Πρόταση απαλλαγής από τον εισαγγελέα σε μια δίκη – παρωδία
του Μάριου Διονέλλη
Απρόσμενη εξέλιξη για τους στρατιωτικούς και πολιτικούς κύκλους που πρωτοστάτησαν στην εργολαβική υπεράσπιση των «ιερών της πατρίδος» έχει η δίκη του Γερμανού ιστορικού Χάινς Ρίχτερ. Την Τετάρτη, στην προτελευταία συνεδρίαση του δικαστηρίου, ο εισαγγελέας του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Ρεθύμνου, Ιωακείμ Κασσωτάκης πρότεινε την απαλλαγή του καθηγητή από την κατηγορία της «άρνησης εγκλημάτων πολέμου του ναζισμού, τα οποία στρέφονται κατά του Κρητικού λαού». Ο ίδιος επεσήμανε βέβαια πως το βιβλίο του Ρίχτερ με τίτλο Η Κατάκτηση της Κρήτης εμπεριέχει ανακρίβειες και αναλήθειες, ωστόσο το θέμα δεν ήταν η… διόρθωση του βιβλίου αλλά το αν οι ανακρίβειες αυτές θα απαντηθούν με διώξεις ή με τεκμηριωμένη ιστορική έρευνα και επιστημονικά επιχειρήματα. Και ευτυχώς για την Κρήτη, η πρόταση του εισαγγελέα δείχνει προς τη δεύτερη και πιο συνετή επιλογή.
Στο σκεπτικό της πρότασής του ο εισαγγελέας τόνισε πως οι αναφορές του κ. Ρίχτερ, έστω και αναληθείς, εντούτοις δεν μπορούν να διεγείρουν το μίσος κατά του Κρητικού λαού ή να θίξουν την τιμή και την υπόληψη των Κρητικών. Πολύ δε περισσότερο να προκαλέσουν «ηθική βλάβη» στον πρώην αρχηγό ΓΕΕΘΑ Μανούσο Παραγιουδάκη, ή στον μονίμως προσφεύγοντα επί παντός επιστητού στη Δικαιοσύνη βουλευτή της Ν.Δ. Λευτέρη Αυγενάκη. Και για τους δύο το δικαστήριο, ήδη από την προηγούμενη συνεδρίασή του, είχε αποφασίσει την αποβολή τους από την πολιτική αγωγή καθώς δεν προέκυψε η «ηθική βλάβη» που επικαλούντο.
Τα γραφόμενα του κ. Ρίχτερ είχαν ωστόσο προκαλέσει δικαίως την αγανάκτηση των Κρητικών. Ούτε λίγο ούτε πολύ, ο Γερμανός καθηγητής χαρακτήριζε «ιπποτική» την επέλαση των Γερμανών αλεξιπτωτιστών στη Μάχη της Κρήτης και «βάρβαρο» τον τρόπο με τον οποίο τους υποδέχονταν οι Κρητικοί στο έδαφός τους, αμυνόμενοι με ό,τι μέσο διέθεταν υπερασπίζοντας την πατρίδα τους και φυσικά σφαγιάζοντας αρκετούς από αυτούς.
Ωστόσο, όλα τα παραπάνω απαντώνται (αν όχι με απαξίωση) με ιστορικά αντεπιχειρήματα, επιστημονική έρευνα και αντιπαράθεση πηγών και γεγονότων. Σίγουρα όμως όχι με διώξεις και μάλιστα με βάση τον αντιρατσιστικό νόμο. Αυτό ήταν και το σκεπτικό πολλών δημόσιων τοποθετήσεων από πανεπιστημιακά τμήματα, φορείς για τα δικαιώματα του ανθρώπου ακόμα και πολιτικά κόμματα. Όλοι αυτοί, αν και πήραν αποστάσεις από τα γραφόμενα του κ. Ρίχτερ, ωστόσο χαρακτήρισαν απαράδεκτη τη δίωξή του για το συγγραφικό του έργο.
Έτσι, το δικαστήριο του Ρεθύμνου βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα: Να υποκύψει στις «πατριωτικές κορώνες», οι οποίες επέβαλαν και την αρχική άσκηση ποινικής δίωξης, καταδικάζοντας σε ποινή φυλάκισης και χρηματικό πρόστιμο έναν καθηγητή πανεπιστημίου με του οποίου την άποψη διαφωνεί; Ή να τον αθωώσει δίνοντάς του όμως την ευχέρεια να περιφέρει ακόμα πιο πλατιά τις απόψεις του, αυτή τη φορά και «εξαγνισμένες» από μια αθωωτική απόφαση; Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις επιλέγει τη δεύτερη οδό, προσπαθώντας τουλάχιστον να αποφύγει ένα ακόμα μεγαλύτερο λάθος.
Χωρίς απάντηση παραμένει το ποιος ευθύνεται για τη «θολή» αναγόρευση του Ρίχτερ σε επίτιμο διδάκτορα του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης, η οποία προκάλεσε και τον όλο θόρυβο γύρω από το βιβλίο του. Η απόφαση του δικαστηρίου θα ανακοινωθεί στις 10 Φεβρουαρίου, ενώ ήδη το «Σωματείο Ρεθυμνίων Πληγέντων από τη ναζιστική κατοχή 1941-1944» έχει προαναγγείλει πως σε περίπτωση αθωωτικής απόφασης θα ζητήσει αναίρεση από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.