Σενάρια και ενδεχόμενα μετά το θάνατο του Kim Hong-il. Της Αλίκης Βεγίρη
Η Βόρεια Κορέα αποτελεί, αυτό που λέμε, χαρά των μυστικών υπηρεσιών, των ινστιτούτων εξωτερικής πολιτικής, των διαφόρων think tanks, και πονοκέφαλο των ΗΠΑ και της Ν. Κορέας. Και της Κίνας φυσικά, αλλά για άλλους λόγους.
Προσφέρει ελάχιστο υλικό για τα τεκταινόμενα στο εσωτερικό της (παρεμπιπτόντως, οι περισσότερες επικοινωνίες της διοίκησης γίνονται μέσω οπτικών ινών, που είναι αδύνατον να παγιδευτούν), αλλά άφθονες εικασίες και σενάρια, μαντέματα και προπαγάνδα, ειδικά τώρα, που το δαχτυλίδι πέρασε σ’ έναν άπειρο, αδοκίμαστο και άβγαλτο υιό για να αναλάβει τα ηνία μιας φτωχής και σχετικά απομονωμένης χώρας, με πάνω από ένα εκατομμύριο άριστα εκπαιδευμένο και αφοσιωμένο στρατό, με 10 πυρηνικές κεφαλές, με δυο περίπου χιλιάδες τελευταίας τεχνολογίας φυγοκεντρωτές για τον εμπλουτισμό ουρανίου και με αδιευκρίνιστες διαθέσεις για το μέλλον της χώρας.
Αν αφήσουμε στην άκρη τις, ως επί το πλείστον, θεατρινίστικες κινήσεις των ΗΠΑ και της Ν. Κορέας, που με την αναγγελία του θανάτου του Kim Jong-il έσπευσαν να σημάνουν συναγερμό και να θέσουν σε επιφυλακή τις στρατιωτικές τους δυνάμεις, φοβούμενες τάχατες άμεση πυρηνική επίθεση, κι αυτό εν μέσω κλίματος πένθους και συντριβής, το μέλλον της Β. Κορέας θα μπορούσε να διαγραφεί ως εξής: 1) να παραμείνει ως έχει, εξασφαλίζοντας μια σταθερή διακυβέρνηση υπό την αιγίδα της τριάδας, θείος-θεία-ανιψιός και με τη σύμφωνη γνώμη του στρατού, 2) να διαλυθεί, αν ο στρατός αποφασίσει να αποσύρει τη στήριξή του, 3) να ανοίξει την οικονομία της υιοθετώντας μεταρρυθμίσεις τύπου Κίνας και 4) να επανενωθεί με τη Ν. Κορέα.
Απ’ όλα τα σενάρια, το τελευταίο φαντάζει και το πιο απίθανο, αφού ούτε πλέον η νέα γενιά των Νοτιοκορεατών ενδιαφέρεται για κάτι τέτοιο, αλλά ούτε και η Κίνα, η οποία, χάνοντας το μαξιλάρι της Β. Κορέας, θα έχανε ταυτόχρονα και τον ύπνο της, αν έβλεπε Αμερικανούς στρατιώτες να στρατοπεδεύουν έξω από τα νότια χερσαία σύνορά της. Επιπλέον, κάθε είδος επανένωσης με φτωχότερους συγγενείς αποτελεί ένα πολύ κοστοβόρο project, ειδικά αν ο φτωχός συγγενής είναι κατά πολύ φτωχότερος και οι υποδομές του ξεπερασμένες.
Απ’ όλα τα σενάρια, το τελευταίο φαντάζει και το πιο απίθανο, αφού ούτε πλέον η νέα γενιά των Νοτιοκορεατών ενδιαφέρεται για κάτι τέτοιο, αλλά ούτε και η Κίνα, η οποία, χάνοντας το μαξιλάρι της Β. Κορέας, θα έχανε ταυτόχρονα και τον ύπνο της, αν έβλεπε Αμερικανούς στρατιώτες να στρατοπεδεύουν έξω από τα νότια χερσαία σύνορά της. Επιπλέον, κάθε είδος επανένωσης με φτωχότερους συγγενείς αποτελεί ένα πολύ κοστοβόρο project, ειδικά αν ο φτωχός συγγενής είναι κατά πολύ φτωχότερος και οι υποδομές του ξεπερασμένες.
