Η κυβερνητική απαξίωση προς το Δημόσια Υγεία συνεχίζεται και στον κατατεθειμένο, πριν από μερικές μέρες, Κρατικό Προϋπολογισμό (Προϋπολογισμός) ως προς τις δαπάνες της υγείας. Σύμφωνα με τον Προϋπολογισμό από μια πρώτη ματιά καταγράφονται οι ακόλουθες αρνητικές εξελίξεις όσον αφορά τη χρηματοδότηση της υγείας:

  • Οι συνολικές δαπάνες Υγείας προβλέπεται να μειωθούν κατά 572 εκατ. ευρώ, από τα 4,829 δισ. το 2020 στα 4,257 δισ. το 2021 (–12%).
  • Οι ειδικότερες δαπάνες Υγείας για τον Covid-19 από τα 523 εκατ. θα μειωθούν σε μόλις 131 εκατ. το 2021 (-75%), όταν συζητείται αυτές τις μέρες το τρίτο λοκ-ντάουν αμέσως μετά το «χαλάρωμα» των εορτών.
  • Η χρηματοδότηση του ΕΟΠΥΥ από τον Προϋπολογισμό θα μειωθεί στο μισό, από 608 εκατ. ευρώ το 2020 σε μόλις 300 εκατ. το 2021. Η μείωση είναι ακόμα μεγαλύτερη αν λάβουμε υπόψη ότι από το ποσό των 300 εκατ. ευρώ τα 170 εκατ. αφορούν το πρόγραμμα εθνικού εμβολιασμού. Άρα η πραγματική χρηματοδότηση του ΕΟΠΥΥ είναι μόλις 130 εκατ. ευρώ, κάτω ακόμα και από τα 171 εκατ. που ήταν το 2019!
  • Φυσικά τη διαφορά θα την πληρώσουν οι ασφαλισμένοι, εργαζόμενοι και συνταξιούχοι, οι οποίοι σε συνθήκες, επιδεινούμενης οικονομικά, κρίσης από τα 4,1 δισ. ευρώ εισφορές για ασφάλιση Υγείας το 2020 θα πληρώσουν 4,4 δισ. το 2021.
  • Η χρηματοδότηση των νοσοκομείων από τον Προϋπολογισμό προβλέπεται να αυξηθεί κατά 70 μόλις εκατ. ευρώ, από τα 1,236 εκατ. το 2020 στα 1,310 το 2021. Φυσικά αυτή η αύξηση είναι ανεπαρκέστατη μπροστά στα όσα μαθαίνουμε καθημερινά για τη γενικότερη κατάσταση που επικρατεί, όχι μόνο στην παρούσα δύσκολη περίοδο, στα νοσοκομεία.
  • Για φάρμακα προβλέπεται μείωση κατά 130 εκατ. ευρώ (από 2,49 δισ. σε 2,36) και για τις λοιπές παροχές ασθένειας επίσης μείωση κατά 96 εκατ. ευρώ (από 2 δισ. σε 1,9).
  • Για την πρωτοβάθμια φροντίδα Υγείας, που τόσα πολλά λένε όλες οι κυβερνήσεις εδώ και χρόνια αλλά πράττουν αντιστρόφως ανάλογα, η χρηματοδότηση από τον Προϋπολογισμό μειώνεται κατά 39% ή 97 εκατ. ευρώ (από 249 εκατ. ευρώ σε 152 εκατ.).
  • Τέλος και σημαντικότερο όλων, σε σχέση με τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης, είναι η βαρύτητα αυτών των μεγεθών σε σχέση με το ΑΕΠ. Το ΑΕΠ το 2020 εκτιμάται ότι είναι μειωμένο έναντι του 2019 κατά 11,3% σε τρέχουσες τιμές ενώ το 2021 εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 5,6%. Συνεπώς η μείωση των δαπανών Υγείας σε απόλυτο ύψος όπως περιγράφηκε παραπάνω έχει σαν αποτέλεσμα την δραματική μείωση της συμμετοχής τους ως ποσοστό στο ΑΕΠ, κάτι που σηματοδοτεί την πολιτική απαξίωσης του τομέα της Δημόσιας Υγείας από πλευράς κυβέρνησης.
  • Με αυτή την ανεπαρκέστατη χρηματοδότηση θα κληθεί το δημόσιο σύστημα Υγείας να αντιμετωπίσει το 2021 το τρίτο κύμα πανδημίας μέχρι την διάθεση εμβολίου ή κάποιου αποτελεσματικού φαρμάκου για τον Covid-19 αλλά και τις «καθυστερήσεις» που έχουν σημειωθεί σε όλες τις άλλες αντιμετώπισης θεμάτων Υγείας, που έχουν μείνει πίσω λόγω πανδημίας. Συνεπώς το δημόσιο σύστημα Υγείας θα συνεχίζει να βρίσκεται υπό ασφυκτική πίεση και η κυβέρνηση έχει προγραμματίσει να μειώσει δραστικά τη σχετική χρηματοδότηση.

