973), με τον σπουδαίο Ελβετό θεατρικό συγγραφέα και πεζογράφο Μαξ Φρις (1911-1991), που τους ενσαρκώνουν εξαιρετικά οι Βίκυ Κριπς και Ρόναλντ Ζέρφελντ. Μετά τις ταινίες της για βαρύνουσες προσωπικότητες, όπως Ρόζα Λούξεμπουργκ και Χάνα Άρεντ, η Φον Τρότα υπογράφει άλλο ένα δυναμικό γυναικείο κινηματογραφικό πορτραίτο, υπό την πίεση της αλαζονικής ανδρικής κτητικότητας. Μέσα από μια θρυμματισμένη σε χρονικά πισωγυρίσματα αφήγηση, αναδύονται χρώματα και αρώματα της ερωτικής ανατολής, η μελαγχολία της μοναξιάς της ερήμου, που αποδίδει την ψυχική κατάπτωση της ηρωίδας, αλλά και αρκετά στοιχεία που καταλήγουν στη φωτιά, σε συσχετισμό και με την πραγματική τραγική κατάληξη της Μπάχμαν. Στη συνέντευξη τύπου, η 81χρονη σήμερα Φον Τρότα αναφέρθηκε γεμάτη πάθος και ζωντάνια στο νέο κύμα γυναικείας χειραφέτησης, δηλώνοντας πως η ταινία στοχεύει να αναδείξει τη σημασία της γυναικείας δημιουργικότητας, στον αντίποδα της παθητικότητας.
Από τις πολυαναμενόμενες πρεμιέρες του Διαγωνιστικού, η νέα ταινία του Κρίστιαν Πέτζολντ «Afire» παρακολουθεί μια παρέα τεσσάρων φίλων, μιας κοπέλας και τριών νεαρών, που βρίσκονται σε ένα παραθαλάσσιο εξοχικό, για καλοκαιρινές διακοπές.
Τον δημιουργικό οίστρο του νεαρού συγγραφέα Λεόν (Τόμας Σούμπερτ), που πασχίζει να γράψει το δεύτερο βιβλίο του, κατά τη διάρκεια διακοπών στο εξοχικό τού φίλου του Φέλιξ, μπλοκάρει η απροσδόκητη παρουσία της Νάντια (Πάουλα Μπέερ), μιας νεαρής και όμορφης γυναίκας που σφυρίζει διαρκώς, ακούει στο πικάπ δίσκους με συνθέσεις του Σακαμότο και αδιαφορεί αν η συνεύρεση με τον ερωτικό σύντροφό της στο κρεβάτι γίνεται ηχητικά αντιληπτή. Τα πράγματα περιπλέκονται με την άφιξη και τρίτου άντρα, του εκδότη του.
Η επιπολαιότητα και η αντιζηλία του πρωταγωνιστικού χαρακτήρα δημιουργεί χιουμοριστικά ευτράπελα, ωστόσο η τραγική ανατροπή δίνει νέα ώθηση, σε μια ταινία που κλείνει σεναριακά το μάτι σε πολλά διαφορετικά κινηματογραφικά είδη. Ενώ ξεκινά με στερεοτυπικά στοιχεία θρίλερ –βλάβη αυτοκινήτου στην ερημιά, περιπλάνηση σε άγνωστο δάσος, παρέα νέων σε δασική καλύβα- η συνέχεια οδηγείται παραδόξως σε χαλαρούς ρυθμούς, με συνεσταλμένα ερωτικά φλερτ, συζητήσεις και λογοτεχνικές αναφορές -θυμίζοντας το σινεμά του Ερίκ Ρομέρ- για να καταλήξει τελικά σε ψυχολογικό δράμα, με αναφορές στον Ροσελίνι.
Ο Πέτζολντ δημιουργεί ένα χαριτωμένο, ανάλαφρο αρχικά συνονθύλευμα αντιθετικών στοιχείων, όπως φωτιά-νερό, αλλά και χαρακτήρων, όπως η τρυφερή ομοφυλοφιλική εξωστρέφεια του Φέλιξ και η ερωτική άνεση της Νάντια, σε αντιδιαστολή με τον ευέξαπτο και εσωστρεφή Λεόν, που δεν τολμά να εκδηλωθεί ερωτικά. Το ερωτικό γαϊτανάκι διανθίζεται από την ανάγνωση ποιημάτων του Χάινριχ Χάινε -Γερμανού ποιητή του 19ου αιώνα- για να καταλήξει στην πύρινη κόλαση μιας καταστροφικής πυρκαγιάς, που επιβάλλει αναστοχασμό για την τεράστια οικολογική καταστροφή, μέσα από με σπαρακτικές εικόνες.
Στη συνέντευξη τύπου, ο Πέτζολντ δήλωσε πως η σεναριακή ιδέα προέκυψε κατά τη νόσησή του από κορονοϊό και την παραμονή του στο κρεβάτι επί τέσσερεις βδομάδες. Βασική και εσκεμμένη αναφορά του ήταν το «Ταξίδι στην Ιταλία» (Ρομπέρτο Ροσελίνι/1954), ενώ αποκάλυψε πως το υπνωτιστικό ποπ μυστηριώδες τραγούδι που ανοίγει και κλείνει την ταινία είναι το αγαπημένο του «In my mind», του βιενέζικου συγκροτήματος Wallners, που τον ενέπνευσε ακούγοντάς το στο ραδιόφωνο του αυτοκινήτου, από ένα τραγούδι με στίχους ταιριαστούς στην ερωτική εμμονή του πρωταγωνιστή προς την Νάντια.