Πιθανό σενάριο
Η καλύτερη εξέλιξη, που θα βόλευε τόσο τους γείτονες όσο και τις ΗΠΑ θα ήταν προφανώς η τρίτη. Η Β. Κορέα, δυνητικά, αποτελεί μεγάλη αγορά και επιπλέον διαθέτει ένα πολύ μορφωμένο και χαμηλού κόστους εργατικό δυναμικό, το οποίο ως ένα βαθμό ήδη εκμεταλλεύονται η Κίνα και η Ν. Κορέα στις ελεύθερες οικονομικές ζώνες, δύο στο βορρά με την Κίνα και μία στο νότο με τη Ν. Κορέα. Πόσο, όμως, ένα τέτοιο σενάριο είναι πιθανό; Επικαλούμενη την ασυλία που παρέχεται στους μάντεις, να κάνουν, δηλαδή, και λάθος προβλέψεις, θα έλεγα ότι είναι και το πλέον πιθανό. Και τούτο για διάφορους λόγους.
Η Β. Κορέα, εδώ και δυο σχεδόν δεκαετίες, πειραματίζεται στο εσωτερικό της, σε ένα κυκλικό θαρρείς σχήμα, με τις ιδιωτικές αγορές, άλλοτε σαν «μαύρες», με ή χωρίς την ανοχή της ηγεσίας κι άλλοτε σαν επίσημες και νόμιμες. Συγκεκριμένα, οι πρώτες άτυπες αγορές άρχισαν να εμφανίζονται δειλά-δειλά μετά το θάνατο του ηγέτη Kim il Sung, το 1994, ως φυσική αντίδραση στην αντιμετώπιση της μεγάλης πείνας που έπληξε τη χώρα, εξαιτίας κύματος πλημμυρών που κατέστρεψαν την παραγωγή και τη διακοπή της βοήθειας από την πρώην Σοβιετική Ένωση. Η διάδοση και αποτελεσματικότητά τους ήταν τέτοια, ώστε αναγνωρίστηκαν και επισήμως, το 2003, από τον διάδοχο Kim Jong-il, υπό προϋποθέσεις φυσικά, που αφορούσαν για παράδειγμα την ηλικία των μικρο-εμπόρων, το ωράριο λειτουργίας, το εύρος τιμών κ.ά. Στο απόγειό τους, μόνο στην Pyongyang λειτουργούσαν γύρω στις 500 και δεν εμπορεύονταν μόνο τρόφιμα και είδη οικοτεχνίας, αλλά και εισαγόμενα καλούδια από την Κίνα, όπως τηλεοράσεις, ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές, ποδήλατα, μέχρι και βιρμανέζικο ουίσκι.
Αυτά μέχρι το 2005. Το καθεστώς θορυβημένο από την έκταση που είχε πάρει το φαινόμενο, ήρε την υποστήριξή του, και επανέφερε το σύστημα της απ’ ευθείας διανομής αγαθών από το κράτος. Το 2006, μάλιστα, προέβη και σε εκκαθαρίσεις της «εκσυγχρονιστικής» μερίδας του κόμματος.
Το εμπάργκο, όμως, δεν κράτησε για πολύ, κυρίως λόγω της κοινωνικής αναταραχής που προκλήθηκε, καθότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις των Ηνωμένων Εθνών, ένα 40% του αστικού πληθυσμού εξασφάλιζε τη διατροφή του από αυτές. Επειδή η λειτουργία των ιδιωτικών αγορών συνέτεινε, όπως ήταν φυσικό, στη δημιουργία μιας αρκετά εύπορης μεσαίας τάξης και στην εμφάνιση σημαντικών ανισοτήτων, ο Kim Jong-il σε μια αιφνιδιαστική κίνηση το 2009, ανατίμησε το νόμισμα won, κόβοντας δυο μηδενικά, και θέτοντας ταυτόχρονα ένα ανώτατο όριο ως προς το ύψος των χρημάτων που μπορούσαν να μετατραπούν. Μαζί με τα δυο μηδενικά, λοιπόν, χάθηκε και το κομμάτι εκείνο της μεσαίας τάξης που δεν είχε τη διορατικότητα να αποταμιεύει σε ξένο συνάλλαγμα.