Αυτό είναι το «πανόραμα» των δαπανών υγείας του Κρατικού Προϋπολογισμού. Εν μέσω πανδημίας η μείωση των δαπανών και η απαξίωση συνεχίζεται ακάθεκτη. Η κυβέρνηση μέσω της υποχρηματοδότησης «τραβά το χαλί κάτω από το πόδια» των εργαζόμενων στην υγεία, που δίνουν τη μάχη για τη ζωή μας.

Η κυβέρνηση μέσω της υποχρηματοδότησης της Υγείας «τραβά το χαλί κάτω από το πόδια» των εργαζόμενων στην υγεία, που δίνουν τη μάχη για τη ζωή μας και αφήνει, με σχέδιο, ανοχύρωτη την κοινωνία απέναντι στην πανδημία

Διαρκής υποχρηματοδότηση

Η μείωση δαπανών στην Υγεία δεν αποτελεί εξαίρεση σε μια πορεία αλλά την «κανονικότητα» στις πολιτικές υγείας που ακολουθεί όλο το πολιτικό σύστημα, ανεξάρτητα από το ποιος είναι στην κυβέρνηση. Η πολιτική αυτή ακολουθείται εδώ και 30 χρόνια, από την αρχή της δεκαετίας του 1990, από όλες τις κυβερνήσεις ανεξαρτήτως «χρώματος» και προσώπων που τις υπηρέτησαν. Είναι μία εκ των «οικουμενικών πολιτικών» του πολιτικού συστήματος. Μια ανάλυση για το τι έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια περιλαμβάνεται στο άρθρο «Η διάλυση της Δημόσιας Υγείας» που δημοσιεύθηκε στον Δρόμο, στις 21/3/2020.

Η καταγραφή της προβληματικότητας του δημόσιου τομέα της Υγείας γίνεται και από τρίτους, που κάθε άλλο παρά έχουν προοδευτική άποψη για το θέμα. Όμως όταν υπάρχουν εκατόμβες νεκρών από μια πανδημία κανείς δεν μπορεί να κλείνει τα μάτια, όσο νεοφιλελεύθερος και να είναι, αν δεν θέλει να δει το «σύστημα» να καταρρέει.

Ο ΟΟΣΑ σε μια πρόσφατη μελέτη του δίνει στοιχεία για την κατάσταση του τομέα της υγείας στην Ε.Ε. Από αυτά προκύπτει ότι η Ελλάδα, όπως και αν τα εξετάσουμε, βρίσκεται στον «πάτο» της Ε.Ε. όσον αφορά τις δαπάνες δημόσιας Υγείας.

Σύμφωνα με τη μελέτη η μέση επιπλέον χρηματοδότηση της Υγείας μετά την πανδημία ήταν μόλις 30 ευρώ κατά κεφαλή στην Ελλάδα, που αναδείχθηκε προτελευταία με έσχατη την Λετονία, όταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε. των 21 είναι 112 ευρώ. Η κυβέρνηση απάντησε ότι τα συγκεκριμένα στοιχεία δεν είναι συγκρίσιμα, γιατί καλύπτουν διαφορετικές περιόδους και αδικούν την Ελλάδα, καθώς αφορούν μόνο την περίοδο της αρχής της πανδημίας για τη χώρα μας. Όμως εάν εμβαθύνουμε στην μελέτη, κάτι που δεν μπορούμε να το κάνουμε στο παρόν άρθρο, τα μεγέθη του ΟΟΣΑ καταγράφουν την ελλειπή χρηματοδότηση και την απαξίωση του δημόσιου τομέα Υγείας που δεν αφορούν μόνο την πανδημία αλλά είναι διαχρονικά. Αναφέρουμε ενδεικτικά: α) Ενώ σε μέσο όρο στην Ε.Ε. από τα νοικοκυριά καταβάλλεται το ένα πέμπτο (1/5) του συνόλου των δαπανών Υγείας, η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που η αντίστοιχη συμμετοχή ξεπερνά το 1/3, β) υπάρχει πολύ μεγάλος βαθμός στην Ελλάδα ανικανοποίητων αναγκών ιατρικών εξετάσεων και οδοντιατρικής περίθαλψης για οικονομικούς λόγους, γ) καταγράφεται μεγάλο ποσοστό των λεγόμενων «καταστροφικών δαπανών» για την υγεία (πάνω από 8% για την Ελλάδα), όταν υποχρεώνεται κάποιος για να αντιμετωπίσει ένα θέμα υγείας να πουλήσει σημαντικά περιουσιακά του στοιχεία (σπίτι κ.λπ.), δ) η Ελλάδα ήταν στην προτελευταία θέση με μόλις 5,3 κλίνες ΜΕΘ ανά 100.000 κατοίκους σε σύγκριση με το μέσο όρο της Ε.Ε. που ήταν 14. Όμως αυτό το στοιχείο δεν δείχνει συγκριτικά την υποβάθμιση στην Ελλάδα καθώς τα ελληνικά στοιχεία αφορούν το 2019 ενώ για αρκετές άλλες χώρες τα στοιχεία αφορούν έως και αρκετά χρόνια πίσω (2014-2018).

