Παραμένει μετέωρο το… βήμα του Α. Σαμαρά
Η Ν.Δ. μοιάζει ν’ απουσιάζει ουσιαστικά από την πολιτική ζωή της χώρας. Συνήθως έρχεται στην επικαιρότητα μέσα από τις δυσάρεστες όψεις του εσωτερικού της προβλήματος, καταγράφοντας δημοσκοπική καχεξία και προοπτικές ήττας στις δημοτικές εκλογές.
Ήδη τα ΜΜΕ μεθοδεύοντας παράσταση νίκης για το ΠΑΣΟΚ, προαναγγέλλουν ότι το βράδυ των εκλογών ο χάρτης της Ελλάδας θα είναι πράσινος, προεξοφλώντας πως η Ν.Δ. από τη φάση της πολιτικής αδυναμίας θα περάσει στην ανοιχτή πολιτική κρίση.
Οι βαριές χρεώσεις που κληροδότησε η καραμανλική διακυβέρνηση δεν αντιμετωπίζονται ούτε με επιτυχείς εκλογικές ταχτικές, ούτε με επιμέρους ενέργειες. Επιβάλλουν την ανάγκη εκτεταμένης ιδεολογικής, πολιτικής και οργανωτικής ανασυγκρότησης. Ένα είδος δηλαδή στρατηγικού επανακαθορισμού, που υπερβαίνει τη διαμάχη προσώπων και τη δημιουργία αρχηγικού μηχανισμού που θα ελέγξει το κόμμα.
Ο Σαμαράς έχει αντιληφθεί το αίτημα, κι έχει στείλει μήνυμα ότι πορεύεται αντιστοίχως κερδίζοντας έτσι χρόνο, έως ότου κριθεί συνολικά. Χρόνο, όμως, ακριβά αγορασμένο καθώς ανέβηκε πλέον ο πήχης των απαιτήσεων.
Υποσχέθηκε αλλαγές στην εξωτερική πολιτική και στις σχέσεις με ΗΠΑ και Ευρώπη, άλλη οικονομική πολιτική, συστημική μεν αντινεοφιλελεύθερη δε, και πολιτικές αναπροσαρμογές, καθώς οι ριζοσπαστικές πολιτικές απαιτήσεις που προβάλλονται στην ελληνική κοινωνία διαπερνούν τη βάση της Ν.Δ. Ωστόσο, μέχρι τώρα σ’ όλα αυτά ο Σαμαράς δεν τα κατάφερε.
Σημείο καμπής για τη Ν.Δ. ήταν αναμφίβολα η στάση της απέναντι στο Μνημόνιο. Η καταψήφιση έφερε πρόσκαιρα πολιτικά οφέλη, αλλά δημιούργησε την ανάγκη ν’ ανταποκριθεί αφ’ ενός σ’ αυτά που κέρδισε και αφ’ ετέρου στη στάση που κράτησε. Επειδή η Ν.Δ. δεν μπορεί να καλέσει σε αντιμνημονιακό αγώνα (και παντού υπάρχουν κάποια όρια), επειδή ως κόμμα εξουσίας οφείλει να έχει εναλλακτική πρόταση, πολλά επενδύθηκαν στον οικονομικό της πρόγραμμα. Εκεί, όμως, τα πράγματα είναι απογοητευτικά. Εκείνο που κυρίως προτείνεται είναι ένα άλλο μίγμα ανάμεσα σε σταθεροποιητικά και αναπτυξιακά μέτρα, ικανό υποτίθεται να λύσει το οικονομικό πρόβλημα της χώρας. Η Ν.Δ. διακηρύσσει ότι χωρίς να θιχτούν βασικές πλευρές της οικονομικής πραγματικότητας, χωρίς άλλα επώδυνα για το λαό οικονομικά μέτρα, χωρίς περαιτέρω δανεισμό, με παράλληλη κιόλας φορολογική ελάφρυνση των επιχειρήσεων, είναι δυνατόν να υπάρξει οικονομική ανάκαμψη τέτοια, μάλιστα, που θα επιτρέψει στη χώρα να εκπληρώσει τους όρους του Μνημονίου και να βγει απ’ αυτό μέσα σε δύο χρόνια. Η θέση αυτή είναι τρομερά αδύνατη, προσχηματική και δεν μπορεί να πείσει, καθώς ολοένα και πιο πολλοί αντιλαμβάνονται ότι μια εναλλακτική πορεία της χώρας θ’ απαιτούσε μεγάλες αλλαγές τόσο στα επιμέρους όσο και στα συνολικά.
Καθ’ όσον αφορά το πολιτικό σύστημα, ο Σαμαράς παρ’ ότι έχει διαπιστώσει τη χρεοκοπία του, πριν ακόμα η οργή των διαδηλωτών το καταστήσει μαζικά φανερό, δεν κατάφερε να ορίσει μια ειδικότερη στάση της Ν.Δ. απέναντι σ’ αυτή την πραγματικότητα. Αντίθετα επέδειξε μια αμηχανία που έγινε φανερή το Μάιο, όταν τέθηκαν στην ημερήσια διάταξη σενάρια αλλαγής στην πολιτική διακυβέρνηση, και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ωστόσο, εκείνο που μοιάζει να κατανοεί σε βάθος και να προετοιμάζεται ανάλογα είναι το ζήτημα της κατάρρευσης της στερεότυπης κομματικής γεωγραφίας (της αντίληψης, δηλαδή, που θέλει να κατατάσσει τα κόμματα αριστερά-κέντρο-δεξιά, ορίζοντας το καθένα ως συγγενικότερο με τα διπλανά του στα πλαίσια της άκαμπτης διατήρησης αυτού του σχήματος). Το Μνημόνιο αναδιάταξε τις σχέσεις των κομμάτων και στην επόμενη περίοδο αυτό θα επεκταθεί. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα ο Σαμαράς έχει τις δικές του προσδοκίες. Ανάμεσα στ’ άλλα ελπίζει να ευνοηθεί στην αντιπαράθεσή του με το ΛΑΟΣ και τη Ντόρα εφόσον οι αντιθέσεις ξεφεύγουν από τα στενά όρια της «πολυκατοικίας» και παραπέμπονται να λυθούν στα ανοιχτά πλαίσια της κοινωνίας.
Ο Κικίλιας επιλέχτηκε για να σηματοδοτήσει την ανανέωση, το φρέσκο λόγο, την καινούρια πρόσοψη, για να γίνει αποδεκτός από τους αριστερούς ψηφοφόρους στο δεύτερο γύρο των εκλογών. Το άνοιγμα προς την Αριστερά δεν είναι μόνο εκλογικό, σχεδιάζεται να έχει συνέχεια και μεγαλύτερη έκταση. Ωστόσο, όμως, δεν είχε υπολογιστεί ότι τα χαμηλά ποσοστά και η ρευστότητα μπορεί να οδηγήσουν στον αποκλεισμό από το δεύτερο γύρο, ανοίγοντας από τώρα κιόλας την πόρτα στην εσωτερική κριτική και διαφωνία που οδήγησε στην παλινδρόμηση της ηγεσίας της Ν.Δ. και στην επιλογή Μιχαλολιάκου στον Πειραιά.
Τελικά οι οπτιμιστικές επιλογές Σαμαρά που συνοδεύονται από την αδυναμία του να τις υλοποιήσει, πλάι στον αναπαραγόμενο συντηρητισμό και τις εσωτερικές αντιδράσεις, διαμορφώνουν ένα τέλμα στη Ν.Δ., οι προοπτικές εξόδου της από το οποίο είναι εξαιρετικά αμφίρροπες.
Νίκος Ταυρής