του Κώστα Μελά*
Οι οικονομολόγοι της κυρίαρχης νεοκλασικής σχολής, αντιμετωπίζοντας την οικονομία ως μία αυτόνομη επιστήμη, της προσδίδουν α-ιστορικά χαρακτηριστικά τα οποία προσδιορίζονται από ένα πλασματικό δέον. Το αποτέλεσμα είναι να ξεπερνούν εύκολα τις συνεχείς και αλλεπάλληλες αποτυχίες των υποδειγμάτων τους όταν αυτά έρχονται αντιμέτωπα με την πραγματικότητα. Το ίδιο πράττουν και οι κυβερνήσεις που εμφορούνται από τις ίδιες ιδέες και επιπλέον από μια επικοινωνιακή ρητορική συνεχούς ωραιοποίησης της πραγματικότητας.
Αναφέρω τα παραπάνω επειδή παρατηρώ με αγανάκτηση, ότι σε μια χώρα που έχει χαθεί το 25% του ΑΕΠ κατά την περίοδο των δέκα μνημονιακών χρόνων και πρόκειται να απολέσει, τουλάχιστον, άλλο ένα 10% μέσα σε ένα χρόνο (2020) δεν μπορεί να περνά, ως ζήτημα άνευ αξίας, στα ψιλά των εφημερίδων και των ΜΜΕ. Πρέπει να εξηγηθεί τι σημαίνει η μείωση του 10% και να μην κρύβονται οι κυβερνώντες και οι οικονομολόγοι της πίσω από τις αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας (κρούσματα, διασωληνωμένοι, θάνατοι) που με πηχυαίους τίτλους καταλαμβάνουν τα πρωτοσέλιδα του τύπου. Μια ύφεση 10% έχει τεράστιο κόστος, και αναμένεται να επιδεινώσει σημαντικά τα προβλήματα που κληροδότησε στην Ελλάδα η κρίση χρέους της δεκαετίας του 2010, όπως το υψηλό δημόσιο χρέος, το υψηλό ποσοστό ανεργίας, το μεγάλο απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων και το επενδυτικό κενό.
Τα προβλήματα αυτά προστίθενται στις διαρθρωτικού τύπου προκλήσεις που αντιμετώπιζε ήδη η ελληνική οικονομία πριν από την πανδημία του κορωνοϊού και οι οποίες περιορίζουν τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της: Τη χαμηλή διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα, το υψηλό επίπεδο φοροδιαφυγής, τον αργό ψηφιακό μετασχηματισμό, τη φυγή ανθρώπινου δυναμικού υψηλής εξειδίκευσης στο εξωτερικό, την κλιματική αλλαγή και το κόστος μετάβασης σε πιο καθαρές μορφές ενέργειας, τη μεταναστευτική-προσφυγική κρίση και την προβλεπόμενη δημογραφική επιδείνωση λόγω της γήρανσης του πληθυσμού.
Με απλά λόγια, σχεδόν το σύνολο των προβλημάτων που «κουβαλάει» η ελληνική οικονομία, ας πούμε τα τελευταία πενήντα χρόνια, και τα οποία επιχείρησε να διορθωθούν μέσω των μνημονίων, μετά την κρίση του 2010, υπάρχουν εκεί και μας βγάζουν τη γλώσσα και μερικά από αυτά έχουν αποθρασυνθεί (χειροτερεύσει) περαιτέρω. Όμως ακόμη και η διαφημιζόμενη επιτυχία των μνημονιακών προγραμμάτων, δηλαδή η προσαρμογή των δημοσιονομικών και εξωτερικών ελλειμμάτων, τίθεται εν αμφιβόλω: Η ελληνική οικονομία κινδυνεύει πολύ σοβαρά να επιστρέψει στον αστερισμό των διπλών ελλειμμάτων.
Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ «χαρούμενη και αισιόδοξη» κοιτάζει το μέλλον, κρύβοντας ουσιαστικά τη σημασία της τεράστιας μείωσης του ΑΕΠ, κατά 20 δισ. ευρώ, το 2020 και των μεγάλων συνεπειών που αυτή έχει επιφέρει στην οικονομία και στην κοινωνία. Ατενίζει το 2021 με περισσή αισιοδοξία, υπολογίζοντας 4,8% μεγέθυνση στο σχέδιο του προϋπολογισμού (η αλήθεια είναι ότι σε διάστημα ενός μηνός έχει κατεβάσει τον πήχη από το 7,5% του προσχεδίου), υπολογίζοντας ότι το 2,0% από αυτή θα προέλθει από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Τον ίδιο ρυθμό μεγέθυνσης υπολογίζει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Όμως ο ΟΟΣΑ σε πρόσφατες προβλέψεις του δίνει ρυθμό ανάκαμψης για το 2021 μόλις 0,9%.