Συνεπώς και από τη μελέτη του ΟΟΣΑ προκύπτει, με επιστημονική τεκμηρίωση, το γνωστό συμπέρασμα που όλος ο λαός γνωρίζει και βιώνει καθημερινά. Ο δημόσιος τομέας της Υγείας βρίσκεται σε διαρκή υποβάθμιση και αυτή την πολιτική υποβάθμισης την υπηρετεί όλο το πολιτικό σύστημα εδώ και 30 χρόνια, με όλες τις κυβερνήσεις. Η παρούσα κυβέρνηση εν μέσω πανδημίας συνεχίζει στην ίδια κατεύθυνση προκειμένου, από τα χρήματα που κόβει από την υγεία, να έχει απόθεμα για να χρηματοδοτήσει τον κάθε «επενδυτή» – όπως γίνεται αυτές τις μέρες με το «ρεγάλο» των 120 εκατ. στην Aegean του κ. Βασιλάκη, κατά παράβαση κάθε αντίστοιχης πρακτικής πρακτικής που εφαρμόστηκε σε όλη την Ε.Ε.


Κυνισμός χωρίς όριο

«Αν υποθέσουμε ότι είχαμε 5.000 ΜΕΘ αυτό θα σήμαινε κατά τη φυσιολογική φορά των πραγμάτων ότι θα είχαμε έναν πολύ μεγαλύτερο αριθμό νεκρών, γιατί η θνητότητα μέσα στις μονάδες είναι περίπου στο μισό, 45-50%». Αυτή η κυνική δήλωση του Γ. Γεραπετρίτη, υπουργού Επικράτειας, καταγράφει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο την κυβερνητική αντίληψη για το Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ) και τις σχετικές δαπάνες.

Αν είχαμε 5.000 Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) θα είχαμε περισσότερους νεκρούς που θα πέθαιναν εντός των ΜΕΘ αφού το ποσοστό θνησιμότητας εκεί είναι στο 50%. Τώρα που δεν έχουμε ΜΕΘ, γιατί η κυβέρνηση σπατάλησε όλο το χρόνο από το πρώτο κύμα της πανδημίας κάνοντας ελάχιστα, θα βρεθούμε εντός ολίγου να πεθαίνουν οι συνάνθρωποί μας εκτός ΜΕΘ. Αυτοί προφανώς δεν μεγαλώνουν τον αριθμό των νεκρών κατά τον κ. Γεραπετρίτη. Συνεπώς, κατά τη «λογική» του, δεν μας είναι και τόσο απαραίτητες οι ΜΕΘ, που αυξάνουν τον αριθμό των νεκρών.

Αυτές οι, εγκληματικής σύλληψης, «απόψεις» δεν εκφράζονται από κάποιον τυχαίο πολιτικό απλά για να δικαιολογήσουν τη σημερινή τραγική κατάσταση, που με ευθύνη της κυβέρνησης επικρατεί στο ΕΣΥ. Εκφράζονται από έναν από τους «αρίστους» της κυβέρνησης Μητσοτάκη, τον υπουργό Επικράτειας και πανεπιστημιακό καθηγητή. Συνεπώς κάθε άλλο παρά είναι αποτέλεσμα κάποιου λάθους συνειρμού ή έκφρασης. Αποτελούν συνειδητή επιλογή της πολιτικής της κυβέρνησης η οποία εκφράζεται με τον πιο χυδαίο τρόπο.

Αυτή η χυδαία πολιτική απαξίωσης, στην πράξη, της ανθρώπινης ζωής εκφράζεται και με τα έργα της παρούσας κυβέρνησης, που ουσιαστικά αδιαφορεί για την προστασία των πολιτών, τη στιγμή που η χώρα και ο λαός αντιμετωπίζουν τη μεγαλύτερη υγειονομική κρίση που έχουμε ποτέ γνωρίσει.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!