Η καλύτερη εξέλιξη, που θα βόλευε τόσο τους γείτονες όσο και τις ΗΠΑ θα ήταν προφανώς η τρίτη. Η Β. Κορέα, δυνητικά, αποτελεί μεγάλη αγορά και επιπλέον διαθέτει ένα πολύ μορφωμένο και χαμηλού κόστους εργατικό δυναμικό, το οποίο ως ένα βαθμό ήδη εκμεταλλεύονται η Κίνα και η Ν. Κορέα στις ελεύθερες οικονομικές ζώνες, δύο στο βορρά με την Κίνα και μία στο νότο με τη Ν. Κορέα. Πόσο, όμως, ένα τέτοιο σενάριο είναι πιθανό; Επικαλούμενη την ασυλία που παρέχεται στους μάντεις, να κάνουν, δηλαδή, και λάθος προβλέψεις, θα έλεγα ότι είναι και το πλέον πιθανό. Και τούτο για διάφορους λόγους.
Η Β. Κορέα, εδώ και δυο σχεδόν δεκαετίες, πειραματίζεται στο εσωτερικό της, σε ένα κυκλικό θαρρείς σχήμα, με τις ιδιωτικές αγορές, άλλοτε σαν «μαύρες», με ή χωρίς την ανοχή της ηγεσίας κι άλλοτε σαν επίσημες και νόμιμες. Συγκεκριμένα, οι πρώτες άτυπες αγορές άρχισαν να εμφανίζονται δειλά-δειλά μετά το θάνατο του ηγέτη Kim il Sung, το 1994, ως φυσική αντίδραση στην αντιμετώπιση της μεγάλης πείνας που έπληξε τη χώρα, εξαιτίας κύματος πλημμυρών που κατέστρεψαν την παραγωγή και τη διακοπή της βοήθειας από την πρώην Σοβιετική Ένωση. Η διάδοση και αποτελεσματικότητά τους ήταν τέτοια, ώστε αναγνωρίστηκαν και επισήμως, το 2003, από τον διάδοχο Kim Jong-il, υπό προϋποθέσεις φυσικά, που αφορούσαν για παράδειγμα την ηλικία των μικρο-εμπόρων, το ωράριο λειτουργίας, το εύρος τιμών κ.ά. Στο απόγειό τους, μόνο στην Pyongyang λειτουργούσαν γύρω στις 500 και δεν εμπορεύονταν μόνο τρόφιμα και είδη οικοτεχνίας, αλλά και εισαγόμενα καλούδια από την Κίνα, όπως τηλεοράσεις, ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές, ποδήλατα, μέχρι και βιρμανέζικο ουίσκι.
Αυτά μέχρι το 2005. Το καθεστώς θορυβημένο από την έκταση που είχε πάρει το φαινόμενο, ήρε την υποστήριξή του, και επανέφερε το σύστημα της απ’ ευθείας διανομής αγαθών από το κράτος. Το 2006, μάλιστα, προέβη και σε εκκαθαρίσεις της «εκσυγχρονιστικής» μερίδας του κόμματος.
Το εμπάργκο, όμως, δεν κράτησε για πολύ, κυρίως λόγω της κοινωνικής αναταραχής που προκλήθηκε, καθότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις των Ηνωμένων Εθνών, ένα 40% του αστικού πληθυσμού εξασφάλιζε τη διατροφή του από αυτές. Επειδή η λειτουργία των ιδιωτικών αγορών συνέτεινε, όπως ήταν φυσικό, στη δημιουργία μιας αρκετά εύπορης μεσαίας τάξης και στην εμφάνιση σημαντικών ανισοτήτων, ο Kim Jong-il σε μια αιφνιδιαστική κίνηση το 2009, ανατίμησε το νόμισμα won, κόβοντας δυο μηδενικά, και θέτοντας ταυτόχρονα ένα ανώτατο όριο ως προς το ύψος των χρημάτων που μπορούσαν να μετατραπούν. Μαζί με τα δυο μηδενικά, λοιπόν, χάθηκε και το κομμάτι εκείνο της μεσαίας τάξης που δεν είχε τη διορατικότητα να αποταμιεύει σε ξένο συνάλλαγμα.
Ιδιωτική πρωτοβουλία με… ρίζες
Το 2010, οι αγορές, σε πείσμα όλων ξαναεμφανίστηκαν, κυρίως λόγω του χάους που προκλήθηκε από τη νομισματική μεταρρύθμιση και τον συνακόλουθο πληθωρισμό.
Το ρεζουμέ, λοιπόν, της προηγούμενης εξιστόρησης είναι ότι η βορειο-κορεατική ιδιωτική πρωτοβουλία, η οποία συν τοις άλλοις επιδίδεται και στο λαθρεμπόριο διά μέσου των ημι-περατών συνόρων με την Κίνα, έχει αποκτήσει ρίζες και «τεχνογνωσία», και είναι μάλλον απίθανο να εκριζωθεί. Τουναντίον, τη βλέπουμε να επεκτείνει τις δραστηριότητές της και σε συμπράξεις με το κράτος, όπως στη διαχείριση ορυχείων και μεταφορών, κυρίως με τη μέθοδο της δωροδοκίας των υπεύθυνων αξιωματούχων.
