του Κώστα Βενιζέλου
Όλο το σύμπαν «έπεσε» να ισοπεδώσει την Κυπριακή Δημοκρατία επειδή «τόλμησε» να ζητήσει κυρώσεις κατά της Τουρκίας, η οποία συνεχίζει τις παράνομες ενέργειές της στην ΑΟΖ της. Μόλις η Λευκωσία επιχείρησε να αρθρώσει διαφορετική προσέγγιση από την πεπατημένη στην Ε.Ε., άρχισε το μπούλινγκ και η προσπάθεια τρομοκράτησής της.
Η Κύπρος βρίσκεται υπό πίεση για μια ακόμη φορά, επειδή προσπαθεί διά της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αντιμετωπίσει την τουρκική επιθετικότητα. Δέχεται εκ των έσω πυρά (σε Αθήνα και Λευκωσία) αλλά και από Ευρωπαίους εταίρους επειδή επιχειρεί, αξιοποιώντας το ευρωπαϊκό πεδίο, να αποτρέψει τα επεκτατικά σχέδια της κατοχικής Τουρκίας.
Την ίδια ώρα, είναι σαφές πως, παρά τις δημόσιες δηλώσεις, έχει εγκαταλειφθεί από την Ελλάδα, που «αγοράζει χρόνο» μέσα από την έναρξη των διερευνητικών επαφών με την Τουρκία. Η εγκατάλειψη της Κύπρου συνδέεται και με τις επιθέσεις από ελλαδικά και κυπριακά ΜΜΕ κατά της Λευκωσίας για τους χειρισμούς της. Στην Αθήνα επανήλθε το γνωστό αφήγημα πως «η Κύπρος παρασύρει την Ελλάδα σε κακοτοπιές» και ότι «οι Κύπριοι είναι κακομαθημένοι» ενώ κάποιοι θυμήθηκαν και το απορριφθέν σχέδιο Ανάν. Το ίδιο αφήγημα, όχι τυχαία, αναπτύσσουν και ξένα ΜΜΕ, που υιοθετούν τα «επιχειρήματα» των κυβερνήσεών τους.
Την ώρα κατά την οποία η Τουρκία αλωνίζει στην κυπριακή ΑΟΖ, διενεργεί γεωτρήσεις και σεισμικές έρευνες, η Λευκωσία χωρίς να ανεβάζει πολύ τον πήχη, ζήτησε κυρώσεις σε βάρος του καθεστώτος Ερντογάν, διευρύνοντας τον κατάλογο των προσώπων που ήδη βρίσκονται στη «μαύρη λίστα» λόγω της εμπλοκής τους σε παράνομες δραστηριότητες εντός της κυπριακής ΑΟΖ. Αν και ο ίδιος ο Τσαβούσογλου δήλωσε πως τέτοιες κυρώσεις δεν επηρεάζουν την Τουρκία, ωστόσο, τόσο η Άγκυρα όσο και το Βερολίνο επιχείρησαν να εξαφανίσουν από το τραπέζι των συζητήσεων τα όποια μέτρα.
Το Βερολίνο, όπως είναι γνωστό, κινήθηκε στο παρασκήνιο για να συγκαλύψει την τουρκική συμπεριφορά. Επιστράτευσε τη μυστική διπλωματία και επέλεξε να φέρει «κοντά» την Ελλάδα και την Τουρκία, για έναρξη διαλόγου, παρακάμπτοντας τα όσα διαδραματίζονται στην κυπριακή ΑΟΖ. Και σε αυτό το σημείο η Γερμανία έπαιξε το παιχνίδι της Άγκυρας.
Η τουρκική τακτική
Η Τουρκία ενώ αντιμετωπίζει ενιαία τον ελληνισμό, σε αυτή τη φάση, ωστόσο, στα πλαίσια τακτικών κινήσεων, έχει διαχωρίσει Αιγαίο και Κύπρο. Η Άγκυρα αντιλήφθηκε προφανώς την ανησυχία της Ε.Ε., των ΗΠΑ, ενδεχομένως και του ΝΑΤΟ για αποφυγή μιας ενδεχόμενης στρατιωτικής σύγκρουσης με την Ελλάδα. Προσπάθησε να εξαργυρώσει τούτο και το έκανε ήδη, ενώ η Μέρκελ υποσχέθηκε στον Ερντογάν πως του ετοιμάζει πακέτο δώρων, εάν προχωρήσει σε «αποκλιμάκωση».