Στο Πανόραμα, μεγάλη επιτυχία σημείωσε το σκανδαλιστικά απολαυστικό «Passages», του Άιρα Σακς, με ένα εκρηκτικά ερωτικό αμφιφυλόφιλο τρίο, στο σύγχρονο Παρίσι, με τους εξαιρετικούς Φραντζ Ρογκόφσκι, Μπεν Γουίσο και Αντέλ Εξαρχόπουλος.
Στο Πανόραμα προβλήθηκε και το ντοκιμαντέρ «Joan Baez I am a noise», των Κάρεν Ο’Κόνορ, Μίρι Ναβάσκι και Μέβε Ο’ Μπόιλ, που επικεντρώνεται περισσότερο στην οικογενειακή ιστορία και τις επιλογές τής θρυλικής φολκ τραγουδίστριας του πολιτικού τραγουδιού και όχι τόσο στη λαμπερή καριέρα και στα τραγούδια που την έκαναν διάσημη. Ανάμεσα σε πλάνα και αποσπάσματα της τελευταίας περιοδείας της, το 2018, παρεμβάλλονται οικογενειακές φωτογραφίες, φιλμάκια και εκμυστηρεύσεις της, σχετικά με την ανταγωνιστική σχέση με την μικρότερη αδερφή της Μίμι. Για τη σχέση της με τον Μπομπ Ντύλαν, δηλώνει ότι υπήρξε ο μεγάλος έρωτας της ζωής της, αλλά η πολιτική της σύζευξη με τον Ντέιβιντ Χάρις τους οδήγησε σε γάμο, από τον οποίο απέκτησαν ένα γιο, τον Γκάμπριελ, ταλαντούχο περκασιονίστα και μουσικό. Αναφέρεται επίσης στην επί πολλά χρόνια ψυχοθεραπεία της, για μια σκοτεινή αμφιβολία κακοποίησης, μαζί με αποσπάσματα των ηχητικών της ημερολογίων, σε κασέτες, καθώς και σκιτσάκια από τα σημειωματάριά της. Σημασία δίνεται στην πολιτική αφοσίωσή της στο κίνημα των πολιτικών δικαιωμάτων, τη δεκαετία του ’60, καθώς και στην εναντίωση στον πόλεμο του Βιετνάμ, με πλούσιο υλικό από εκρηκτικά γεγονότα και πολυπληθείς πορείες διαμαρτυρίας της εποχής.
Το φεστιβάλ διοργάνωσε φέτος αφιέρωμα στον 76χρονο Σπίλμπεργκ, με προβολή διάσημων επιτυχιών του, ανάμεσά τους και την τελευταία ημιαυτοβιογραφική ταινία του. Η άφιξή του στο Βερολίνο, για την τιμητική βράβευσή του, υπήρξε μια από τις πιο λαμπερές στιγμές του φεστιβάλ. Στη συνέντευξη τύπου δεν έπεφτε καρφίτσα. Απολαυστικός παραμυθάς, με αχτύπητες ατάκες και βαθυστόχαστα γνωμικά, στόλισε με τα πιο νοσταλγικά χρώματα την αφήγησή του για την αφορμή να γυρίσει το «Fabelmans». Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, κατά τον εγκλεισμό και τη μεγάλη παύση της κινηματογραφικής βιομηχανίας, λόγω πανδημίας, αναλογίστηκε πως οφείλει να προλάβει να αφηγηθεί την ιστορία της δικής του οικογένειας, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην απόφασή του να γίνει σκηνοθέτης.
Ωστόσο, οι λαμπερές διασημότητες επισκίασαν μια άλλη, σημαντική τιμητική εκδήλωση της τελευταίας στιγμής, προς τιμήν του πρόσφατα εκλιπόντος κορυφαίου Ισπανού σκηνοθέτη Κάρλος Σάουρα (1932-2023), μόλις δέκα μέρες από το θάνατό του στα 91 του χρόνια, με δημοσιογραφική προβολή της τελευταίας ταινίας του «Walls can Talk». Πρόκειται για ένα εξαιρετικό ντοκιμαντέρ, που διερευνά τη σχέση των γκράφιτι, στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις, με τους προπομπούς τους, πάνω από τριάντα χιλιάδες χρόνια πριν, τις προϊστορικές ζωγραφιές στα σπήλαια της Αλταμίρας και του Λασκό. Μέσα από σειρά συνεντεύξεων του σκηνοθέτη με Ιστορικούς Τέχνης, Διευθυντές Μουσείων και καλλιτέχνες του δρόμου, αναλύονται σχέδια, χρώματα, σχηματικές φόρμες και τελετουργικές μορφές, ενώ αρκετοί καλλιτέχνες που συχνά απεικονίζονται επί τω έργω -ανάμεσά τους και ο ίδιος ο Κάρλος Σάουρα, που επίσης ζωγράφιζε- επιχειρούν μορφολογικές και εικαστικές προσεγγίσεις, καθώς και πιθανές ερμηνείες της σημασίας και της χρησιμότητάς τους.
Την ταινία προλόγισε αρχικά ο γιος του Αντόνιο, καθώς και σημαντικοί φίλοι του, όπως η Πολωνή σκηνοθέτρια και Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογράφου Ανιέσκα Χόλαντ, που μίλησαν για τη σημασία της σκηνοθετικής συμβολής του στο κινηματογράφο, καθώς και οι Γερμανοί φίλοι του σκηνοθέτες Φόλκερ Σλέντορφ και Βιμ Βέντερς, που αφηγήθηκαν μερικά ανεκδοτολογικά επεισόδια της γνωριμίας τους.
*Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου, [email protected]