Ο θείος του νέου ηγέτη, Chang Sung-taek, ένθερμος οπαδός της ανάπτυξης εμπορικών και οικονομικών σχέσεων με τον έξω κόσμο, έχει ταξιδέψει αρκετές φορές στην Κίνα και σε άλλες ασιατικές χώρες, και επιπλέον φέρεται στενός σύμμαχος του πρώην πρωθυπουργού Pak Pong-ju, ο οποίος είχε πρωτοστατήσει στις οικονομικές μεταρρυθμίσεις του 2003, αλλά και τμημάτων της ελίτ που επιζητούν οικονομική αναδιάρθρωση.
Εν τω μεταξύ, ο ίδιος ο νεαρός διάδοχος, πολύγλωσσος και κοσμοπολίτης, ως μαθητής κάποια χρόνια στην Ελβετία και με ιδιαίτερη αγάπη στους υπολογιστές, (λέγεται μάλιστα ότι ήταν αυτός που επέμενε για την είσοδο της κινητής τηλεφωνίας στη Β. Κορέα), είναι πιθανόν να συμπλεύσει με τον θείο του, ως προς το άνοιγμα της χώρας του προς τον έξω κόσμο.
Αν όλα τα προηγούμενα σημαίνουν κάτι και εφόσον ο στρατός λάβει τις απαραίτητες εγγυήσεις σχετικά με τη διατήρηση των προνομίων του, τότε η Β. Κορέα κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, ίσως βρεθεί στο ίδιο μονοπάτι που ακολούθησε η Κίνα πριν από καμιά δεκαριά χρόνια.
Το 2010, οι αγορές, σε πείσμα όλων ξαναεμφανίστηκαν, κυρίως λόγω του χάους που προκλήθηκε από τη νομισματική μεταρρύθμιση και τον συνακόλουθο πληθωρισμό.
Το ρεζουμέ, λοιπόν, της προηγούμενης εξιστόρησης είναι ότι η βορειο-κορεατική ιδιωτική πρωτοβουλία, η οποία συν τοις άλλοις επιδίδεται και στο λαθρεμπόριο διά μέσου των ημι-περατών συνόρων με την Κίνα, έχει αποκτήσει ρίζες και «τεχνογνωσία», και είναι μάλλον απίθανο να εκριζωθεί. Τουναντίον, τη βλέπουμε να επεκτείνει τις δραστηριότητές της και σε συμπράξεις με το κράτος, όπως στη διαχείριση ορυχείων και μεταφορών, κυρίως με τη μέθοδο της δωροδοκίας των υπεύθυνων αξιωματούχων.
Ο θείος του νέου ηγέτη, Chang Sung-taek, ένθερμος οπαδός της ανάπτυξης εμπορικών και οικονομικών σχέσεων με τον έξω κόσμο, έχει ταξιδέψει αρκετές φορές στην Κίνα και σε άλλες ασιατικές χώρες, και επιπλέον φέρεται στενός σύμμαχος του πρώην πρωθυπουργού Pak Pong-ju, ο οποίος είχε πρωτοστατήσει στις οικονομικές μεταρρυθμίσεις του 2003, αλλά και τμημάτων της ελίτ που επιζητούν οικονομική αναδιάρθρωση.
Εν τω μεταξύ, ο ίδιος ο νεαρός διάδοχος, πολύγλωσσος και κοσμοπολίτης, ως μαθητής κάποια χρόνια στην Ελβετία και με ιδιαίτερη αγάπη στους υπολογιστές, (λέγεται μάλιστα ότι ήταν αυτός που επέμενε για την είσοδο της κινητής τηλεφωνίας στη Β. Κορέα), είναι πιθανόν να συμπλεύσει με τον θείο του, ως προς το άνοιγμα της χώρας του προς τον έξω κόσμο.
Αν όλα τα προηγούμενα σημαίνουν κάτι και εφόσον ο στρατός λάβει τις απαραίτητες εγγυήσεις σχετικά με τη διατήρηση των προνομίων του, τότε η Β. Κορέα κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, ίσως βρεθεί στο ίδιο μονοπάτι που ακολούθησε η Κίνα πριν από καμιά δεκαριά χρόνια.
Σχόλια