Στα πλαίσια αυτά, όπως είναι γνωστό, προχώρησε σε προσωρινή αποχώρηση από την ελληνική υφαλοκρηπίδα του ερευνητικού σκάφους, «Όρουτς Ρέις». Πρόκειται για έναν διάλογο-άλλοθι, που αρχίζει μετά από τη στιγμή που η Άγκυρα ολοκλήρωσε σεισμικές έρευνες σε μια συγκεκριμένη περιοχή εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Την ίδια ώρα, η Άγκυρα αντιλαμβανόμενη πως οι παράνομες δραστηριότητές της στην κυπριακή ΑΟΖ δεν απασχολούν την Ε.Ε., ούτε και τους υπόλοιπους, έχει ανανεώσει τις NAVTEX τόσο για το γεωτρύπανο «Γιαβούζ» όσο και το ερευνητικό σκάφος «Μπαρμπαρός» μέχρι και τα μέσα Οκτωβρίου. Μια κίνηση που έγινε λίγες ώρες μετά τη δήλωση Γκουτιέρες για νέα πενταμερή διάσκεψη για το Κυπριακό και ενώ συζητούνται –υποτίθεται– κυρώσεις σε βάρος της στην Ε.Ε. Η ενέργεια αυτή της Άγκυρας ήταν χαστούκι προς το Βερολίνο, τις Βρυξέλλες και την Αθήνα, που έκανε πως δεν άκουσε τίποτε σχετικά. Είναι προφανές πως η Τουρκία θα παίξει «γιο-γιο» την Αθήνα. Όποτε η Ελλάδα δεν θα αποδέχεται μια αξίωσή της, θα στέλνει πλοία στην ελληνική θαλάσσια περιοχή. Την ίδια ώρα, θα συνεχίσει τις παραβιάσεις στην Κύπρο.
Το σκηνικό όπως έχει στηθεί ικανοποιεί πλήρως την Άγκυρα. Διά της ισχύος κατάφερε να προωθήσει τις μεθοδεύσεις της. Από τις ΗΠΑ, την Ε.Ε. μέχρι και το ΝΑΤΟ, όλοι κινητοποιήθηκαν για να ικανοποιήσουν την κατοχική Τουρκία, θεωρώντας πως έτσι θα αντιμετωπίσουν την ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο. Θεωρούν πως ικανοποιώντας το καθεστώς Ερντογάν, θα αντιμετωπιστεί ο τουρκικός πονοκέφαλος. Αλλά αυτή η λύση προφανώς και θα προκαλέσει, στο τέλος, εγκεφαλικό σε Ελλάδα και Κύπρο. Επί του παρόντος, την Αθήνα δεν την απασχολεί ποσώς το θέμα τούτο. Εξαρχής η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν προέκρινε την υιοθέτηση του εργαλείου των κυρώσεων. Εξαρχής η κυβέρνηση Μητσοτάκη διά της υποβάθμισης του τουρκικού κινδύνου θεώρησε πως θα «εξαφάνιζε» τις επεκτατικές βλέψεις της Άγκυρας.
Τι θα κάνει η Λευκωσία
Η Κυπριακή Δημοκρατία, διά του υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Χριστοδουλίδη, ξεκαθάρισε πως δεν πρόκειται να ανάψει πράσινο φως για κυρώσεις στη Λευκορωσία (για τις οποίες κόπτονται οι εταίροι μας), εάν δεν ενεργοποιηθούν εκείνες για την κατοχική Τουρκία. Λογικό και αναμενόμενο και ήταν μια στάση, που επιβαλλόταν. Αλλά αυτό δεν το αντιμετωπίζουν όλοι με αυτή την προσέγγιση. Θα αντέξει τις πιέσεις η Λευκωσία; Θα μείνει στο τέλος μόνη, όπως φαίνεται να είναι αυτή τη στιγμή;
Εάν η Κυπριακή Δημοκρατία κάνει πίσω, τότε θα δοθεί στην κατοχική Τουρκία άλλοθι να συνεχίσει τις παράνομες ενέργειες της στην κυπριακή ΑΟΖ.
Η Ελλάδα έχει χρέος να στηρίξει την Κυπριακή Δημοκρατία
Η Σύνοδος Κορυφής της Ε.Ε. αναβλήθηκε, όχι λόγω κορωνοϊού, αλλά κύρια λόγω της σύνδεσης των κυρώσεων ενάντια στην Λευκορωσία με αυτές ενάντια στην Τουρκία από πλευράς της Κύπρου. Είναι φανερό ότι η Ε.Ε. επιχειρεί να κερδίσει χρόνο, για να επιλύσει αυτό το πρόβλημα πριν τη Σύνοδο Κορυφής. Αφενός γιατί θέλει να «συνετίσει» –με μπούλινγκ πάντα– τους «παράλογους» Κύπριους που απαιτούν ένταση των μέχρι τώρα αστείων κυρώσεων απέναντι στην Τουρκία. Αφετέρου, θέλει σε αυτό το διάστημα να προχωρήσει αποφασιστικά ο διάλογος μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας, κάτι που αν συμβεί θα απομακρύνει τη συζήτηση για κυρώσεις στην Τουρκία, αφού διάλογος και κυρώσεις δεν πάνε παρέα και έτσι θα πιέσει ακόμα περισσότερο την Κύπρο σε μια αλλαγή στάσης.