Η κυβέρνηση «χαρούμενη και αισιόδοξη» κοιτάζει το μέλλον, κρύβοντας ουσιαστικά τη σημασία της τεράστιας μείωσης του ΑΕΠ, κατά 20 δισ. ευρώ, το 2020 και των μεγάλων συνεπειών που αυτή έχει επιφέρει στην οικονομία και στην κοινωνία
Θα πρέπει να αποδεχθεί η κυβέρνηση ότι η μείωση του ΑΕΠ το 2020, θα είναι η βάση για το 2021. Και αποτελεί πολύ σημαντική παράμετρος, δεδομένου ότι περιορίζεται η δυνατότητα μεγέθυνσης του ΑΕΠ για το 2021. Παράλληλα η αβεβαιότητα που έχει προκληθεί λόγω της πανδημίας δεν θα εκλείψει ακόμη και αν το πρώτο τρίμηνο του 2021 τεθεί σε χρήση κάποιο εμβόλιο. Η Ελλάδα εξαρτάται πάρα πολύ απ’ τον τουρισμό και τα συναφή επαγγέλματα. Επομένως, θα αργήσει πάρα πολύ ο κόσμος, νομίζω, να μπει σε μια διαδικασία κανονικότητας όσον αφορά τη ζήτηση συναφών υπηρεσιών. Είναι σε δυσχερέστερη θέση σε σχέση με τις χώρες του βορρά που είναι βιομηχανικές, τεχνολογικά προχωρημένες κ.λπ. Εξάλλου και οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης θα καθυστερήσουν. Όπως γνωρίζουμε ακόμη δεν έχει συγκροτηθεί, λόγω των αντιδράσεων της Ουγγαρίας και Πολωνίας. Οι πόροι θα καθυστερήσουν. Αν αρχίσουν οι ροές από το Ταμείο προς τα τέλη του τρίτου τριμήνου θα είμαστε ικανοποιημένοι με μεγέθυνση όχι μεγαλύτερη του 2%.
Επίσης να σταθούμε και σε κάτι άλλο: Τι σημαίνει πρακτικά η μείωση του ΑΕΠ 10%; Όπως έχουμε αναφέρει, σημαίνει πτωχευμένες επιχειρήσεις, αύξηση της ανεργίας, των νέων μη αποτελεσματικών δανείων (πάνω από 10 δισ. ευρώ), μείωση των εισοδημάτων, αύξηση του ιδιωτικού χρέους. Πώς ξαφνικά όλα αυτά θα μπουν σε μια διαδικασία γρήγορης μεγέθυνσης; Μην ξεχνάμε, επίσης, ότι η πολιτική της κυβέρνησης έχει αναστείλει υποχρεώσεις, εργαζομένων και επιχειρήσεων, τις οποίες θα κληθούν να πληρώσουν από τη νέα περίοδο. Κάποια στιγμή που θα θεωρήσει η κυβέρνηση ότι πρέπει να μπει στην κανονικότητα. Μακροοικονομικά, όλες αυτές οι συσσωρευμένες υποχρεώσεις δεν αποτελούν ό,τι το καλύτερο, ως περιβάλλον, για γρήγορη ανάκαμψη. Όλες οι συσσωρευμένες υποχρεώσεις λειτουργούν ανασχετικά στη μεγέθυνση του ΑΕΠ.
Χρειάζεται στο σημείο αυτό να υπενθυμίσουμε ότι η ελληνική οικονομία είναι δέσμια σε δύο θεσμούς. Ο πρώτος είναι η ΕΚΤ η οποία, αγοράζοντας το σύνολο των εκδόσεων χρέους της τελευταίας ελληνικής κυβέρνησης, προκάλεσε σημαντική πτώση των επιτοκίων, άρα οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων και το κόστος της χρηματοδότησής τους εξαρτάται απολύτως από την πολιτική της ΕΚΤ. Ο δεύτερος περιορισμός είναι η Γερμανία η οποία κρατά τα ηνία για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Εάν διαφοροποιηθεί όσον αφορά τον τρόπο διαχείρισης του ελληνικού χρέους από εδώ και πέρα –το 2021, 2022 και μετά– θα φανεί πόσο δύσκολη θα είναι η θέση της Ελλάδας. Η Κομισιόν υποστηρίζει ότι υπό τις παρούσες συνθήκες, δηλαδή με το καλύτερο σενάριο μεγέθυνσης 5% το 2021 δείχνει ότι οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες θα είναι γύρω στο 15% του ΑΕΠ από 13%. Εάν, όμως, η μεγέθυνση του ΑΕΠ δεν είναι η προβλεπόμενη του βασικού σεναρίου θα πάμε στο 20%, κάτι το οποίο είναι πολύ-πολύ σημαντικό και συνδέεται με τους δυο προηγούμενους περιορισμούς που ανέφερα. Επομένως, η κατάσταση του χρέους δεν είναι κάτι απλό. Δείχνει τον βαθμό περιορισμού βαθμών ελευθερίας της ελληνικής οικονομίας.
Ακόμη θα πρέπει να δούμε το κοινωνικό αποτύπωμα της όποιας μεγέθυνσης παρουσιάσει η ελληνική οικονομία με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Πολύ φοβάμαι ότι θα είναι εις βάρος της εργασίας.
* Ο Κώστας Μελάς είναι οικονομολόγος και πανεπιστημιακός