Ποια θα είναι όμως η στάση της ελληνικής ηγεσίας στη Σύνοδο εάν η Κύπρος όντως μπλοκάρει τις κυρώσεις στην Λευκορωσία απαιτώντας περαιτέρω κυρώσεις ενάντια στην Τουρκία; Η πλάστιγγα έχει ήδη αρχίσει να γέρνει, με την Ελλάδα να προσυπογράφει την έναρξη του διαλόγου διαχωρίζοντας την τούρκικη επιθετικότητα σε Ελλάδα και Κύπρο. Άλλα έπειτα και από την στάση που είχε η ελληνική πλευρά στο άτυπο συμβούλιο των υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε. να μην στηρίξει δηλαδή το κυπριακό αίτημα. Ωστόσο αυτό το ενδεχόμενο είναι εξαιρετικά προβληματικό σε ότι αφορά την Ελλάδα.
Ας μην ξεχνάμε ότι ακριβώς επειδή η Ελλάδα είναι εγγυήτρια δύναμη στην Κύπρο αλλά και με βάση τον ιστορικό ρόλο της χώρας στο Κυπριακό και τους εθνικούς δεσμούς που μας συνδέουν, θα οφείλαμε αν μη τι άλλο να σταθούμε στο πλευρό της Κυπριακής Δημοκρατίας απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα.
Επιπρόσθετα, σε επίπεδο Ε.Ε. και διεθνούς στάσης, η Ελλάδα οφείλει αν θέλει να μην γελοιοποιηθεί και να καταστήσει τον εαυτό της απόλυτα αφερέγγυο να στηρίξει την Κύπρο. Καθώς είναι η ελληνική πλευρά που έθεσε το ζήτημα της μη έναρξης των διαπραγματεύσεων και τις επιβολής κυρώσεων όσο η Τουρκία συνεχίζει να καταπατά την εν δυνάμει ελληνική ΑΟΖ, αλλά και να κάνει έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. Πράγμα που σημαίνει ότι αν δεν πράξουμε το αυτονόητο στην κυπριακή περίπτωση, που άλλωστε παραβιάζεται η ήδη οριοθετημένη κυπριακή ΑΟΖ, αφενός πριμοδοτούμε την στάση της Ε.Ε. για δυο μέτρα και δυο σταθμά και αφετέρου αποδεικνύουμε στην πράξη, ότι όχι μόνο συντασσόμαστε με την αλά κάρτ εφαρμογή του διεθνούς δικαίου, αλλά και ότι όλες οι αιτιάσεις μας για ειρήνη στην Ανατολική Μεσόγειο δεν ήταν τίποτα παραπάνω από μια προσπάθεια εξασφάλισης των ελληνικών συμφερόντων και μόνο.
Και για να μην γελιόμαστε κάτι τέτοιο θα φέρει και την Ελλάδα σε δυσκολότερη θέση. Αφού για μια ακόμη φορά και μάλιστα σε διεθνή διάσκεψη η χώρα θα αποδείξει ότι είναι επιρρεπής στο να υποχωρεί σε κάθε είδους πιέσεις και ως εκ τούτου σε επόμενη φάση η όποια σκλήρυνση της δικής μας στάσης (αν και εφόσον υπάρξει) θα εκλαμβάνεται ως ένα ζήτημα που μπορεί με εύκολο τρόπο να λυθεί παρασκηνιακά.
Και το Κυπριακό στην ατζέντα
Η παρέμβαση προ ημερών του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτιέρες, που εξήγγειλε τη σύγκληση πενταμερούς διάσκεψης για το Κυπριακό, μετά τις ψευδοεκλογές στα κατεχόμενα (11 Οκτωβρίου ο πρώτος γύρος), είχε σχέση με τις προσπάθειες να αποφευχθεί η υιοθέτηση κυρώσεων κατά της Τουρκίας. Την ίδια ώρα, είναι σαφές πως εάν προχωρήσει ο ελληνοτουρκικός διάλογος, τότε θα δρομολογηθούν και εξελίξεις στο Κυπριακό. Για την ακρίβεια θα επιχειρηθεί «κλείσιμο» του Κυπριακού, καθώς πιστεύουν ότι με αυτόν τον τρόπο θα σταματήσει η τουρκική επιθετικότητα. Η Άγκυρα έχει ξεκαθαρίσει σε σχέση με το Κυπριακό πως συζητά μόνο εάν υιοθετηθούν οι αξιώσεις της. Δηλαδή, συνεκμετάλλευση του φυσικού αερίου και η αποδοχή της πολιτικής ισότητας, με βάση την τουρκική εκδοχή (επικυριαρχία της Τουρκίας σε ολόκληρη την Κύπρο μέσα από το νέο μόρφωμα που θα προκύψει). Την ίδια ώρα έχει διαμηνύσει διά του Τσαβούσογλου ότι δεν συζητά ομοσπονδιακό μοντέλο, αλλά συνομοσπονδία (αυτό επί της ουσίας συζητά εδώ και χρόνια) ή λύση δυο κρατών.